Κατασκευαστικές: Ανάσα από την τροπολογία για τους διαγωνισμούς
Θετική είναι η πρώτη αντίδραση της εργοληπτικής αγοράς στην τροπολογία του υπουργείου Υποδομών για την απρόσκοπτη περάτωση διαγωνισμών δημοσίων έργων, δεδομένου ότι ξεκαθαρίζει το τοπίο σε ό,τι αφορά τις δημοπρατήσεις έργων που θα διενεργηθούν από εδώ και στο εξής.
Η νομοθετική πρωτοβουλία, η οποία πριν κατατεθεί στο αναπτυξιακό νομοσχέδιο πήρε την έγκριση και του Μεγάρου Μαξίμου, αίρει ασάφειες σχετικά με τις πληροφορίες που θα πρέπει να παρέχουν οι εταιρείες οι οποίες θα διεκδικήσουν στο μέλλον δημόσια έργα.
Όπως ήταν αναμενόμενο, η τροπολογία δεν αφορά στους διαγωνισμούς για τους οποίους υπάρχουν δικαστικές εκκρεμότητες, με τα ερωτήματα για το μέλλον των έργων αυτών να παραμένουν.
Το σημαντικότερο ζήτημα που ξεκαθαρίζει με τη διάταξη του υπουργείου Υποδομών η οποία προστέθηκε στο αναπτυξιακό νομοσχέδιο «Επενδύω στην Ελλάδα», αφορά στη δήλωση στο Ευρωπαϊκό Ενιαίο Έγγραφο Προμήθειας (ΕΕΕΠ) που είναι υποχρεωμένοι να υποβάλλουν οι υποψήφιοι σε διαγωνισμούς δημοσίων έργων και ειδικά οι εταιρείες που συμμετείχαν στη διαδικασία διευθέτησης με την Επιτροπή Ανταγωνισμού το 2017, λόγω στρέβλωσης του ανταγωνισμού στο παρελθόν.
Οι ελληνικές κατασκευαστικές εταιρείες που συμμετείχαν οικειοθελώς στη διαδικασία διευθέτησης πλήρωσαν πρόστιμα άνω των 80 εκατομμυρίων ευρώ, τα οποία είναι τα υψηλότερα που έχουν καταβληθεί σε ευρωπαϊκό επίπεδο για αντίστοιχες υποθέσεις.
Το ΕΕΕΠ αποτελεί κανονισμό της ΕΕ και πρόκειται για υπεύθυνη δήλωση σχετικά με την καταλληλότητα επιχειρήσεων για τη σύναψη δημοσίων συμβάσεων. Ερμηνεύοντας το νόμο του 2011 περί προστασίας του ελεύθερου ανταγωνισμού και την τροποποίησή του το 2016, οι εταιρείες που πλήρωσαν τα πολύ υψηλά πρόστιμα απαντούσαν αρνητικά στο ερώτημα που υπήρχε στο ΕΕΕΠ για το εάν είχαν συμμετοχή σε πρακτικές αθέμιτου ανταγωνισμού.
Η σχετική νομοθεσία άλλωστε προέβλεπε την απαλλαγή από ποινικές ευθύνες και διοικητικές κυρώσεις, σε περίπτωση υπαγωγής σε διαδικασίες επιείκειας και διευθέτησης.
Ωστόσο, μία απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου τον Οκτώβριο του 2018 άλλαξε τα δεδομένα, δημιουργώντας μεγάλες ασάφειες σε ό,τι αφορά την εφαρμογή του νόμου περί προστασίας του ανταγωνισμού. Η απόφαση προέβλεπε ότι οι εταιρείες που συμμετείχαν σε στρέβλωση του ανταγωνισμού μπορούν να αποκλείονται από τη διεκδίκηση δημοσίων έργων για χρονικό διάστημα έως και τρία έτη από την ημερομηνία έκδοσης της απόφασης της Επιτροπής Ανταγωνισμού ή του οικείου δικαστηρίου.
Η εξέλιξη αυτή οδήγησε τη διαδικασία δημοπράτησης δημοσίων έργων σε ένα τέλμα δίχως προηγούμενο, δεδομένου ότι άνοιξε τον ασκό του Αιόλου για μαζικές προσφυγές στη δικαιοσύνη.
Ο πρώτος διαγωνισμός στον οποίο σημειώθηκε εμπλοκή αφορούσε στο οδικό έργο Άκτιο – Αμβρακία. Προσωρινός ανάδοχος κηρύχθηκε το σχήμα ΑΚΤΩΡ – ΤΕΡΝΑ, το οποίο απάντησε αρνητικά στο ερώτημα του ΕΕΕΠ για το εάν συμμετείχε σε στρέβλωση του ανταγωνισμού.
Η πρώτη προσφυγή που κατατέθηκε στην Ανεξάρτητη Αρχή Προδικαστικών Προσφυγών (ΑΑΠΠ) απορρίφθηκε από την Αρχή, η οποία κατέληξε στο συμπέρασμα ότι το ερώτημα αφορούσε αποκλειστικά στον συγκεκριμένο διαγωνισμό. Ως εκ τούτου, οι δύο εταιρείες δεν άλλαξαν την αρνητική δήλωση που είχαν υποβάλει αρχικά.
Ωστόσο, διαφορετική ερμηνεία από την ΑΑΠΠ έδωσε το ΣτΕ το οποίο έκανε δεκτή αίτηση ασφαλιστικών μέτρων κατά της απόφασης να κηρυχθεί προσωρινός ανάδοχος το σχήμα ΑΚΤΩΡ – ΤΕΡΝΑ.
Παρόμοια περίπτωση είναι και το σιδηροδρομικό έργο ηλεκτροκίνησης στο τμήμα Κιάτο – Ροδοδάφνη. Το ΣτΕ έκανε δεκτά ασφαλιστικά μέτρα που κατέθεσε η εταιρεία ΜΕΤΚΑ, του ομίλου Μυτιληναίος, κατά της ανάδειξης της ΑΚΤΩΡ ως προσωρινού αναδόχου.
Η ΜΕΤΚΑ ήταν ο τέταρτος μειοδότης στο διαγωνισμό αυτό, πίσω από τους ΑΚΤΩΡ, ΤΕΡΝΑ και τη γαλλική Alstom. Σύμφωνα με πληροφορίες, το έργο οδεύει για κατακύρωση προς τη ΜΕΤΚΑ, δεδομένου ότι οι τρεις πρώτοι μειοδότες είχαν εμπλακεί σε υποθέσεις στρέβλωσης ανταγωνισμού, η ΑΚΤΩΡ και η ΤΕΡΝΑ στην Ελλάδα και η Alstom στην Ισπανία. Οι ίδιες πηγές αναφέρουν ότι είναι πιθανό οι υπόλοιπες εταιρείες να καταθέσουν προσφυγές, καθώς η προσφορά της ΜΕΤΚΑ ήταν ακριβότερη με αποτέλεσμα το κόστος για το Δημόσιο να είναι υψηλότερο, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για το δημόσιο συμφέρον.
Η τροπολογία προσφέρει λύση στο αλαλούμ που έχει δημιουργηθεί για τους διαγωνισμούς που θα διενεργηθούν από εδώ και στο εξής. Πλέον, οι εταιρείες που πλήρωσαν πρόστιμα το 2017 μπορούν να απαντούν θετικά στο ερώτημα εάν συμμετείχαν σε πρακτικές αθέμιτου ανταγωνισμού στο παρελθόν, δίχως να κινδυνεύουν με προσφυγές στη δικαιοσύνη από ανταγωνιστές που θα τους κατηγορούν για ψευδή δήλωση, δεδομένου ότι είχαν απαντήσει αρνητικά στο ίδιο ερώτημα σε προηγούμενους διαγωνισμούς.
Η τροπολογία προβλέπει επίσης ότι σε περίπτωση υποτροπής εντός έξι ετών, δηλαδή έως το 2023, τα ευεργετήματα που εξασφάλισαν οι εταιρείες που πλήρωσαν τα πρόστιμα χάνονται και θα αποκλείονται από διαγωνισμούς για δημόσιες συμβάσεις ή συμβάσεις παραχωρήσεων.