Ο Τουρισμός της νέας εποχής: Δεδομένα, τάσεις και προκλήσεις έως το 2040

NEWSROOM
Κρήτη, Λουτρό
Βάρκα προσεγγίζει το Λουτρό στον νομό Χανίων / Φωτογραφία: Shutterstock

H Deloitte σε συνεργασία με την Google, εκπόνησε την παγκόσμια μελέτη με τίτλο «NextGen travellers and destinations: our vision on the tourism industry transformation», η οποία αναλύει την πορεία του τουριστικού κλάδου σε παγκόσμιο επίπεδο από το 1995, και παρέχει εκτιμήσεις αναφορικά με την εξέλιξη του μέχρι και το 2040.

Με τη χρήση εξελιγμένων προβλεπτικών μοντέλων και βασισμένη στην ανάλυση δισεκατομμυρίων αναζητήσεων στη Google από 230 χώρες και δεκάδων χιλιάδων σημείων δεδομένων από αξιόπιστες πηγές (π.χ. UNWTO, GapMinder), η μελέτη αναδεικνύει τις τάσεις που διαμορφώνουν το μέλλον του παγκόσμιου τουρισμού, περιγράφει τα αναδυόμενα προφίλ ταξιδιωτών και παρέχει μια σαφή εκτίμηση σχετικά με το μέγεθος της ταξιδιωτικής αγοράς το 2040, τις βασικές αγορές εξερχόμενου τουρισμού και τους κορυφαίους προορισμούς από πλευράς αφίξεων.

Ένα από τα βασικά συμπεράσματα της μελέτης είναι ότι ο τουρισμός θα συνεχίσει να αναπτύσσεται σημαντικά και να αποτελεί βασικό πυλώνα οικονομικής προόδου παγκοσμίως. Από το 1975, η ανάπτυξη του παγκόσμιου τουρισμού υπήρξε ραγδαία, καθώς ο αριθμός των διεθνών αφίξεων διπλασιαζόταν περίπου κάθε 15 χρόνια, φτάνοντας σχεδόν το 1,5 δισεκατομμύριο ταξιδιώτες παγκοσμίως το 2019. Αν και η πανδημία COVID-19 προκάλεσε μία ανεπανάληπτη κρίση στον κλάδο, ο τουρισμός επέδειξε αξιοσημείωτη ανθεκτικότητα διεθνώς, επιτυγχάνοντας το 2023 ανάκαμψη στο 88% των προ-πανδημικών επιπέδων.

Από το 1995 μέχρι και το 2019, όλες οι αγορές εξερχόμενου τουρισμού παρουσίασαν σημαντική ανάπτυξη, με την Ευρώπη να διατηρεί το σημαντικότερο μερίδιο, μειούμενο όμως από 60% σε 47%, και την περιοχή της Ασίας-Ειρηνικού (APAC) να επιτυγχάνει τη μεγαλύτερη ανάπτυξη και αντίστοιχα αύξηση μεριδίου, από 15% το 1995, σε 33% το 2019. Ενώ παραδοσιακές αγορές όπως οι ΗΠΑ, η Γερμανία και το Ηνωμένο Βασίλειο, περίπου διπλασίασαν τον αριθμό των ταξιδιωτών τους την περίοδο 1995-2019, η Κίνα παρουσίασε εκρηκτική ανάπτυξη συνεισφέροντας πλέον των 150 εκατομμυρίων επιπλέον ταξιδιών στο διάστημα αυτό. Από την άλλη πλευρά, μεταξύ 2019 και 2023, ενώ η Ευρώπη και η Βόρεια Αμερική, όχι μόνο έχουν ανακάμψει ως αγορές εξερχόμενου τουρισμού, αλλά έχουν αυξήσει και το μέγεθός τους, η περιοχή Ασίας-Ειρηνικού παραμένει σε σημαντικά χαμηλότερα επίπεδα. Είναι χαρακτηριστικό ότι η Κίνα, από 154,6 εκατομμύρια αναχωρήσεις το 2019, έφτασε μόλις τα 75,8 εκατομμύρια το 2023.

Αντίστοιχα, σε επίπεδο προορισμών, η Ευρώπη ήταν η μεγάλη κερδισμένη της ανάπτυξης αυτής, διατηρώντας μερίδιο αγοράς πλέον του 50%, παρά τους μεγαλύτερους ρυθμούς ανάπτυξης άλλων περιοχών όπως είναι η Μέση Ανατολή, η Άπω Ανατολή, η Νότιος Αμερική και η Αφρική. Στο πλαίσιο αυτό, η Ελλάδα κατάφερε να αναδειχθεί ως ένας από τους κορυφαίους τουριστικούς προορισμούς παγκοσμίως, καταλαμβάνοντας θέση στην πρώτη δεκαπεντάδα το 2019 και στην πρώτη δεκάδα το 2023.

Ο παγκόσμιος τουρισμός το 2040

Σύμφωνα με τη μελέτη, το μέγεθος του παγκόσμιου τουρισμού θα φτάσει το 2040 περίπου τα 2,4 δισεκατομμύρια ταξίδια, αυξημένο κατά σχεδόν 1 δισεκατομμύριο διεθνή ταξίδια σε σχέση με το ιστορικό μέγιστο του 2019. Η ανάπτυξη αυτή εκτιμάται ότι θα έχει ως βασικό μοχλό τη μεγέθυνση της μεσαίας τάξης, κυρίως σε αναδυόμενες αγορές, αλλά και την αύξηση του μέσου ετήσιου αριθμού διεθνών ταξιδιών από τα νοικοκυριά που ανήκουν στη μεσαία τάξη.

Αυτό θα έχει ως αποτέλεσμα την ανάδειξη νέων αγορών εξερχόμενου τουρισμού, όπως είναι η Βραζιλία, το Πακιστάν, η Σαουδική Αραβία, η Ινδονησία, το Μεξικό, και κυρίως η Ινδία. Αντίστοιχα, πολύ σημαντική ανάπτυξη αναμένεται να έχουν τόσο η Κίνα, όσο και οι ΗΠΑ καθώς η μεσαία τάξη των χωρών αυτών θα πραγματοποιεί περισσότερα διεθνή ταξίδια. Οι ώριμες αγορές της Ευρώπης, η Γερμανία, η Γαλλία, το Ηνωμένο Βασίλειο, θα συνεχίσουν να αναπτύσσονται αλλά με σημαντικά χαμηλότερους ρυθμούς. Ως αποτέλεσμα, η πρώτη πεντάδα αγορών εξερχόμενων τουρισμού αναμένεται να αποτελείται από την Κίνα (310 εκατ. από 154,6 εκατ. το 2019), τις ΗΠΑ (260 εκατ. από 99,7 εκατ. το 2019), το Ηνωμένο Βασίλειο (145,0 εκατ. από 91,0 εκατ. το 2019), την Ινδία (145,0 εκατ. από 26,7 εκατ. το 2019) και τη Γερμανία (140,0 εκατ. από 99,5 εκατ. το 2019).

Σε ό,τι αφορά τους προορισμούς, η Αφρική και η Μέση Ανατολή αναμένεται να γνωρίσουν τους μεγαλύτερους ρυθμούς ανάπτυξης, με την Ευρώπη να διατηρεί το μεγαλύτερο μερίδιο αγοράς. Το 45% των ταξιδιωτών παγκοσμίως εκτιμάται ότι θα επισκέπτεται τέσσερις συγκεκριμένους ευρύτερους προορισμούς, τη Μεσόγειο, τη Νοτιοανατολική Ασία, τη Μέση Ανατολή και την Καραϊβική. Η Μεσόγειος συγκεκριμένα αναμένεται να αυξήσει την επισκεψιμότητά της από τα 365 εκατ. το 2019, στα 495 εκατ. το 2040.

Με βάση τα συμπεράσματα της μελέτης, τη μεγαλύτερη ανάπτυξη θα έχουν προορισμοί με μεγάλη δυνατότητα φιλοξενίας ταξιδιωτών, ελκυστικότητα, αλλά και σε σχετικά κοντινή απόσταση από τις βασικές αγορές εξερχόμενου τουρισμού. Η διασπορά αναμένεται να αυξηθεί καθώς το μερίδιο της πρώτης πεντάδας προβλέπεται να πέσει από το 30% το 2019, στο 20% το 2040 και της πρώτης δεκαπεντάδας από το 51% το 2019 στο 46% το 2040. Η Ελλάδα εκτιμάται ότι θα διατηρήσει τη θέση της εντός των 20 πιο δημοφιλών προορισμών παγκοσμίως, συνεχίζοντας την ανάπτυξή της, σε χαμηλότερους ρυθμούς όμως από προορισμούς που έχουν τη δυναμικότητα να υποδεχτούν πολύ περισσότερους ταξιδιώτες.

Τέλος, η μελέτη διακρίνει μία σειρά τάσεων και δυνάμεων που θα διαμορφώσουν τον παγκόσμιο τουριστικό κλάδο τα επόμενα χρόνια, όπως είναι οι εξής:

  • Η εκθετική ανάπτυξη της τεχνολογίας, με την εικονική πραγματικότητα, την τεχνητή νοημοσύνη, τη μετάφραση/διερμηνεία σε πραγματικό χρόνο και τη σύγκλιση της τεχνολογίας με τις βιοεπιστήμες να αποτελούν βασικές εξελίξεις.
  • Η μεταβολή στο προφίλ των ταξιδιωτών, με παράγοντες όπως η γήρανση του πληθυσμού, η έμφαση στην μακροζωία, οι ανισότητες, και η φυλετική, εθνική και σεξουαλική διαφορετικότητα να παίζουν σημαντικό ρόλο.
  • Οι κοινωνικές και πολιτισμικές αλλαγές, όπως εκφράζονται στον τρόπο εργασίας, στις προτιμήσεις των ταξιδιωτών, στους τρόπους και τα μέσα επικοινωνίας, στην έμφαση στη ψυχική υγεία και στην έννοια του ταξιδιού για κάποιο βαθύτερο σκοπό.
  • Η κλιματική αλλαγή και γενικότερα το ζήτημα της βιωσιμότητας, που θέτουν πίεση στον κλάδο - καθώς αυτός παράγει περίπου το 8% των εκπομπών άνθρακα παγκοσμίως και επιβαρύνει σημαντικά τους προορισμούς και τις τοπικές κοινωνίες - αλλά παράλληλα αποτελούν σημαντική ευκαιρία για διαφοροποίηση και ανταγωνιστικό πλεονέκτημα.
  • Τις γεωπολιτικές εξελίξεις, οι οποίες αν και δύσκολο να προβλεφθούν, τη στιγμή αυτή δείχνουν μία πορεία ανάσχεσης της παγκοσμιοποίησης, αύξησης του προστατευτισμού και του εθνικισμού, ενίσχυσης της πολιτικής και κοινωνικής ριζοσπαστικοποίησης και του εξτρεμισμού, αύξησης των συγκρούσεων και ανάδειξης νέων κινδύνων, όπως είναι το κυβερνοέγκλημα.
  • Οι αλλαγές στο επιχειρηματικό περιβάλλον και στον τρόπο λειτουργίας των επιχειρήσεων του κλάδου, με βασικό ζήτημα την έλλειψη προσωπικού και ταλέντου, αλλά και την ανάδειξη νέων επιχειρηματικών μοντέλων.

Ο κ. Βασίλης Καφάτος,  Partner, Growth Leader, Transportation, Hospitality and Services Sector Leader δήλωσε σχετικά: «Ο τουρισμός αποτελεί πυλώνα της παγκόσμιας οικονομίας, προσαρμοζόμενος κάθε φορά σε νέες τάσεις, ευκαιρίες και προκλήσεις. Μέσα από την μελέτη της Deloitte και της Google αναλύονται η διαχρονική εξέλιξη του τουριστικού κλάδου σε παγκόσμιο επίπεδο, καθώς και οι προοπτικές ανάπτυξης για το μέλλον. Παράλληλα, αναγνωρίζονται οι καθοριστικοί παράγοντες που αναμένεται να επηρεάσουν τον κλάδο τόσο σε διεθνές όσο και σε τοπικό επίπεδο, όπως η ανάπτυξη εκθετικών τεχνολογιών, οι διαρκώς μεταβαλλόμενες ταξιδιωτικές προτιμήσεις, η κλιματική αλλαγή καθώς και οι οικονομικές και γεωπολιτικές εξελίξεις, που ωθούν τις επιχειρήσεις να επενδύσουν στο μετασχηματισμό τους και στη βιώσιμη ανάπτυξη».

Ο κ. Θοδωρής Παπακωνσταντίνου, Partner, Strategy & Transactions, Transportation, Hospitality and Services Deputy Sector Leader δήλωσε σχετικά: «Η μελέτη αναδεικνύει σημαντικές ευκαιρίες, αλλά και προκλήσεις για την Ελλάδα ως τουριστικό προορισμό. Γίνεται εμφανής η ανάγκη συνέχισης και ενίσχυσης στρατηγικών και πολιτικών που θα εστιάζουν στη στόχευση νέων αναπτυσσόμενων αγορών εξερχόμενου τουρισμού, όπως και στην αύξηση της δυνατότητας της Ελλάδας να υποδεχτεί μεγαλύτερο αριθμό επισκεπτών, καθώς και ποιοτικότερο τουρισμό μέσω της μείωσης της εποχικότητας και της γεωγραφικής υπερσυγκέντρωσης. Επίσης, θα πρέπει να δοθεί έμφαση στην ανάπτυξη νέων εμπειριών και προσωποποιημένης εξυπηρέτησης του ταξιδιώτη, στην αξιοποίηση της τεχνολογίας και των ψηφιακών μέσων επικοινωνίας και καναλιών, στη βιωσιμότητα ως μοχλό ανάπτυξης ανταγωνιστικού πλεονεκτήματος και στην ενίσχυση του αισθήματος ασφάλειας για τους ταξιδιώτες, μέσω ολοκληρωμένων πρωτοκόλλων και πλάνων διαχείρισης κρίσεων.

ΣΧΕΤΙΚΑ