Κυβέρνηση και τράπεζες μαζί μπροστά στους Θεσμούς

NEWSROOM
Κυβέρνηση και τράπεζες μαζί μπροστά στους Θεσμούς

Σε μια κρίσιμη τηλεδιάσκεψη, σήμερα στις 17.00, κυβέρνηση και τράπεζες ενώνουν τις δυνάμεις τους για να πείσουν τους Θεσμούς των Ευρωπαίων δανειστών και, πρωτίστως, την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα να «ανάψουν πράσινο» στο νέο σχέδιο για την προστασία της πρώτης κατοικίας, ώστε να κατατεθεί τις επόμενες ημέρες στη Βουλή.

Στην τηλεδιάσκεψη, η κυβέρνηση θα εκπροσωπηθεί από τον υφυπουργό παρά τω πρωθυπουργό, Δημήτριο Λιάκο, και η Ελληνική Ένωση Τραπεζών από τον Θεόδωρο Καλαντώνη και την Χαρίκλεια Απαλαγάκη. Αρμόδια στελέχη της Κομισιόν και της ΕΚΤ, από την άλλη πλευρά, θα ζητήσουν διευκρινίσεις για όλες τις αλλαγές που έγιναν, την Τετάρτη, στο κυβερνητικό σχέδιο για την προστασία της πρώτης κατοικίας.

Τραπεζικά στελέχη σημειώνουν ότι είναι η πρώτη φορά που η ελληνική πλευρά εκπροσωπείται σε μια διαπραγμάτευση με τους Θεσμούς από κοινή ομάδα στελεχών κυβέρνησης και τραπεζικού τομέα, κάτι που καταδεικνύει όχι μόνο την κρισιμότητα των συζητήσεων, αλλά και τη σύγκλιση που έχει σημειωθεί το τελευταίο διάστημα μεταξύ κυβέρνησης και τραπεζών στο θέμα της προστασίας της πρώτης κατοικίας, παρότι αρχικά υπήρχαν αρκετές και σοβαρές διαφωνίες.

Σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις, παρότι και η Κομισιόν διατύπωσε στη νέα της έκθεση αυστηρές επισημάνσεις για το αρχικό σχέδιο που είχε σταλεί στις Βρυξέλλες και στην Φρανκφούρτη, το σημαντικότερο σήμερα είναι να πεισθούν τα στελέχη της ΕΚΤ ότι πρόκειται για ένα σχέδιο που δεν θα δημιουργήσει νέους κινδύνους για το τραπεζικό σύστημα, καθώς η κεντρική τράπεζα θα πρέπει να εκδώσει, τις αμέσως επόμενες ημέρες, τη νέα γνωμοδότησή της, χωρίς να διατυπώνει νέες και σοβαρές ενστάσεις.

Σε κάθε περίπτωση, το νομοσχέδιο δεν θα κατατεθεί στη Βουλή πριν εκδοθεί η γνωμοδότηση, κάτι που σημαίνει ότι θα υπάρξει μια καθυστέρηση τουλάχιστον ως τα τέλη της επόμενης εβδομάδας.

Υπενθυμίζεται ότι η έκθεση της ΕΚΤ επί του αρχικού σχεδίου, που δημοσιοποιήθηκε χθες, ήταν σαφώς αρνητική και ισοδυναμεί με «βέτο» από την κεντρική τράπεζα.

Στην γνωμοδότηση για το αρχικό νομοσχέδιο, σημειώνονταν, μεταξύ πολλών άλλων, ότι: «το σχέδιο νόμου μπορεί να έχει αρνητικές επιπτώσεις στα πιστωτικά ιδρύματα, ιδίως όσον αφορά την κεφαλαιακή επάρκεια, τις ανάγκες σχηματισμού προβλέψεων και την ποιότητα των στοιχείων του ενεργητικού τους, καθώς αυτά ενδέχεται να υποχρεωθούν σε προσαρμογές των όρων αποτίμησης των δανειακών τους χαρτοφυλακίων. Κάτι τέτοιο θα μπορούσε να έχει σημαντικό αντίκτυπο στα επίπεδα προβλέψεων και στο κεφάλαιο των πιστωτικών ιδρυμάτων λόγω της αβεβαιότητας που το σχέδιο νόμου εισάγει ενδεικτικά σε ό,τι αφορά τον αριθμό των προσώπων που εν τέλει θα υποβάλουν αίτηση υπαγωγής στις διατάξεις του, το ποσό της οφειλής που θα συμπεριληφθεί, το ύψος των περικοπών (haircuts) που θα εφαρμοστούν και την αποτίμηση που η εισαγωγή του ενδέχεται να καταστήσει αναγκαία για εποπτικούς και λογιστικούς σκοπούς».

Επίσης η ΕΚΤ έθετε το ζήτημα των τιτλοποιήσεων «ενδέχεται ακόμη να έχει δυσμενείς επιπτώσεις στις πωλήσεις δανείων και στις τιτλοποιήσεις», ζήτημα εξαιρετικά κρίσιμο για την επίτευξη των στόχων μείωσης των μη εξυπηρετούμενων δανείων. Ένας κακός νόμος θα προκαλούσε πίεση στις τιμές των τιτλοποιήσεων με αποτέλεσμα οι τράπεζες να υποστούν μεγάλες ζημιές από τις τιτλοποιήσεις για την πώληση προβληματικών δανείων.

«Η ικανότητα αποτελεσματικής διαχείρισης του πιστωτικού κινδύνου από τα πιστωτικά ιδρύματα εξαρτάται από την ύπαρξη ενός αξιόπιστου, προβλέψιμου και σταθερού νομικού πλαισίου το οποίο εξισορροπεί επαρκώς τα συμφέροντα πιστωτών και οφειλετών», υπογραμμίζει η ΕΚΤ προσθέτοντάς ότι αυτό δεν επιτυγχάνεται με το νομοσχέδιο για την α’ κατοικίας. «Το σχέδιο νόμου ενδέχεται να έχει σημαντικό αντίκτυπο στα πιστωτικά ιδρύματα και επιπτώσεις στη χρηματοπιστωτική σταθερότητα λόγω της ευρύτητας του πεδίου εφαρμογής του όσον αφορά τα είδη των επιλέξιμων οφειλών (συμπεριλαμβανομένων των επιχειρηματικών)».

Τέλος, η ΕΚΤ έθεσε το ζήτημα του ηθικού κινδύνου κάτι που την απασχολεί ιδιαίτερα «το σχέδιο νόμου εγείρει κινδύνους επιδείνωσης της νοοτροπίας των πληρωμών, ηθικούς κινδύνους και κινδύνους καταστρατήγησης του νέου πλαισίου από πρόσωπα που στρατηγικά αθετούν τις υποχρεώσεις εξυπηρέτησης των οφειλών τους (εφεξής οι «στρατηγικοί κακοπληρωτές»). παράγραφο 3.4. Συνεπώς, στο μέλλον το σχέδιο νόμου μπορεί να επηρεάσει δυσμενώς τη χορήγηση πιστώσεων και την τιμολόγηση των ενυπόθηκων δανείων». «Η αυτοδίκαιη αναστολή των μέτρων αναγκαστικής εκτέλεσης που αρχίζει από την κοινοποίηση της αίτησης στους πιστωτές μέσω της πλατφόρμας και μπορεί να παραταθεί μέχρι και την έκδοση οριστικής δικαστικής απόφασης θα μπορούσε να ενθαρρύνει τους στρατηγικούς κακοπληρωτές να υποβάλλουν αίτηση ακόμη και όταν δεν είναι επιλέξιμοι, ιδίως από τη στιγμή που οι δικαστικές διαδικασίες είναι χρονοβόρες».

ΣΧΕΤΙΚΑ