Έρχονται μεγάλες επενδύσεις σε logistics
Σημαντικό κίνητρο για την προσέλκυση επενδύσεων στις μεταφορές και τα logistics αναμένεται να αποτελέσει η ολοκλήρωση των έργων στη σιδηροδρομική γραμμή Αθήνα –Θεσσαλονίκη.
Τις επόμενες ημέρες αναμένεται να πραγματοποιηθεί το πρώτο δοκιμαστικό δρομολόγιο στη νέα ηλεκτροδοτούμενη γραμμή, ενώ από την επόμενη εβδομάδα θα ξεκινήσουν και οι πρώτες γρήγορες αμαξοστοιχίες, οι οποίες με ταχύτητες 160 χιλιομέτρων την ώρα θα καλύπτουν την απόσταση μεταξύ των δύο μεγαλύτερων πόλεων σε περίπου τέσσερις ώρες.
Τα έργα ολοκληρώνονται με μεγάλη καθυστέρηση, δεδομένου πως οι πρώτες εργασίες υποδομής (χωματουργικά και υδραυλικά έργα) ξεκίνησαν το 2000. Παρά τις ανακοινώσεις του αρμόδιου υπουργείου Υποδομών περί ολοκλήρωσης της γραμμής, θα χρειαστούν περίπου έξι μήνες ακόμα μέχρι να τελειώσει η εργολαβία που αφορά στη σηματοδότηση και τηλεδιοίκηση του δικτύου.
Σύμφωνα με πληροφορίες, για να εφαρμοστεί το σύστημα τηλεδιοίκησης και σηματοδότησης, με προϋπολογισμό 50 εκατομμυρίων ευρώ, απαιτείται η υπογραφή συμπληρωματικής σύμβασης, ύψους 13 εκατομμυρίων ευρώ.
Η εργολαβία θεωρείται μείζονος σημασίας, δεδομένου πως θα δώσει τη δυνατότητα να κινηθούν τρένα στη γραμμή Αθήνα – Θεσσαλονίκη με ταχύτητες 200 χιλιομέτρων την ώρα, ενώ η χωρητικότητα της γραμμής θα αυξηθεί έως και πέντε φορές. Όπως τονίζουν πηγές με καλή γνώση του σιδηροδρόμου, όταν ολοκληρωθούν τα έργα θα μπορούν να κυκλοφορήσουν 85 ζεύγη αμαξοστοιχιών από περίπου 15 που είναι σήμερα.
Νέες επενδύσεις
Η ολοκλήρωση των έργων ανοίγει το δρόμο για την υλοποίηση νέων επενδύσεων, οι οποίες έχουν καθυστερήσει σημαντικά, δεδομένου πως η Ελλάδα είναι ουραγός στην ΕΕ στις γρήγορες σιδηροδρομικές μεταφορές.
Ο μητρικός όμιλος της ΤΡΑΙΝΟΣΕ, η ιταλική Ferrovie Dello Stato, αναμένεται να επιστρατεύσει δύο σύγχρονες αμαξοστοιχίες στη γραμμή Αθήνα – Θεσσαλονίκη. Αρχικά τα δύο νέα τρένα θα κινούνται με ταχύτητες έως και 160 χιλιομέτρων την ώρα και όταν ολοκληρωθούν οι εργασίες για τη σηματοδότηση του δικτύου, θα κινούνται με ταχύτητες 200 χιλιομέτρων.
Επενδύσεις οι οποίες αναμένεται να αγγίξουν τα 20 εκατομμύρια ευρώ αναμένεται να υλοποιήσουν οι μέτοχοι της Rail Cargo, της μοναδικής σιδηροδρομικής εταιρείας στην Ελλάδα που εκτελεί εμπορευματικά δρομολόγια εκτός από την ΤΡΑΙΝΟΣΕ.
Οι μέτοχοι της εταιρείας, ο ελληνικός όμιλος Goldair και η αυστριακή Rail Cargo, έχουν επενδύσει 3 εκατομμύρια ευρώ στο μετοχικό κεφάλαιο της εταιρείας, ενώ σύμφωνα με το επιχειρηματικό τους σχέδιο θα επενδύσουν άλλα 12 με 16 εκατομμύρια ευρώ, κυρίως για την απόκτηση νέων βαγονιών.
Η εταιρεία βρίσκεται ήδη σε συζητήσεις με ομίλους του εξωτερικού προκειμένου να τους πείσει για τα οφέλη διακίνησης προϊόντων από τον Πειραιά. Στόχος της Rail Cargo είναι η δρομολόγηση τουλάχιστον πέντε εμπορευματικών συρμών την ημέρα σε σύντομο χρονικό διάστημα.
Η εταιρεία δραστηριοποιείται στη μεταφορά προϊόντων, κυρίως πετρελαιοειδών, από τη Θεσσαλονίκη προς τα Σκόπια. Η ολοκλήρωση της σιδηροδρομικής γραμμής τους επόμενους μήνες θα αποτελέσει σημαντικό κίνητρο για την επέκταση των δραστηριοτήτων της Rail Cargo.
Όπως τονίζουν στελέχη της εταιρείας, για να υλοποιηθεί απρόσκοπτα το επενδυτικό σχέδιο της Rail Cargo θα πρέπει να υπάρξει ίση μεταχείριση από την Ελληνική Εταιρεία Συντήρησης Τροχαίου Υλικού (ΕΕΣΤΥ), η οποία πρόσφατα εξαγοράστηκε από την ΤΡΑΙΝΟΣΕ.
Οι ίδιες πηγές αναφέρουν πως οι χρεώσεις της ΕΕΣΤΥ για τη συντήρηση των τρένων της Rail Cargo είναι υψηλότερες από εκείνες που ισχύουν για την ΤΡΑΙΝΟΣΕ, με αποτέλεσμα να παραβιάζονται οι κανόνες της ίσης μεταχείρισης.
Εμπορευματικά κέντρα
H ολοκλήρωση των έργων ηλεκτροκίνησης στον άξονα Αθήνα – Θεσσαλονίκη, δημιουργεί κατάλληλες συνθήκες και για την υλοποίηση επενδύσεων εκατοντάδων εκατομμυρίων ευρώ σε εμπορευματικά κέντρα.
Η μεγαλύτερη επένδυση, ύψους 140 εκατομμυρίων ευρώ, αναμένεται να υλοποιηθεί σε έκταση 588 στρεμμάτων στο Θριάσιο Πεδίο στην οποία θα κατασκευαστεί εμπορευματικό κέντρο ιδιωτών.
Το έργο έχει αναλάβει το σχήμα που αποτελείται από την ΕΤΒΑ ΒΙ.ΠΕ. και τη Goldair. Η επένδυση θα χρηματοδοτηθεί σε ποσοστό 50% από τραπεζικό δανεισμό, με το υπόλοιπο ποσοστό να προέρχεται από ίδια κεφάλαια των μετόχων.
Έντονο ενδιαφέρον υπάρχει και για τη δημιουργία εμπορευματικού κέντρου σε παρακείμενη έκταση 1.450 στρεμμάτων επίσης στο Θριάσιο. Στο διαγωνισμό που είναι σε εξέλιξη συμμετέχουν τέσσερις υποψήφιοι, η Gooldair, η ΤΡΑΙΝΟΣΕ, η σιδηροδρομική εταιρεία Pearl, συμφερόντων του ομίλου Cosco και η Damco του ομίλου Κοπελούζου.
Ο ανάδοχος θα πρέπει να υλοποιήσει επενδύσεις ύψους περίπου 25 εκατομμυρίων ευρώ, προκειμένου να ολοκληρώσει τις εγκαταστάσεις που ήδη έχουν κατασκευαστεί στην περιοχή με ευρωπαϊκά κονδύλια.
Σε εξέλιξη βρίσκεται η διαγωνιστική διαδικασία και για την υλοποίηση εμπορευματικού κέντρου στη Θεσσαλονίκη, στο πρώην στρατόπεδο Γκόνου. Ενδιαφέρον για την επένδυση που εκτιμάται πως θα υπερβεί τα 150 εκατομμύρια ευρώ έχουν δείξει η ΑΚΤΩΡ, η Intrakat και ο όμιλος Μυτιληναίου.
Οφέλη για τον κρατικό ΟΣΕ και τις εταιρείες που χρησιμοποιούν το δίκτυο
Η ολοκλήρωση των έργων στο σιδηροδρομικό δίκτυο θα έχει σημαντικά οφέλη για την τόνωση των εσόδων του κρατικού ΟΣΕ, αλλά και της ΤΡΑΙΝΟΣΕ η οποία έχει περάσει στον έλεγχο του κρατικού ιταλικού ομίλου FDS.
Ο ΟΣΕ χρεώνει με χαμηλή τιμή τις εταιρείες που χρησιμοποιούν το δίκτυό του, η οποία ανέρχεται σε ένα ευρώ ανά χιλιόμετρο. Όταν ολοκληρωθούν τα έργα τα τέλη αναμένεται να ανέλθουν σε τουλάχιστον τρία ευρώ ανά χιλιόμετρο.
Η αύξηση της χωρητικότητας του δικτύου θα δώσει τη δυνατότητα και στην ΤΡΑΙΝΟΣΕ να αυξήσει τα έσοδά της, με τη δρομολόγηση περισσότερων τρένων.
Η εταιρεία παρουσιάζει μείωση του κύκλου εργασιών τα τελευταία έτη, παρά το γεγονός πως οι επιβατικές αμαξοστοιχίες επιδοτούνται με 50 εκατομμύρια ευρώ ετησίως από το Δημόσιο.
Είναι ενδεικτικό πως τα έσοδα της ΤΡΑΙΝΟΣΕ το 2018 ανήλθαν σε 116,7 εκατομμύρια ευρώ, μειωμένα κατά σχεδόν 4,5 εκατομμύρια ευρώ σε σχέση με το 2017.
Η μείωση το 2018 είναι ακόμα μεγαλύτερη συγκριτικά με το 2014, το οποίο αποτέλεσε μία δύσκολη χρονιά στο αποκορύφωμα της κρίσης, όταν τα έσοδα της εταιρείας έφτασαν τα 126,7 εκατομμύρια ευρώ.
Η ΤΡΑΙΝΟΣΕ κατέγραψε ζημιές μετά από φόρους το 2018 οι οποίες άγγιξαν τα 7 εκατομμύρια ευρώ, έναντι ζημιών 2,2 εκατομμυρίων ευρώ το 2017.