Κάνουμε... πρωταθλητισμό σε περιβαλλοντικούς φόρους!
Τη δεύτερη υψηλότερη επίδοση σε περιβαλλοντικούς φόρους στο σύνολο της Ευρωπαϊκής Ένωσης σημείωσε η Ελλάδα κι όπως θα μπορούσε να φανταστεί κάποιος που γνωρίζει καλύτερα την ελληνική πραγματικότητα, αυτό δεν οφείλεται σε κάποια όψιμη… ευαισθησία σε θέματα προστασίας περιβάλλοντος, αλλά στην εκτίναξη των φόρων στα καύσιμα.
Η μελέτη της Eurostat δείχνει ότι στο σύνολο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, οι αποκαλούμενοι περιβαλλοντικοί φόροι αντιστοιχούν στο 6,1% του συνόλου των εσόδων από φόρους και ασφαλιστικές εισφορές. Ωστόσο, υπάρχει μια ομάδα χωρών, όπου αυτοί οι φόροι ξεπερνούν το 9% και όπως πολύ ορθά θα μπορούσε να μαντέψει κανείς, μέσα σε αυτές τις χώρες συμπεριλαμβάνεται η Ελλάδα.
Στο υψηλότερο σκαλί βρίσκεται η Λετονία με 11,2% κι ακολουθεί η Ελλάδα με 10,21%, πηγαίνοντας χέρι- χέρι με τη Σλοβενία (10,2%), ενώ η ομάδα- φωτιά, συμπληρώνεται από Κροατία και Βουλγαρία με 9,1%. Όπως προκύπτει από την «ακτινογραφία» αυτών των φόρων, το 77% υπολογίζεται ότι προέρχεται από τους φόρους στην ενέργεια και η Ελλάδα φρόντισε να το κάνει αυτό απολύτως σαφές, ειδικά τα τελευταία χρόνια.
Το 2008, μπαίνοντας στο τούνελ της κρίσης, οι φόροι στην ενέργεια αντιστοιχούσαν στο 3,95%. Η τελευταία μέτρηση (2017) τους ανεβάζει στο ασύλληπτο 8,16%, δηλαδή σε υπερδιπλάσια επίπεδα! Το… κερασάκι στην τούρτα είναι η αποτύπωση αυτών των αρνητικών επιδόσεων σε ευρώ, καθώς το 2008 τα έσοδα από τους φόρους στην ενέργεια ήταν κάτι παραπάνω από 3 δις ευρώ, αλλά πλέον ξεπερνούν τα 5,7 δις ευρώ, κάνοντας, μάλιστα, ένα άλμα περίπου 450 εκατ. Ευρώ μέσα σε ένα χρόνο, μετά από το «κύμα» αυξήσεων των ΕΦΚ σε βενζίνες και πετρέλαιο.
Το δυστύχημα είναι ότι δεν θα πρέπει να αναμένεται βελτίωση της κατάστασης, καθώς οι αποκαλούμενοι περιβαλλοντικοί φόροι αποτελούν έναν από τους δείκτες για τη μέτρηση από τον ΟΗΕ της Βιώσιμης Ανάπτυξης και της Επάρκειας των Πηγών. Έτσι, με στόχο- υποτίθεται- την προστασία του περιβάλλοντος και των φυσικών πηγών, η σύσταση τα κράτη- μέλη είναι να πιέσουν αυτούς τους φόρους στα επίπεδα του 10%, εκεί δηλαδή που βρίσκεται ήδη η Ελλάδα, αλλά για λόγους σαφώς μη περιβαλλοντικούς.
Το παρήγορο είναι ότι παρατηρείται έντονη κινητικότητα στο πεδίο των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας, με δεδομένο ότι ως το 2030, η συμμετοχή των ΑΠΕ στην παραγωγή ενέργειας θα πρέπει να φτάσει στο 32%.