Α' κατοικία: Περιμένοντας το πράσινο φως από τους δανειστές

Economista
ECONOMISTA
Α' κατοικία: Περιμένοντας το πράσινο φως από τους δανειστές
Φωτο: Shutterstock

Την έγκριση του νομοσχεδίου για την προστασία της α’ κατοικίας από τους θεσμούς, και ειδικά την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, που ως εποπτική αρχή έχει βαρύνουσα σημασία, αναμένει η κυβέρνηση προκειμένου να προχωρήσει στην κατάθεση στη Βουλή και την ψήφιση του νέου πλαισίου. Σημειώνεται ότι πρόκειται για βασικό προαπαιτούμενο για την ολοκλήρωση με επιτυχία της αξιολόγησης και την αποδέσμευση συνολικού ποσού περίπου 1 δις. ευρώ.

Το νομοσχέδιο που ουσιαστικά ξαναγράφηκε την περασμένη Τετάρτη, κατά την πολύωρη σύσκεψη εργασίας μεταξύ εκπροσώπων της Κυβέρνησης και της Ελληνικής Ένωσης Τραπεζών, έχει προσαρμοστεί σε όσα επισήμανε στην γνωμοδότησή της η ΕΚΤ, αλλά και σε επιστολή που έλαβε η κυβέρνηση από τους δανειστές και η οποία έθετε σειρά ζητημάτων για την επάρκεια του νόμου. Τα προβληματικά σημεία που επισήμαναν οι δανειστές ξεπερνούσαν τα 10 και ήταν ιδιαίτερα απορριπτικά για το νομοσχέδιο που είχε αποστείλει η κυβέρνηση. Επίσης εξαιρετικά αρνητική ήταν και η Κομισιόν στην έκθεση για την ελληνική οικονομία που δημοσιεύτηκε επίσης της περασμένη Τετάρτη.

Σύμφωνα με στελέχη τραπεζών μετά την συνάντηση της περασμένης Τετάρτης, και την προσαρμογή του πλαισίου έχουν απαντηθεί τα περισσότερα και σημαντικότερα από τα σημεία που έθεταν οι θεσμοί ωστόσο ορισμένα, όπως η διεύρυνση της περιμέτρου με τη συμμετοχή και επιχειρηματικών δανείων σε σχέση με τον νόμο Κατσέλη, εξακολουθούν να παραμένουν εκτός του πλαισίου και υπάρχει πιθανότητα να υπάρξει αντίδραση και στο αναθεωρημένο νομοσχέδιο.

Επιτελικά στελέχη τραπεζών, μιλώντας στο economistas.gr, εκφράζουν την αισιοδοξία τους ότι το νέο αναθεωρημένο νομοσχέδιο θα εξασφαλίσει το «πράσινο φως» της ΕΚΤ καθώς περιλαμβάνει σημαντικές δικλείδες ασφαλείας που αποτρέπουν την κατάχρηση του πλαισίου από στρατηγικούς κακοπληρωτές και επιτρέπει της τράπεζες να προχωρήσουν με ταχύτητα στην υλοποίηση του σχεδιασμού τους. Σημαντικό για την κυβέρνηση είναι ότι το αναθεωρημένο σχέδιο θα έχει την υποστηρίξει των τραπεζών οι οποίες θα παρουσιάσουν στους θεσμούς, και ειδικά στην ΕΚΤ, σημείο – σημείο το νομοσχέδιο, πως διασφαλίζεται η υγεία των ισολογισμών και πως θα συμβάλει στην υλοποίηση του σχεδιασμού των τραπεζών για την μείωση του αποθέματος των «κόκκινων» δανείων σύμφωνα με την στοχοθεσία και τις δεσμεύσεις που έχουν αναλάβει προς την ΕΚΤ.

Σημειώνεται ότι κατά την χθεσινή συνεδρίαση η αντίδραση της αγοράς ήταν εξαιρετικά θετική με τον δείκτη των τραπεζών να κλείνει με κέρδη σχεδόν 10%.

Η γνωμοδότηση της ΕΚΤ

Στην γνωμοδότηση της ΤτΕ για το αρχικό νομοσχεδίου που απορρίφθηκε με συνοπτικές διαδικασίες, σημειώνονταν, μεταξύ πολλών άλλων, ότι: «το σχέδιο νόμου μπορεί να έχει αρνητικές επιπτώσεις στα πιστωτικά ιδρύματα, ιδίως όσον αφορά την κεφαλαιακή επάρκεια, τις ανάγκες σχηματισμού προβλέψεων και την ποιότητα των στοιχείων του ενεργητικού τους, καθώς αυτά ενδέχεται να υποχρεωθούν σε προσαρμογές των όρων αποτίμησης των δανειακών τους χαρτοφυλακίων. Κάτι τέτοιο θα μπορούσε να έχει σημαντικό αντίκτυπο στα επίπεδα προβλέψεων και στο κεφάλαιο των πιστωτικών ιδρυμάτων λόγω της αβεβαιότητας που το σχέδιο νόμου εισάγει ενδεικτικά σε ό,τι αφορά τον αριθμό των προσώπων που εν τέλει θα υποβάλουν αίτηση υπαγωγής στις διατάξεις του, το ποσό της οφειλής που θα συμπεριληφθεί, το ύψος των περικοπών (haircuts) που θα εφαρμοστούν και την αποτίμηση που η εισαγωγή του ενδέχεται να καταστήσει αναγκαία για εποπτικούς και λογιστικούς σκοπούς».

Επίσης η ΕΚΤ έθετε το ζήτημα των τιτλοποιήσεων «ενδέχεται ακόμη να έχει δυσμενείς επιπτώσεις στις πωλήσεις δανείων και στις τιτλοποιήσεις», ζήτημα εξαιρετικά κρίσιμο για την επίτευξη των στόχων μείωσης των μη εξυπηρετούμενων δανείων. Ένας κακός νόμος θα προκαλούσε πίεση στις τιμές των τιτλοποιήσεων με αποτέλεσμα οι τράπεζες να υποστούν μεγάλες ζημιές από τις τιτλοποιήσεις για την πώληση προβληματικών δανείων.

«Η ικανότητα αποτελεσματικής διαχείρισης του πιστωτικού κινδύνου από τα πιστωτικά ιδρύματα εξαρτάται από την ύπαρξη ενός αξιόπιστου, προβλέψιμου και σταθερού νομικού πλαισίου το οποίο εξισορροπεί επαρκώς τα συμφέροντα πιστωτών και οφειλετών», υπογραμμίζει η ΕΚΤ προσθέτοντάς ότι αυτό δεν επιτυγχάνεται με το νομοσχέδιο για την α’ κατοικίας. «Το σχέδιο νόμου ενδέχεται να έχει σημαντικό αντίκτυπο στα πιστωτικά ιδρύματα και επιπτώσεις στη χρηματοπιστωτική σταθερότητα λόγω της ευρύτητας του πεδίου εφαρμογής του όσον αφορά τα είδη των επιλέξιμων οφειλών (συμπεριλαμβανομένων των επιχειρηματικών)».

Τέλος, η ΕΚΤ έθεσε το ζήτημα του ηθικού κινδύνου κάτι που την απασχολεί ιδιαίτερα «το σχέδιο νόμου εγείρει κινδύνους επιδείνωσης της νοοτροπίας των πληρωμών, ηθικούς κινδύνους και κινδύνους καταστρατήγησης του νέου πλαισίου από πρόσωπα που στρατηγικά αθετούν τις υποχρεώσεις εξυπηρέτησης των οφειλών τους (εφεξής οι «στρατηγικοί κακοπληρωτές»). παράγραφο 3.4. Συνεπώς, στο μέλλον το σχέδιο νόμου μπορεί να επηρεάσει δυσμενώς τη χορήγηση πιστώσεων και την τιμολόγηση των ενυπόθηκων δανείων». «Η αυτοδίκαιη αναστολή των μέτρων αναγκαστικής εκτέλεσης που αρχίζει από την κοινοποίηση της αίτησης στους πιστωτές μέσω της πλατφόρμας και μπορεί να παραταθεί μέχρι και την έκδοση οριστικής δικαστικής απόφασης θα μπορούσε να ενθαρρύνει τους στρατηγικούς κακοπληρωτές να υποβάλλουν αίτηση ακόμη και όταν δεν είναι επιλέξιμοι, ιδίως από τη στιγμή που οι δικαστικές διαδικασίες είναι χρονοβόρες».

ΣΧΕΤΙΚΑ