Η κλιματική αλλαγή ρίχνει βαριά σκιά στις αγορές
Καθώς ολόκληρος ο πλανήτης – με πρώτη την Ευρώπη – παλεύει να πάρει μέτρα για τη μείωση των ρύπων και την κλιματική αλλαγή, οι τράπεζες συνεχίζουν να ρίχνουν δισεκατομμύρια δολάρια στις εταιρείες που ασχολούνται με τα ορυκτά καύσιμα. Αυτό μπορεί να αποδειχτεί ένα ακριβό χόμπι, δεδομένου ότι οι κανονιστικές αρχές επιβάλλουν όλο και περισσότερους περιορισμούς για τον τρόπο που οι τράπεζες λαμβάνουν υπ’όψιν τους κινδύνους από την κλιματική αλλαγή στα χαρτοφυλάκιά τους.
Για παράδειγμα, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα ανακοίνωσε την περασμένη εβδομάδα ότι θα ξεκινήσει το 2022 έρευνες «εις βάθος» για το πώς μετρούν στους ισολογισμούς τους οι τράπεζες του κινδύνους από την κλιματική αλλαγή.
Αυτό σημαίνει ότι οι τράπεζες θα πρέπει να ανακοινώνουν το πώς οι πλημμύρες και οι καταιγίδες μπορεί να επηρεάσουν την αξία της ακίνητης περιουσίας τους και την παροχή υπηρεσιών στους πελάτες τους, καθώς επίσης και να λαμβάνουν υπ’ όψιν τις απώλειες που μπορεί να προκύψουν από την προσαρμογή των λειτουργιών των επιχειρήσεων σε ενέργειες πιο φιλικές προς το περιβάλλον.
Σύμφωνα με την κολοσσιαία πετρελαϊκή εταιρεία, BP, ο πλανήτης δεν πρόκειται να καταναλώσει ποτέ περισσότερο πετρέλαιο απ’ ό,τι το 2019. Η εκτίμηση αυτή της πετρελαϊκής εταιρείας είναι ένα σημάδι ότι οι αρμόδιες οικονομικές αρχές δεν θα αφήσουν την επίβλεψη των περιβαλλοντικών υποχρεώσεων αποκλειστικά στις κυβερνήσεις.
Οι μεγάλες πετρελαϊκές εταιρείες, όπως η BP και η Shell, αποτελούν ένα καλό παράδειγμα του τι μπορεί αν συμβεί στα περιουσιακά στοιχεία μίας επιχείρησης, λόγω της μετατροπής της οικονομίας προς μία πιο φιλική προς το περιβάλλον πολιτική. Και οι δύο εταιρείες διάγραψαν δισεκατομμύρια δολάρια από το ενεργητικό τους φέτος, επειδή η πανδημία άλλαξε την πορεία των τιμών του πετρελαίου – ενώ και οι δύο επιχειρήσεις προχωρούν σε δραστικές αλλαγές προς πηγές ενέργειας που είναι φιλικές προς το περιβάλλον.
Αυτό δείχνει ότι είναι θέμα χρόνου έως ότου οι μεγάλες επενδυτικές τράπεζες της Αμερικής, οι οποίες δανείζουν πολύ περισσότερα χρήματα στις εταιρείες ορυκτών καυσίμων από τις αντίστοιχες Ευρωπαϊκές, να αναγκαστούν να διαχειριστούν το θέμα της έκθεσής τους στην κλιματική αλλαγή.
Η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ έχει ήδη ειδοποιήσει τις εμπορικές τράπεζες για το πώς θα πρέπει να χειριστούν το φλέγον θέμα.
Η JPMorgan Chase, η Wells Fargo, η Citi και η Bank of America βρίσκονται στην κορυφή της λίστας των τραπεζών που χρηματοδοτούν τις εταιρείες ορυκτών καυσίμων. Από το 2016, αυτές οι τέσσερις τράπεζες έχουν δανείσει πάνω από 800 δισεκατομμύρια ευρώ σε τέτοιου είδους επιχειρήσεις.
Κάποιες μεγάλες τράπεζες έχουν προσφάτως ενημερώσει ότι θα ευθυγραμμιστούν με τους όρους της συμφωνίας του Παρισιού για το κλίμα, όμως οι λεπτομέρειες είναι θολές, ενώ το μέγεθος της έκθεσής τους καταδεικνύει ότι το εγχείρημα δεν είναι καθόλου απλό.
Πέραν της καταστροφής του πλανήτη, η κλιματική αλλαγή είναι πιθανό να οδηγήσει σε τεράστιες απώλειες τις τράπεζες και ενδεχομένως να απειλήσει τη σταθερότητα του χρηματοπιστωτικού συστήματος.
Και το πρόβλημα δεν είναι μόνο των τραπεζών. Μία ομάδα διεθνών επενδυτών, που διαχειρίζεται πάνω από 9 τρισεκατομμύρια δολάρια, έγραψε μία επιστολή την περασμένη εβδομάδα σε 36 από τις μεγαλύτερες ευρωπαϊκές εταιρείες, συμπεριλαμβανομένων της BP, Volkswagen και Lufthansa και τις καλούσαν να καταγράψουν τα κόστη από την κλιματική αλλαγή στους ισολογισμούς τους.
Η επιλογή έγινε με βάση την έκθεση της κάθε εταιρείας στην μετάβαση προς μία προς πράσινη οικονομία και την ευθυγράμμιση με τη συμφωνία του Παρισιού.