Τι «βλέπει» η ΤτΕ για τον πληθωρισμό τους επόμενους μήνες - «Αγκάθι» τα τρόφιμα και οι κερδοσκοπικές τάσεις στην αγορά
Με σκωτσέζικο ντους μοιάζουν τα στοιχεία για τη διακύμανση των τιμών, καθώς ενώ ο γενικός δείκτης υποχωρεί, ο πληθωρισμός των τροφίμων επιμένει, «θολώνοντας» την εικόνα.
«Όλες οι συνιστώσες εκτός από τον πληθωρισμό των επεξεργασμένων τροφίμων μειώθηκαν σε σύγκριση με τον προηγούμενο μήνα. Ο πληθωρισμός των μη επεξεργασμένων τροφίμων στην Ελλάδα παραμένει σημαντικά υψηλότερος από εκείνον της Ζώνης του Ευρώ», επισημαίνει στο Παρατηρητήριο του Πληθωρισμού η Τράπεζα της Ελλάδας, αναδεικνύοντας εκ νέου το βασικό στοίχημα των επόμενων μηνών: την τιθάσευση των τιμών σε βασικά είδη διατροφής και το σπάσιμο του φαύλου κύκλου των ανατιμήσεων με άλλοθι- εντός ή εκτός εισαγωγικών - τις διεθνείς τιμές των πρώτων υλών.
«Η βιομηχανία τροφίμων δεν τροφοδοτεί τον πληθωρισμό, καθώς τον Απρίλιο ο πληθωρισμός των επώνυμων, τυποποιημένων τροφίμων – εξαιρουμένου του ελαιόλαδου-ήταν μόλις 0,6%. Οι βιομηχανίες, όχι μόνο δεν κερδοσκόπησαν, αλλά απορρόφησαν μεγάλο μέρος των αυξήσεων,εκτός ελαιόλαδου, για να προστατεύσουν τον καταναλωτή”, υποστήριξε χθες βράδυ ο πρόεδρος του Συνδέσμου Ελληνικών Βιομηχανιών Τροφίμων και Ποτών, Ι. Γιώτης κατά τη Γενική Συνέλευση του Συνδέσμου, την ώρα, πάντως, που οι μετρήσεις της ΕΛΣΤΑΤ έδειξαν επιτάχυνση των αυξήσεων κατά 5,4% σε σύγκριση με πέρσι.
Τι «βλέπει» η ΤτΕ
Αν μη τι άλλο το διεθνές περιβάλλον δεν είναι ακριβώς αυτό που περίμεναν τα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα, προβλέποντας ότι οι πληθωριστικές πιέσεις θα υποχωρήσουν με ταχύτερους ρυθμούς. Είναι ενδεικτικό ότι τα τελευταία στοιχεία έδειξαν αύξηση κατά 12% μέσα σε μια εβδομάδα, του κόστους των ναύλων για τα κοντέινερς από την Κίνα, τα οποία είναι 171% ακριβότερα από πέρσι!
Δεν είναι τυχαίο ότι οι φωνές των «γερακιών» στην ΕΚΤ, ακούγονται πιο δυνατά τις τελευταίες εβδομάδες, «φρενάροντας» τις προσδοκίες νοικοκυριών, επιχειρήσεων και κυβερνήσεων για αποκλιμάκωση των επιτοκίων. Όπως σημειώνει η ΤτΕ, οι προσδοκίες της αγοράς για τα επιτόκια της ΕΚΤ έχουν αναθεωρηθεί προς τα πάνω σε σύγκριση με τις αρχές του 2024. Οι αγορές αναμένουν τώρα μείωση των επιτοκίων κατά 25 μ.β. το Ιούνιο, ενώ με πιθανότητα περίπου 90% τιμολογούν ότι η ΕΚΤ θα μειώσει τα επιτόκια όχι περισσότερο από 75 μ.β., μέχρι το τέλος του 2024. Όσο για τις προσδοκίες μείωσης των επιτοκίων κατά 1 μονάδα πριν τελειώσει η χρονιά, θεωρούνται τώρα μόλις 27% πιθανές.
Η τελευταία Έρευνα Καταναλωτικών Προσδοκιών της ΕΚΤ δείχνει ότι οι διάμεσες προσδοκίες για τον πληθωρισμό για τα επόμενα τρία χρόνια στην Ελλάδα αυξήθηκαν σε 7% τον Μάρτιο του 2024 από 6,6% τον Φεβρουάριο του 2024, ενώ στη Ζώνη του Ευρώ παρέμειναν σταθερές στο 2,5%. Όπως σημειώνει η ΤτΕ, αυτές οι προσδοκίες είναι σημαντικά υψηλότερες στην Ελλάδα σε σύγκριση με τη Ευρωζώνη και επίσης σημαντικά υψηλότερες από τον τρέχοντα πληθωρισμό.
Οι ανατιμήσεις
Στην πραγματικότητα για να αμβλυνθεί αυτή η απαισιόδοξη προσέγγιση των ελληνικών νοικοκυριών, το στοίχημα είναι διπλό. Από τη μια, θα πρέπει να συνεχιστούν οι «ενέσεις» στο διαθέσιμο εισόδημα με μέτρα μόνιμου χαρακτήρα κι από την άλλη θα πρέπει να αντιμετωπιστούν οι στρεβλώσεις (εντός κι εκτός συνόρων), που κρατούν ψηλά τις τιμές των τροφίμων ή που ανατροφοδοτούν τις πληθωριστικές προσδοκίες.
Πώς θα μπορούσαν, άραγε, να αιτιολογηθούν αυτήν τη στιγμή νέες ανατιμήσεις στον καφέ, με την επίκληση των διεθνών τιμών, όπως ακούγεται έντονα; Οι τιμές όντως «πέταξαν» από τα 1,8 δολάρια στα 2,5 δολάρια ανά λίβρα, από τα μέσα Μαρτίου ως τα μέσα Απριλίου, κυρίως λόγω της ανησυχίας για τις καλλιέργειες στη Βραζιλία και το Βιετνάμ, που δεν έχει ακόμα ξεπεραστεί, αλλά πλέον έχουν πέσει στο χαμηλότερο επίπεδο των τελευταίων 6 εβδομάδων. Όσο για τη διαφορά κατά περίπου 9% σε σχέση με τα περσινά επίπεδα, στην πραγματικότητα οι τιμές έχουν επιστρέψει στα επίπεδα του Οκτωβρίου του 2022, χωρίς οι καταναλωτές να έχουν δει μείωση λιανικών τιμών στο μεσοδιάστημα της πτώσης των διεθνών τιμών.
Αναφορικά με το αίτημα της αγοράς περί μείωσης του ΦΠΑ, μετά τη δημόσια και κατηγορηματική άρνηση του Κ. Χατζηδάκη που εδράζεται στα ασφυκτικά περιθώρια του Προϋπολογισμού και τους νέους δημοσιονομικούς κανόνες, το μόνο που βρίσκεται στο τραπέζι είναι η παράταση κατά ένα ακόμα εξάμηνο του μειωμένου συντελεστή στον καφέ και στις μεταφορές ταξί, με κόστος περί τα 77 εκ ευρώ.