ΟΟΣΑ: Οι πλούσιες χώρες δεν κατάφεραν να εκπληρώσουν τον στόχο τους για τη χρηματοδότηση για το κλίμα
Οι πλούσιες χώρες δεν κατάφεραν να εκπληρώσουν μια μακρόχρονη δέσμευσή τους να παράσχουν 100 δισεκ. δολάρια προκειμένου να βοηθήσουν τις φτωχότερες χώρες να αντιμετωπίσουν την κλιματική αλλαγή, ανέφερε σήμερα ο ΟΟΣΑ.
Το 2009, οι ανεπτυγμένες χώρες υποσχέθηκαν ότι έως το 2020 θα μετέφεραν 100 δισεκ. δολάρια κατ’ έτος σε ευπαθείς χώρες που πλήττονται από τις επιδεινούμενες επιπτώσεις και τις καταστροφές που σχετίζονται με το κλίμα.
Στην πραγματικότητα, παρείχαν 83,3 δισεκ. δολάρια το 2020 – ποσό που υπολείπεται κατά 16,7 δισεκ. δολάρια του στόχου που είχε τεθεί, όπως ανακοίνωσε ο Οργανισμός Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ).
Η εξέλιξη αυτή δεν προκαλεί έκπληξη. Ο ΟΟΣΑ χρησιμοποιεί στοιχεία των Ηνωμένων Εθνών, η επεξεργασία των οποίων έγινε με δύο χρόνια καθυστέρηση, και οι πλούσιες χώρες έχουν αφήσει να εννοηθεί ότι ο στόχος δεν θα επιτευχθεί έως το 2023.
Ωστόσο αυτό αποτελεί πλήγμα ενόψει της COP27, της ετήσιας συνόδου των Ηνωμένων Εθνών για το Κλίμα τον Νοέμβριο, όπου οι χώρες θα αντιμετωπίσουν πίεση για να μειώσουν τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα με ταχύτερους ρυθμούς.
Η χρηματοδότηση έχει γίνει ‘αγκάθι’ σε αυτές τις συνομιλίες και οι αναπτυσσόμενες οικονομίες λένε ότι δεν μπορούν να αντέξουν οικονομικά τη μείωση της ρύπανσης χωρίς να έχουν στήριξη από τα πλούσια κράτη που είναι υπεύθυνα για το μεγαλύτερο μέρος των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα που υπερθερμαίνουν τον πλανήτη.
«Η τήρηση αυτής της δέσμευσης είναι σημαντική για να ανανεωθεί η εμπιστοσύνη», δήλωσε η Γιάμιντε Ντάγκνετ, διευθύντρια Κλιματικής Δικαιοσύνης στο Open Society Foundations, αν και δήλωσε πως τα 100 δισεκ. δολάρια είναι ένα μικρό μέρος των πραγματικών αναγκών των ευπαθών κρατών.
«Χρειαζόμαστε οι αναπτυγμένες χώρες να παρουσιάσουν αξιόπιστα σχέδια για να εντείνουν τη χρηματοδότηση για το κλίμα», δήλωσε η Ντάγκνετ.
Ο ΟΟΣΑ δεν δίνει στοιχεία για μεμονωμένες χώρες. Ανέφερε ότι δεν είναι σαφές με ποιο τρόπο η βουτιά που σημείωσε η οικονομία λόγω της COVID-19 μπορεί να έπληξε τις συνεισφορές των χωρών, που περιλαμβάνουν κρατικά δάνεια, επιχορηγήσεις και ιδιωτικές επενδύσεις, στην ενεργοποίηση των οποίων συμβάλλουν κρατικοί φορείς.