Ερευνα: Στροφή σε υγιεινά αναψυκτικά
O εγχώριος κλάδος της παραγωγής αναψυκτικών είναι το αντικείμενο πρόσφατης μελέτης της Infobank Hellastat.
Σύμφωνα με τη Μαρία Θεοδοσοπούλου, Sectorial Studies Consultant, ο κλάδος των αναψυκτικών χαρακτηρίζεται από υψηλό βαθμό συγκέντρωσης και έντονο ανταγωνισμό, καθώς σε αυτόν δραστηριοποιούνται λίγες μεγάλου μεγέθους επιχειρήσεις, οι οποίες παράγουν ευρέως γνωστά εμπορικά σήματα. Ωστόσο, υπάρχουν και αρκετές μικρομεσαίες επιχειρήσεις, οι οποίες διακινούν τα προϊόντα τους κυρίως στις τοπικές αγορές.
Γενικότερα, τα τελευταία χρόνια, παρατηρείται μία μετατόπιση των καταναλωτικών προτιμήσεων σε πιο υγιεινά προϊόντα, όπως είναι τα light ή zero αναψυκτικά, τα οποία έχουν λιγότερη περιεκτικότητα σε ζάχαρη ή και καθόλου. Αντιθέτως, η κατανάλωση ανθρακούχων προϊόντων και αναψυκτικών με υψηλά ποσοστά ζάχαρης που κυκλοφορούν εδώ και αρκετά χρόνια στην αγορά, σταδιακά περιορίζεται.
Για το λόγο αυτό, οι εγχώριες εταιρείες επενδύουν συνεχώς στην ανάπτυξη «πράσινων», καινοτόμων προϊόντων, ανταποκρινόμενες στις προτιμήσεις των καταναλωτών για πιο υγιεινά αναψυκτικά, ενώ παράλληλα ενισχύουν την εξωστρέφεια και την παρουσία τους στο εξωτερικό. Ακόμη, στην αγορά εισέρχονται και κάποιες εταιρείες που έχουν ως κύρια δραστηριότητα την παραγωγή προϊόντων με στέβια, παράγοντας και αναψυκτικά.
Από το 2017 επικρατούν τάσεις ομαλοποίησης στην αγορά, μετά την υποχώρηση των προηγούμενων ετών. Μάλιστα, σε αυτό συνέβαλαν τόσο η επαναλειτουργία του δικτύου της Μαρινόπουλος μετά την εξαγορά της από τη Σκλαβενίτης, όσο και η περαιτέρω αύξηση της τουριστικής κίνησης. Αναλυτικά, σύμφωνα με έρευνα της IRI Hellas, έως και τον Απρίλιο του 2019, τα επώνυμα αναψυκτικά ενισχύθηκαν κατά 7% σε αξία πωλήσεων και 0,4% σε όγκο. Αντίστοιχα, τα προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας αυξήθηκαν κατά 10,4% σε αξία και 14,3% σε όγκο πωλήσεων.
Στη μελέτη της IBHS αναλύονται οι οικονομικές καταστάσεις 15 επιχειρήσεων παραγωγής γαλακτοκομικών προϊόντων. Ο κύκλος εργασιών το 2017 αυξήθηκε περαιτέρω κατά 7,6%, φτάνοντας τα 599,05 εκατ. ευρώ από 556,96 εκατ. ευρώ το 2016.
Τα κέρδη προ φόρων, τόκων και αποσβέσεων (ΚΠΤΦΑ) αυξήθηκαν κατά 74%, αγγίζοντας τα 30,11 εκατ. ευρώ από 17,31 εκατ. ευρώ το 2016.
Όσον αφορά τα αποτελέσματα προ φόρων το 2017 διαμορφώθηκαν σε κέρδη 5,72 εκατ. ευρώ από ζημίες 5,81 εκατ. ευρώ το προηγούμενο έτος.
Τα περιθώρια EBITDA και EBT βελτιώθηκαν σε 6,4% και 4,2% αντίστοιχα.