Φορολόγηση υπερπλουσίων: Καθολική βούληση υπάρχει, όπως και προβληματισμός για το αν θα φέρει τα επιθυμητά αποτελέσματα
Τέτοιοι φόροι ήταν κάποτε σημαντικοί στην Ευρώπη, αν και η εφαρμογή τους περιορίσθηκε στο γύρισμα του 21ου αιώνα.
Η πρόσφατη δήλωση του Αμερικανού προέδρου Τζο Μπάιντεν για την επιβολή ενός «φόρου δισεκατομμυριούχων» στα πλουσιότερα οικονομικά στρώματα των ΗΠΑ σε περίπτωση που κερδίσει για δεύτερη φορά το προεδρικό αξίωμα τον προσεχή Νοέμβριο, έφερε εκ νέου τις εκκλήσεις για την επιβολή ενός φόρου επί του πλούτου (ή φόρος περιουσίας) στους υπερπλούσιους ανά τον κόσμο στο προσκήνιο.
Περιγράφοντας τις προτάσεις του για τον προϋπολογισμό του 2025 την περασμένη Δευτέρα, ο νυν Αμερικανός πρόεδρος έβαλε στο στόχαστρο τους υπερπλούσιους και επανέλαβε τα σχέδιά του για επιβολή φόρου 25% στους Αμερικανούς με περιουσία άνω των 100 εκατ. δολαρίων.
Διαβάστε επίσης: Η ευρωπαϊκή πρωτεύουσα που ελκύει τους πλούσιους – Ενοίκια 10.000 ευρώ και αγορά 80 τ.μ. με σχεδόν 1 εκατ.
«Κανένας δισεκατομμυριούχος δεν πρέπει να χρεώνεται με χαμηλότερο φορολογικό συντελεστή από έναν δάσκαλο, έναν εργάτη στην καθαριότητα, έναν νοσοκόμο», επανήλθε χθες Πέμπτη.
Τα σχέδια αυτά, που είχαν ήδη περιγραφεί στον προϋπολογισμό του προέδρου για το 2024, αναζωπύρωσαν μια συζήτηση δεκαετιών για το πώς θα πρέπει να υπολογίζεται καλύτερα ο πλούτος των κροίσων ανά τον κόσμο.
Το θέμα έχει αποκτήσει βαρύνουσα σημασία φέτος, καθώς οι κυβερνήσεις ανά τον κόσμο αναζητούν νέους τρόπους για να καλύψουν το δημοσιονομικό κενό και να αντιμετωπίσουν την ανισότητα στον πλούτο.
Η G20 αναλαμβάνει δράση
Τον περασμένο μήνα, οι υπουργοί Οικονομικών που συναντήθηκαν για τη σύνοδο κορυφής της G20 στη Βραζιλία, δήλωσαν ότι διερευνούν σχέδια για έναν παγκόσμιο ελάχιστο φόρο για τους 3.000 δισεκατομμυριούχους του κόσμου, ώστε να διασφαλιστεί ότι το 0,1% των υπερπλουσίων καταβάλει το δίκαιο μερίδιό του στην κοινωνία.
Τέτοιες προτάσεις βρίσκουν μάλιστα την υποστήριξη ορισμένων από τους πλουσιότερους του κόσμου. Στις αρχές του 2024, η πρωτοβουλία των αποκαλούμενων Patriotic Millionaires (Εκατομμυριούχοι Πατριώτες) υπέγραψε ανοιχτή επιστολή προς τους παγκόσμιους ηγέτες, ζητώντας υψηλότερους φόρους για τους πλούσιους. Ανάμεσα στους 260 υπογράφοντες ήταν η κληρονόμος της Disney Αμπιγκέιλ Ντίσνεϋ και ο πρωταγωνιστής της τηλεοπτικής σειράς «Succession» Μπράιαν Κοξ.
«Έχει να κάνει με τη συνεισφορά των πλουσίων περισσότερο στην κοινωνία, οι εξαιρετικά πλούσιοι να συνεισφέρουν περισσότερο και να είναι περήφανοι που το κάνουν αυτό», δήλωσε στο CNBC ο Φιλ Γουάιτ, συνταξιούχος επιχειρηματίας και συνυπογράφων την επιστολή των Patriotic Millionaires.
Ωστόσο, οι εμπειρογνώμονες διχάζονται σχετικά με την αποτελεσματικότητα του φόρου επί του πλούτου και το πόσο εφικτός είναι στην πραγματικότητα.
Τι είναι ο φόρος επί του πλούτου;
Ο φόρος επί του πλούτου είναι ένας φόρος «ευρείας βάσης» επί της αξίας όλων -ή των περισσότερων- των περιουσιακών στοιχείων που ανήκουν σε ένα πλούσιο άτομο ή νοικοκυριό, όπως μετρητά, ακίνητα, οχήματα, κοσμήματα και άλλα πολύτιμα αντικείμενα.
Σε αντίθεση με τον φόρο εισοδήματος, ο οποίος επιβαρύνει τις ετήσιες αποδοχές και τον φόρο επί των κεφαλαιακών κερδών, ο οποίος επιβάλλεται στα κέρδη που προκύπτουν από την πώληση ενός περιουσιακού στοιχείου, ο φόρος πλούτου θεωρείται ως ένας πιο ολιστικός τρόπος λογιστικής καταγραφής του συνολικού πλούτου ενός ατόμου.
Τέτοιοι φόροι ήταν κάποτε σημαντικοί στην Ευρώπη, αν και η εφαρμογή τους περιορίσθηκε στο γύρισμα του 21ου αιώνα εν μέσω ερωτημάτων σχετικά με την αποτελεσματικότητά τους και μιας ευρύτερης μεταστροφής προς τους χαμηλότερους φορολογικούς συντελεστές.
Από το 2024, η Ελβετία, η Νορβηγία, η Ισπανία είναι από τις λίγες χώρες που επιβάλλουν κάποιας μορφής φόρο επί της περιουσίας. Όμως όλο και περισσότερες χώρες υιοθετούν την εφαρμογή αυτού του φόρου. Η Κολομβία εισήγαγε τον φόρο πλούτου το 2022 και η κυβέρνηση της Σκωτίας είναι μεταξύ των χωρών που τον εξετάζουν.
Σύμφωνα με τον Αρούν Αντβάνι, αναπληρωτή καθηγητή οικονομικών στο Πανεπιστήμιο του Warwick, οι πιο αποτελεσματικές πολιτικές φορολόγησης του πλούτου είναι εκείνες που είναι στοχευμένες και συγκεκριμένες.
«Αν θέλουμε έναν φόρο πλούτου που θα είναι πραγματικά αποτελεσματικός στα υψηλότερα οικονομικά κλιμάκια … συνήθως πρέπει να ξεκινήσουμε από ένα αρκετά υψηλό όριο», επισημαίνει, σημειώνοντας ότι ιστορικά οι πρότερες (μη εφαρμόσιμες πλέον) πολιτικές είτε έφταναν πολύ χαμηλά (στα οικονομικά κλιμάκια) είτε επέτρεπαν πολλές εξαιρέσεις για να δημιουργήσουν επαρκή φορολογικά έσοδα.
Μαζική «φυγή» χρημάτων
Οι ειδικοί σε θέματα φορολογίας σημειώνουν, ωστόσο, ότι ακόμη και οι καλά σχεδιασμένες πολιτικές φορολόγησης του πλούτου μπορεί να είναι δύσκολο να εφαρμοστούν στην πράξη. Τα ερωτήματα που προκύπτουν έχουν να κάνουν με το ποια περιουσιακά στοιχεία πρέπει να φορολογούνται και ποιος πρέπει να είναι υπεύθυνος για την αξιολόγηση της αξίας τους.
Διαβάστε επίσης: Η ευρωπαϊκή χώρα με τους πιο πλούσιους στον κόσμο, «ζαλίζει» το μέσο εισόδημα
Πράγματι, το ενδεχόμενο μιας αλλαγής στην πολιτική της φορολόγησης είναι ένα από τα κυριότερα επιχειρήματα που προβάλλονται κατά των φόρων πλούτου. Οι επικριτές επισημαίνουν τον μεγάλο κίνδυνο της μετακίνησης του πλούτου των εξαιρετικά δραστήριων υπερπλουσίων, μεταξύ άλλων σε φορολογικούς παραδείσους, γεγονός που υπονομεύει, όπως λένε, τις αρχικές προσπάθειες για την ενίσχυση των κρατικών ταμείων.
«Σίγουρα βλέπουμε ιδιώτες να εξετάζουν άλλες χώρες για να δουν αν πρόκειται να θεσπιστεί ο φόρος πλούτου και αν θα ήταν χρήσιμο να μετακινηθούν», αναφέρει η Κριστίν Κερνς, εταίρος προσωπικής φορολόγησης στην PwC.
Το 2022, όταν η Νορβηγία αύξησε τον φόρο πλούτου για τους κατοίκους με περιουσιακά στοιχεία άνω των 20 εκατομμυρίων νορβηγικών κορωνών (1,8 εκατομμύρια δολάρια), πολλοί κατέφυγαν στην Ελβετία. Ο επιχειρηματίας Τορν Κόλσταντ ήταν ένας από τους περίπου 70 υπερπλούσιους Νορβηγούς που έφυγαν το 2023.
«Διπλασίασαν τη φορολογία από τη μια μέρα στην άλλη. Αυτός είναι ο λόγος που οι Νορβηγοί επιχειρηματίες αναγκάζονται να εγκαταλείψουν τη χώρα. Κάτι που έχει μεγάλο αντίκτυπο για πολλούς ανθρώπους - και για μένα- και δεν είναι βιώσιμο μακροπρόθεσμα», δήλωσε ο Κόλσταντ, ιδρυτής και διευθύνων σύμβουλος του νορβηγικού ομίλου ακινήτων T. Kolstad Eiendom.
Διχογνωμία
Οι απόψεις διίστανται ως προς τους κινδύνους για την εκροή κεφαλαίων εξαιτίας του φόρου πλούτου, με ορισμένους να υποστηρίζουν ότι οι εκροές αυτές θα είναι περιορισμένες. Ωστόσο, εγείρουν άλλες ανησυχίες σχετικά με το κόστος μιας τέτοιας πολιτικής και την αποτελεσματικότητά της να αναδιανείμει τον πλούτο.
Τα στοιχεία δείχνουν ότι ο φόρος επί του πλούτου αντιπροσωπεύει μόνο ένα πολύ μικρό ποσοστό των συνολικών φορολογικών εσόδων στις χώρες όπου έχει εφαρμοστεί. Συχνά τα έσοδα αυτά δεν έχουν αυξηθεί αρκετά με την πάροδο του χρόνου.
«Υπάρχει μεγαλύτερο κόστος από την πλευρά των φορολογικών αρχών, επειδή θα πρέπει οπωσδήποτε να κάνουν πρόσθετες εκτιμήσεις», εξηγεί ο Αντβάνι. «Ένας διαφορετικός τομέας για τον οποίο πιθανόν να υπάρχουν ανησυχίες, για παράδειγμα, είναι τα κίνητρα για επενδύσεις».
Αντιμετώπιση της ανισότητας του πλούτου
Παρόλα αυτά, οι υπέρμαχοι υποστηρίζουν ότι τα έσοδα που θα προκύψουν από έναν φόρο επί της περιουσίας θα μπορούσαν να αποτελέσουν ένα σημαντικό βήμα για την καταπολέμηση του χάσματος στον πλούτο.
Η παγκόσμια ανισότητα στον πλούτο έχει αυξηθεί σημαντικά τα τελευταία χρόνια, με το πλουσιότερο 1% να έχει αποσπάσει τα δύο τρίτα όλου του νέου πλούτου που δημιουργήθηκε από το 2020, σύμφωνα με την Oxfam. Το φτωχότερο 50% του παγκόσμιου πληθυσμού κατέχει σήμερα μόλις το 2% του συνολικού καθαρού πλούτου, ενώ το πλουσιότερο 10% κατέχει το 76%. Από αυτό, το πλουσιότερο 1% κατέχει περίπου τα δύο τρίτα.
Σύμφωνα με τις προτάσεις του Μπάιντεν, ένας φόρος 25% σε όσους έχουν περισσότερα από 100 εκατομμύρια δολάρια θα μπορούσε να συγκεντρώσει 500 δισ. δολάρια σε 10 χρόνια, κεφάλαια που θα μπορούσαν να βοηθήσουν στη χρηματοδότηση παροχών όπως η παιδική πρόνοια και η πληρωμένη γονική άδεια. Ένα τέτοιο μέτρο, θα ανέβαζε τον μέσο φορολογικό συντελεστή για τους 1.000 δισεκατομμυριούχους της Αμερικής από το 8,2% στο 25% και σε ευθυγράμμιση με τον συντελεστή που φορολογούνται οι μέσοι Αμερικανοί εργαζόμενοι, σύμφωνα με τον Μπάιντεν.
Ακόμη και ένας φόρος 2% στους 2.756 γνωστούς δισεκατομμυριούχους του κόσμου θα μπορούσε να συγκεντρώσει 250 δισ. δολάρια ετησίως, σύμφωνα με έκθεση του 2023 από το ανεξάρτητο ερευνητικό εργαστήριο EU Tax Observatory, το οποίο υποστηρίζει τις εκκλήσεις για έναν παγκόσμιο φόρο επί του πλούτου.
Ξεχωριστή έκθεση της Oxfam το 2023, πρότεινε ότι ένας φόρος 5% στους πολυεκατομμυριούχους και δισεκατομμυριούχους του κόσμου θα μπορούσε να συγκεντρώσει 1,7 τρισ. δολάρια ετησίως, κεφάλαια τα οποία είναι αρκετά για να βγάλουν 2 δισ. ανθρώπους από τη φτώχεια. Πρωτοβουλίες όπως οι Patriotic Millionaires υποστηρίζουν ότι αυτό αποτελεί μέρος των δηλωμένων στόχων τους.
Δημοσκόπηση που διεξήχθη φέτος από τους Patriotic Millionaires διαπίστωσε ότι περισσότεροι από τους μισούς (58%) εκατομμυριούχους από τις χώρες της G20 υποστηρίζουν έναν φόρο 2% επί του πλούτου άνω των 10 εκατ. δολαρίων. Τα τρία τέταρτα (74%) δήλωσαν ότι υποστηρίζουν υψηλότερους φόρους για τους πλούσιους γενικότερα.
Ωστόσο, ορισμένοι θέτουν το ερώτημα το κατά πόσον τέτοιες εκκλήσεις θα μπορούσαν να αποτελέσουν έναν τρόπο για τους πλουσιότερους του κόσμου, προκειμένου να προφυλαχθούν από μια πιο ριζική αναδιανομή του πλούτου στο μέλλον.
«Υπάρχουν άνθρωποι που μιλάνε, ξέρετε, πολύ σοβαρά για την ιδέα της ελευθεριότητας και λένε ότι υπάρχει ένα όριο στο συνολικό πλούτο που θα πρέπει να επιτρέπεται να έχουν οι άνθρωποι και ότι ουσιαστικά θα πρέπει να επιβάλλεται 100% φόρος πάνω από αυτό το επίπεδο», υπογραμμίζει ο Αντβάνι.