Η «ακτινογραφία» του ΟΟΣΑ για τους φόρους στην Ελλάδα
Τα καλά νέα είναι ότι μετά από χρόνια, τα φορολογικά έσοδα ως ποσοστό του ΑΕΠ μειώθηκαν και στην Ελλάδα. Σύμφωνα με την ετήσια Έκθεση του ΟΟΣΑ για τις τάσεις των φόρων στα κράτη- μέλη του, το 2023 εκτιμάται ότι διαμορφώθηκαν στο 39,8% του ΑΕΠ, μετά από ένα ανοδικό σερί που “φούντωσε” κυρίως στην περίοδο των Μνημονίων.
Σημειωτέον, ο μέσος όρος στις χώρες του ΟΟΣΑ είναι 6 μονάδες χαμηλότερα, στο 33,9%, δηλαδή όσο ήταν στην Ελλάδα μπαίνοντας στη δημοσιονομική κρίση.
Τα κακά νέα είναι ότι ακόμα κι έτσι, παρά το τέλος του ανοδικού κύκλου, η Ελλάδα παραμένει μεταξύ των χωρών, οι οποίες σε σύγκριση με το 2010 καταγράφουν από τις μεγαλύτερες αυξήσεις στην αναλογία φόρων προς το ΑΕΠ. Τα ακόμα πιο κακά νέα είναι ότι το μεγαλύτερο μέρος αυτών των εσόδων- επί της ουσίας τα 4 στα 10 ευρώ- δεν προέρχονται ούτε από τη φορολόγηση του μεγάλου πλούτου, ούτε από τη δικαιότερη φορολόγηση των πολυεθνικών εταιριών, αλλά από τους φόρους στην κατανάλωση.
Οι φόροι στην κατανάλωση
Σύμφωνα με τις μετρήσεις του ΟΟΣΑ, το 2023 τα φορολογικά έσοδα από αγαθά και υπηρεσίες ανήλθαν στο 40,1% του συνόλου των εσόδων στην Ελλάδα. Στην Ευρώπη, είναι το τρίτο υψηλότερο ποσοστό μετά τη Λετονία (42%) και την Ουγγαρία (45,7%). Αν και καταγράφεται βελτίωση σε σχέση με το 43,3% του 2022, αφενός απέχει πολύ από το μέσο όρο του ΟΟΣΑ (31,5% το 2022), αφετέρου αναδεικνύονται οι επιβαρύνσεις ειδικά των πιο αδύναμων νοικοκυριών στη διετία των θυελλωδών ανατιμήσεων.
Αυτό που έχει ακόμα μεγαλύτερο ενδιαφέρον είναι ότι αν και οι περισσότεροι θεωρούν ως... ρίζα του κακού τον ΦΠΑ, τα στοιχεία δείχνουν ότι οι όντως υψηλοί συντελεστές του κάνουν τη... μισή ζημιά. Ειδικότερα, το 2022, τα έσοδα του ΦΠΑ αντιστοιχούσαν στο 21,9% των φορολογικών εσόδων, απέχοντας ελάχιστα από τον μέσο όρο του ΟΟΣΑ (20,8%), ενώ μπορεί να βρει κανείς υψηλότερες επιβαρύνσεις και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες π.χ. στην Πορτογαλία (26%). Το πρόβλημα είναι οι υπόλοιποι φόροι στην κατανάλωση, κυρίως οι ΕΦΚ, που αντιστοιχούν στο 21,4% των φορολογικών εσόδων, δηλαδή σε υπερδιπλάσιο ποσοστό του μέσου όρου του ΟΟΣΑ (10,8%)!
Όσον αφορά στο κύριο θέμα της φετινής Έκθεσης του ΟΟΣΑ, που είναι οι φόροι Υγείας, δηλαδή οι φόροι σε καπνικά, οινοπνευματώδη και αναψυκτικά με ζάχαρη, αν και για την Ελλάδα δεν υπάρχουν αναλυτικά στοιχεία, από τους γενικούς δείκτες προκύπτει η χώρα μας βρίσκεται στην 3η θέση, με ποσοστό κοντά στο 1,4% του ΑΕΠ, πρωτίστως λόγω των υψηλών Ειδικών Φόρων Κατανάλωσης σε τσιγάρα, καπνό και υγρά άτμισης.
Η «ακτινογραφία» του ΟΟΣΑ
Ο μέσος όρος του ΟΟΣΑ για τον λόγο φόρων προς ΑΕΠ ήταν υψηλότερος το 2023 από ό,τι το 2010, όταν ήταν 31,5%. Ο λόγος φόρων προς ΑΕΠ αυξήθηκε σε 29 χώρες κατά την περίοδο αυτή. Οι μεγαλύτερες αυξήσεις παρατηρήθηκαν στην Ιαπωνία (8,2 π.μ.), τη Σλοβακική Δημοκρατία (7,6%) και την Ελλάδα (7,5 π.μ.). Αυξήσεις άνω των 5 π.μ. παρατηρήθηκαν επίσης στην Κορέα, την Ισπανία, το Μεξικό, την Πορτογαλία και το Λουξεμβούργο.
Στις υπόλοιπες εννέα χώρες, ο λόγος φόρων προς ΑΕΠ μειώθηκε μεταξύ 2010 και 2023. Η μεγαλύτερη μείωση σημειώθηκε στην Ιρλανδία, από 27,7% το 2010 σε 21,9% το 2023, κυρίως λόγω της εξαιρετικής αύξησης του ΑΕΠ το 2015. Η αμέσως μεγαλύτερη πτώση σημειώθηκε στην Ουγγαρία (2,6 π.μ.).
Ο δείκτης φόρων προς το ΑΕΠ στο σύνολο του ΟΟΣΑ (μη σταθμισμένος μέσος όρος) ήταν 34% το 2022, αμετάβλητος από το 2021. Σε σχέση με το 2021, ο λόγος φόρων προς ΑΕΠ αυξήθηκε σε 21 χώρες και μειώθηκε σε 17. Οι μεγαλύτερες αυξήσεις του λόγου φόρων προς ΑΕΠ σημειώθηκαν στην Κορέα (2,2 π.μ.) και τη Νορβηγία (2,1 π.μ.). Χιλή, Ουγγαρία, το Ηνωμένο Βασίλειο και η Ελλάδα ήταν οι μόνες άλλες χώρες όπου η αύξηση ξεπέρασε τη 1 π.μ. Οι μεγαλύτερες μειώσεις σημειώθηκαν στη Δανία (5,3 π.μ.) και την Πολωνία (2,3 π.μ.).
Εννέα χώρες του ΟΟΣΑ (Χιλή, Ελλάδα, Ουγγαρία, Ισραήλ, Λιθουανία, Λουξεμβούργο, Πολωνία, Σλοβενία και η Ελβετία) συγκέντρωσαν περισσότερα έσοδα από τις εισφορές κοινωνικής ασφάλισης των εργαζομένων, ενώ οι υπόλοιπες εισέπραξαν περισσότερα από τις εργοδοτικές εισφορές κοινωνικής ασφάλισης.
Το υψηλότερο μερίδιο των εισφορών κοινωνικής ασφάλισης των εργαζομένων ήταν στη Λιθουανία, με 23,8% του συνολικού φόρου των φορολογικών εσόδων. Οι εισφορές κοινωνικής ασφάλισης των εργαζομένων ανήλθαν επίσης σε ποσοστό άνω του 15% των συνολικών εσόδων στη Γερμανία, την Ελλάδα, την Ουγγαρία, την Ιαπωνία, την Πολωνία και τη Σλοβενία.