Προϋπολογισμός 2025: Ανάπτυξη 2,2% φέτος και 2,3% το 2025 -Χατζηδάκης: Με δημοσιονομική σύνεση και ανάπτυξη ανεβάζουμε την Ελλάδα ψηλότερα

NEWSROOM
Το στικάκι με τον Κρατικό Προϋπολογισμό του 2025
Το στικάκι με τον Κρατικό Προϋπολογισμό του 2025 / φωτογραφία INTIME NEWS

Ο Υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, Κωστής Χατζηδάκης, συνοδευόμενος από τον Υφυπουργό Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, Αθανάσιο Πετραλιά, κατέθεσε σήμερα στη Βουλή τον Κρατικό Προϋπολογισμό για το 2025.

Για το θέμα ο κ. Χατζηδάκης έκανε την ακόλουθη δήλωση: «Ο Προϋπολογισμός του 2025 αποτυπώνει ότι στην Ελλάδα συνδυάζονται αρμονικά η δημοσιονομική σύνεση με την ανάπτυξη.

Από τη μια πλευρά, στον Κρατικό Προϋπολογισμό καταγράφεται ότι η Ελλάδα το 2025 θα έχει το τέταρτο υψηλότερο πρωτογενές πλεόνασμα σε ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ένωση, ένα συνολικό έλλειμμα που θα αγγίξει το μηδέν και τους ταχύτερους ρυθμούς μείωσης του δημόσιου χρέους στο σύνολο των 27 κρατών – μελών της ΕΕ.

Με χαμηλότερους φόρους έχουμε περισσότερα έσοδα. Αυτό οφείλεται στον συνδυασμό της ανάπτυξης -καθώς στην πατρίδα μας έχουμε πολύ σημαντικότερη ανάπτυξη από τον μέσο όρο της ευρωζώνης – και στις πρωτοβουλίες περιορισμού της φοροδιαφυγής που έχουν πια χειροπιαστά αποτελέσματα.

Συνεχίζουμε παράλληλα τη φιλοεπενδυτική μας πολιτική. Οι επενδύσεις και οι εξαγωγές θα αυξηθούν το 2025. Το ίδιο ισχύει και για τις δημόσιες επενδύσεις, οι οποίες έχουν υπερδιπλασιαστεί το 2024 σε σχέση με το 2019 και θα αυξηθούν ακόμη πιο πολύ την επόμενη χρονιά. Η ανεργία θα πέσει στα προ κρίσης επίπεδα.

Υπογραμμίζω ακόμη ότι σε σχέση με το 2019 το 2025 οι δαπάνες για την Υγεία θα έχουν αυξηθεί κατά 74% ενώ οι δαπάνες για την Άμυνα κατά 73% υπογραμμίζοντας και τις σχετικές προτεραιότητες της Κυβέρνησης. Παράλληλα, οι δαπάνες για την προστασία του περιβάλλοντος σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια αυξάνονται σημαντικά στον Προϋπολογισμό του 2025 διότι είναι θέμα απόλυτης προτεραιότητας για την Κυβέρνηση η προστασία του φυσικού μας πλούτου, καθώς και την προστασία από τις συνέπειες της κλιματικής αλλαγής.

Με λίγα λόγια, ο Προϋπολογισμός του 2025 είναι ένας Προϋπολογισμός, ο οποίος συνδυάζοντας τη δημοσιονομική σοβαρότητα με την οικονομική ανάπτυξη απαντά σε εθνικές και κοινωνικές προτεραιότητες, επουλώνει τις πληγές της κρίσης της περασμένης δεκαετίας και συντελεί στο να ανέβει η πατρίδα μας ακόμα ψηλότερα!»

Ο Υφυπουργός κ. Πετραλιάς έκανε την ακόλουθη δήλωση: «Πριν από λίγη ώρα κατατέθηκε στη Βουλή των Ελλήνων ο Προϋπολογισμός του 2025. Θα ήθελα να αναφέρω ότι - καθώς είναι μεγάλη τιμή για εμένα, είναι ο 6ος Προϋπολογισμός που συμμετέχω στη συγγραφή – ο Προϋπολογισμός του 2025 δεν έχει καμία σχέση με του 2019 ή του 2020, καθώς βρίσκει μια χώρα ανεξάρτητη, χωρίς εποπτεία - χωρίς αυτό να σημαίνει χωρίς στόχους - μια χώρα που έχει λάβει την επενδυτική βαθμίδα, με υγιή δημόσια οικονομικά, πολύ μικρότερο χρέος και - αν θέλετε - μια χώρα πολύ μεγαλύτερη καθώς το ΑΕΠ το 2025 θα έχει αυξηθεί κατά 62 δισ. ή 34% σε σχέση με το 2019.

Ο ρυθμός ανάπτυξης όπως και στο προσχέδιο του Προϋπολογισμού αναμένεται να ανέλθει σε 2,2% φέτος και 2,3% το 2025 και το πρωτογενές πλεόνασμα να διαμορφωθεί σε 2,5% φέτος και 2,4% του ΑΕΠ του χρόνου.

Ο Προϋπολογισμός του 2025 περιλαμβάνεται το σύνολο των παρεμβάσεων που έχουν ανακοινωθεί, συμπεριλαμβανομένων όσων παρουσιάστηκαν στη Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης και μετέπειτα. Τα νέα μόνιμα δημοσιονομικά μέτρα επιφέρουν επιπλέον δημοσιονομικό κόστος το 2025 σε σχέση με το 2024, περίπου 1,1 δισ. ευρώ και εστιάζουν στη στήριξη του διαθέσιμου εισοδήματος, στην ενίσχυση των επενδύσεων και της καινοτομίας, στην αντιμετώπιση του δημογραφικού και του στεγαστικού ζητήματος καθώς και στην αντιμετώπιση των προκλήσεων της κλιματικής αλλαγής.
Η υπολογιζόμενη αύξηση του δείκτη πρωτογενών δαπανών το 2025 ανέρχεται σε 3,6% με στόχο που γνωρίζετε από το Μεσοπρόθεσμο να είναι 3,7%.

Σε αυτά τα πλαίσια το χρέος αναμένεται να μειωθεί από 163,9% το 2023, σε 154% το 2024 και περεταίρω σε 147,5% το 2025. Δηλαδή κατά 10 και 6,5 μονάδες αντίστοιχα το 2024 και 2025.

Τέλος, παρόλες τις εξωτερικές αναταράξεις από τις γεωπολιτικές εξελίξεις, η ελληνική οικονομία παρουσιάζεται δυνατή και ανθεκτική. Μέλημά μας είναι να κρατήσουμε τη χώρα σε αυτή τη σταθερή και θετική πορεία, η οποία είναι η μόνη βάση που μας δίνει τη δυνατότητα να βελτιώνουμε το πραγματικό εισόδημα των πολιτών».

Κυριότερα σημεία του κρατικού προϋπολογισμού 2025

Την τελευταία τριετία η παγκόσμια οικονομία αντιμετώπισε αλλεπάλληλες κρίσεις λόγω αλληλοσυνδεόμενων αναταραχών σε οικονομικό, κλιματικό και γεωπολιτικό επίπεδο. Παρά τα σημάδια ανάκαμψης το διεθνές οικονομικό περιβάλλον χαρακτηρίζεται από αυξημένη αβεβαιότητα που συνδέεται με τις πρόσφατες γεωπολιτικές εξελίξεις στη Μέση Ανατολή, τον παρατεταμένο πόλεμο στην Ουκρανία καθώς και με βραχυπρόθεσμους παράγοντες, όπως οι εμπορικές εντάσεις, οι συσταλτικές νομισματικές πολιτικές, ο περιορισμός της δημοσιονομικής στήριξης διεθνώς μετά την πανδημία και την ενεργειακή κρίση, αλλά και με τις σημαντικές και επιταχυνόμενες επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής.

Σε αυτό το δυσμενές και αβέβαιο διεθνές περιβάλλον η ελληνική οικονομία αποδεικνύεται ανθεκτική. Ο ρυθμός ανάπτυξης αναμένεται να ανέλθει σε 2,2% το 2024 και 2,3% το 2025 έναντι 0,8% και 1,3%, αντίστοιχα, που εκτιμάται για την Ευρωζώνη, με βάση τις φθινοπωρινές προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Οι επενδύσεις αναμένεται να αυξηθούν κατά 6,7% το 2024 και 8,4% το 2025 και το ποσοστό ανεργίας να μειωθεί από 10,3% το 2024 σε 9,7% το 2025. Το Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν (ΑΕΠ) σε ονομαστικούς όρους αναμένεται να αυξηθεί κατά περίπου 10 δισ. ευρώ το 2025 και ο λόγος του χρέους της Γενικής Κυβέρνησης προς το ΑΕΠ να μειωθεί από 163,9% το 2023 σε 154% το 2024 και περαιτέρω σε 147,5% το 2025. Ο ρυθμός μεταβολής του Δείκτη Τιμών Καταναλωτή εκτιμάται σε 2,7% το 2024 και αναμένεται να αποκλιμακωθεί σε 2,1% το 2025.

Ο προϋπολογισμός του 2025 περιλαμβάνει το σύνολο των παρεμβάσεων που έχουν ανακοινωθεί, συμπεριλαμβανομένων όσων παρουσιάστηκαν στη Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης. Τα νέα μόνιμα δημοσιονομικά μέτρα που επηρεάζουν τον τακτικό προϋπολογισμό επιφέρουν επιπλέον δημοσιονομικό κόστος το 2025 σε σχέση με το 2024, ύψους 1,1 δισ. ευρώ, ενώ πλήθος άλλων παρεμβάσεων χρηματοδοτείται από πόρους του προϋπολογισμού δημοσίων επενδύσεων (εθνικό και συγχρηματοδοτούμενο σκέλος και Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας - ΤΑΑ). Σε αυτό το πλαίσιο οι επενδυτικές δαπάνες αναμένεται να αυξηθούν από 13,15 δισ. ευρώ το 2024 σε 14,1 δισ. ευρώ το 2025, πλέον των πόρων του δανειακού σκέλους του ΤΑΑ.

Τα ανωτέρω θετικά αποτελέσματα για την ελληνική οικονομία επιτυγχάνονται στη βάση της δημοσιονομικής σύνεσης. Παράλληλα, ενισχύεται το κοινωνικό κράτος και εφαρμόζεται ένα πλέγμα δημοσιονομικών παρεμβάσεων, το οποίο βελτιώνει το πραγματικό εισόδημα των πολιτών και μειώνει τις κοινωνικές ανισότητες.

Οι παρεμβάσεις είναι εντός των δημοσιονομικών στόχων που τίθενται στο Μεσοπρόθεσμο Δημοσιονομικό - Διαρθρωτικό Σχέδιο 2025 - 2028, καθώς προβλέπεται αύξηση των καθαρών πρωτογενών δαπανών κατά 3,6% το 2025 σε σχέση με το 2024, ενώ ο σχετικός στόχος ανέρχεται σε αύξηση δαπανών έως 3,7%. Σε αυτό το πλαίσιο το πρωτογενές αποτέλεσμα της Γενικής Κυβέρνησης αναμένεται να διαμορφωθεί σε 2,5% το 2024 και 2,4% το 2025 και το συνολικό αποτέλεσμα σε -0,7% το 2024 και -0,6% το 2025.

Οι νέες δημοσιονομικές παρεμβάσεις, που συμπληρώνονται από σειρά θεσμικών μέτρων, εστιάζουν στη στήριξη του διαθέσιμου εισοδήματος, στην ενίσχυση των επενδύσεων και της καινοτομίας, στην αντιμετώπιση του δημογραφικού και του στεγαστικού ζητήματος καθώς και στην αντιμετώπιση των προκλήσεων της κλιματικής αλλαγής.

Ο προϋπολογισμός του 2025 συνοδεύεται για τέταρτο έτος από τον προϋπολογισμό επιδόσεων, όπου παρουσιάζεται το πλαίσιο αξιολόγησης των προγραμμάτων των φορέων μέσω των Κύριων Δεικτών Επίδοσης (Key Performance Indicators), ενώ για δεύτερο έτος παρουσιάζεται και η περιβαλλοντική διάσταση των προγραμμάτων (Green Budgeting).

Ο προϋπολογισμός του 2025 καλείται να συγκεράσει τον στόχο της δημοσιονομικής σταθερότητας με την ανάγκη για αύξηση του διαθέσιμου εισοδήματος των πολιτών καθώς και την αντιμετώπιση των σύγχρονων προκλήσεων, όπως είναι το δημογραφικό και το στεγαστικό πρόβλημα, η κλιματική κρίση, αλλά και να καλύψει τις αναγκαίες δαπάνες για την ενίσχυση του συστήματος Υγείας και της Εθνικής Άμυνας.

Βασικοί στόχοι του προϋπολογισμού είναι η διασφάλιση της ισχυρής ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας, η βελτίωση του βιοτικού επιπέδου των πολιτών, η ενίσχυση των επενδύσεων, η μείωση του χρέους και η περαιτέρω αναβάθμιση του αξιόχρεου της χώρας, για την επίτευξη των οποίων, απαιτείται η διοχέτευση των πεπερασμένων δημοσιονομικών πόρων με τη μέγιστη δυνατή οικονομική και κοινωνική αποτελεσματικότητα.

Οικονομικές εξελίξεις και προοπτικές

Η παγκόσμια οικονομία, παρά τις προκλήσεις των τελευταίων ετών, όπως η πανδημία, η ενεργειακή κρίση και η αύξηση του πληθωρισμού, αποδείχθηκε ανθεκτική. Ωστόσο, ο αντίκτυπος των εξελίξεων αυτών, σε συνδυασμό με την κλιμάκωση των γεωπολιτικών συγκρούσεων, την όξυνση των εμπορικών εντάσεων και τα υψηλά επίπεδα του δημόσιου χρέους, συνιστούν προκλήσεις που συντείνουν σε αυξημένη αβεβαιότητα και ενδεχομένως να επηρεάσουν τις προοπτικές ανάπτυξης σε παγκόσμιο επίπεδο.

Σύμφωνα με τις φθινοπωρινές οικονομικές προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (Autumn European Economic Forecast, November 2024), η οικονομία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ), μετά από μία περίοδο στασιμότητας, επανήλθε σε αναπτυξιακή τροχιά το πρώτο τρίμηνο του 2024. Η επέκταση συνεχίστηκε το δεύτερο και τρίτο τρίμηνο του έτους με σταθερό, αλλά ηπιότερο ρυθμό.

Ο ρυθμός ανάπτυξης για την ΕΕ εκτιμάται ότι θα ανέλθει σε 0,9% το 2024 και σε 1,5% το 2025 έναντι 0,4% το 2023 και για την Ευρωζώνη σε 0,8% το 2024 και σε 1,3% το 2025 έναντι, επίσης, 0,4% το 2023. Ειδικότερα για τη Γαλλία, ο ρυθμός ανάπτυξης προβλέπεται να αυξηθεί από 0,9% το 2023 σε 1,1% το 2024 και να υποχωρήσει σε 0,8% το 2025. Για τη Γερμανία εκτιμάται ότι μετά από ύφεση 0,3% και 0,1% το 2023 και το 2024, αντίστοιχα, το ΑΕΠ αναμένεται να επανέλθει σε θετικό ρυθμό ανάπτυξης 0,7% το 2025. Για την Ισπανία προβλέπεται επιτάχυνση του ρυθμού ανάπτυξης από 2,7% το 2023 σε 3,0% το 2024, ενώ προβλέπεται επιβράδυνση σε 2,3% το 2025.

Ο ρυθμός αύξησης του παγκόσμιου ΑΕΠ (εξαιρουμένης της ΕΕ) αναμένεται να μειωθεί από 3,7% το 2023 σε 3,5% το 2024 και να αυξηθεί σε 3,6% 2025. Ο πληθωρισμός βρίσκεται σε καθοδική πορεία τόσο στην ΕΕ όσο και στην Ευρωζώνη και αναμένεται να υποχωρήσει σημαντικά το 2024 σε 2,6% για την ΕΕ και σε 2,4% για την Ευρωζώνη και να αποκλιμακωθεί περαιτέρω το 2025 σε 2,4% για την ΕΕ και σε 2,1% για την Ευρωζώνη, από 6,4% και 5,4% το 2023, αντίστοιχα. Η επίταση των συγκρούσεων στη Μέση Ανατολή αυξάνει σημαντικά την αβεβαιότητα στις αγορές πετρελαίου. Καθοδικές πιέσεις στις τιμές πετρελαίου εκτιμάται ότι θα ασκηθούν από τη μειωμένη ζήτηση πετρελαίου και τη σταδιακή αύξηση της παραγωγής τόσο στις χώρες OPEC+ όσο και στις χώρες εκτός OPEC+.

Το 2024 η ελληνική οικονομία εκτιμάται ότι θα επιτύχει υπερδιπλάσιο ρυθμό ανάπτυξης σε σχέση με το σύνολο της Ευρωζώνης (2,2% έναντι 0,8%, με βάση τις φθινοπωρινές προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής). Η συμβολή της αύξησης των επενδύσεων συνεχίζει να αποτελεί βασικό πυλώνα του ρυθμού μεγέθυνσης του ΑΕΠ, ενώ συνολικά οι επιμέρους δείκτες της ελληνικής οικονομίας καταδεικνύουν τη διατήρηση των θετικών προοπτικών του 2023, με τον όγκο οικονομικής δραστηριότητας να επιδεικνύει ανθεκτικότητα στις επιπτώσεις των επάλληλων κρίσεων που αντιμετωπίζει η παγκόσμια οικονομία.

Η ανεργία υποχώρησε σημαντικά κατά τον μήνα Σεπτέμβριο 2024 σε 9,3% έναντι 10,7% τον Σεπτέμβριο 2023. Οι αμοιβές εξαρτημένης εργασίας αυξήθηκαν και στα δύο τρίμηνα του πρώτου εξαμήνου (κατά 6% περίπου σε ετήσια βάση), σύμφωνα με τα στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής (ΕΛΣΤΑΤ). Ο πληθωρισμός παρουσιάζει σταθεροποίηση και διαμορφώθηκε σε 2,4% τον Οκτώβριο 2024. Ο μέσος ετήσιος ρυθμός μεταβολής του Εναρμονισμένου Δείκτη Τιμών Καταναλωτή (Εν.ΔΤΚ) για το 2024 προβλέπεται να διαμορφωθεί σε 2,8% έναντι της πρόβλεψης 2,4% για τον μέσο όρο της Ευρωζώνης και 2,6% για τον μέσο όρο της ΕΕ.

Στο πλαίσιο της δημοσιονομικής πολιτικής και εν μέσω της αποκλιμάκωσης των πληθωριστικών πιέσεων, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ολοκλήρωσε τη θέσπιση του νέου ευρωπαϊκού πλαισίου οικονομικής διακυβέρνησης, με την Ελλάδα να υποβάλει στο Συμβούλιο της ΕΕ και την Ευρωπαϊκή Επιτροπή το πρώτο Μεσοπρόθεσμο Δημοσιονομικό - Διαρθρωτικό Σχέδιο 2025 - 2028 τον Οκτώβριο 2024.

Σε εναρμόνιση με το ανωτέρω σχέδιο και με τους στόχους αύξησης των πρωτογενών δαπανών τελούν οι δημοσιονομικές παρεμβάσεις για το έτος 2025, που αποσκοπούν στην ενίσχυση του διαθέσιμου εισοδήματος σε συνδυασμό με τη μείωση των κοινωνικών ανισοτήτων, στην προώθηση των επενδύσεων και της καινοτομίας καθώς και στην αντιμετώπιση σημαντικών κοινωνικών προβλημάτων, όπως το δημογραφικό και το στεγαστικό. Ιδιαίτερη μέριμνα λαμβάνεται για την αντιμετώπιση των επιπτώσεων από φυσικές καταστροφές, ενώ παράλληλα με τις δημοσιονομικές παρεμβάσεις λαμβάνονται μέτρα θεσμικού χαρακτήρα και προωθούνται σημαντικές μεταρρυθμίσεις.

Για το 2024 συνολικά, εκτιμάται αύξηση κατά 4,3% της αμοιβής ανά εργαζόμενο (μέσος μισθός), διαμορφούμενης συνεπώς της αύξησης των συνολικών αμοιβών εξαρτημένης εργασίας σε 5,2% έναντι αυξήσεων 3,7% και 5,3%, αντίστοιχα, που καταγράφηκαν το 2023. Η αύξηση του ακαθάριστου λειτουργικού πλεονάσματος για το 2024 εκτιμάται σε 5,2% έναντι αύξησης 6,5% το 2023.

H ελληνική οικονομία, παρά τις αλλεπάλληλες εξωγενείς κρίσεις που συνεχίστηκαν το 2024, εκτιμάται ότι θα διατηρήσει μεγάλο μέρος της αναπτυξιακής της δυναμικής για το σύνολο του έτους με τον ρυθμό ανάπτυξης να διαμορφώνεται σε 2,2%, όπως προβλέπεται και στο προσχέδιο του κρατικού προϋπολογισμού 2025 και στο Μεσοπρόθεσμο Δημοσιονομικό - Διαρθρωτικό Σχέδιο 2025 - 2028 που υποβλήθηκε από την ελληνική Κυβέρνηση στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή τον Οκτώβριο 2024. Η εκτίμηση για τη διαμόρφωση του πληθωρισμού (ΓΔΤΚ) για το έτος 2024 είναι 2,7%.

Στο πεδίο της δημοσιονομικής διαχείρισης και μετά την επίτευξη πρωτογενούς πλεονάσματος 2,1% του ΑΕΠ το 2023, το 2024 εκτιμάται ότι θα επιτευχθεί πρωτογενές πλεόνασμα 2,5%. Η πορεία της αποκλιμάκωσης του χρέους της Γενικής Κυβέρνησης εκτιμάται από 163,9% του ΑΕΠ το 2023 (σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ) σε 154% το 2024. Η αξιοπιστία του αξιόχρεου της χώρας ενισχύεται σημαντικά από την επίτευξη των ανωτέρω δημοσιονομικών στόχων, γεγονός που αποτυπώνεται και στην εξέλιξη των πιστοληπτικών αξιολογήσεων. Επισημαίνεται ότι το έτος 2023 επιβεβαιώθηκε η διεθνής εμπιστοσύνη στην οικονομία της χώρας με την ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας από τους τρεις σε σύνολο τεσσάρων επενδυτικών οίκων που αναγνωρίζει η ΕΚΤ. Η θετική αυτή στάση των επενδυτικών οίκων συνεχίστηκε και το 2024, καθώς τον Απρίλιο 2024 ο οίκος S&P Global Ratings και τον Σεπτέμβριο 2024 οι οίκοι DBRS Morningstar και Moody’s αναβάθμισαν τις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας από σταθερές σε θετικές. Οι αναβαθμίσεις αυτές σε συνδυασμό με τις θετικές προοπτικές καταδεικνύουν την ανθεκτικότητα της οικονομίας σε συνθήκες αυξημένης αβεβαιότητας και την εδραίωση της εμπιστοσύνης των διεθνών επενδυτών σε σχέση με την ασκούμενη δημοσιονομική και γενικότερη οικονομική πολιτική.

Το 2025 η ελληνική οικονομία προβλέπεται να επιταχύνει τον αναπτυξιακό βηματισμό της στο πλαίσιο της ενίσχυσης των επενδύσεων, της συνέχισης της μεταρρυθμιστικής προσπάθειας και υπό την ευνοϊκή επίδραση διαρθρωτικών και κυκλικών οικονομικών εξελίξεων.

Οι κυκλικοί παράγοντες που επιβάρυναν την παγκόσμια οικονομία το προηγούμενο διάστημα, μεταξύ των οποίων η ενεργειακή κρίση και η περιοριστική νομισματική πολιτική για την καταπολέμηση του υψηλού πληθωρισμού, αναμένεται να εξασθενήσουν εμφανέστερα το 2025, διευκολύνοντας την εγχώρια πιστωτική επέκταση και τη χρηματοδότηση της οικονομικής μεγέθυνσης στην Ελλάδα.

Την ίδια στιγμή, διαρθρωτικοί παράγοντες δρουν προς την ίδια κατεύθυνση ενίσχυσης της αναπτυξιακής δυναμικής, όπως ο συνεχιζόμενος μετασχηματισμός της ελληνικής οικονομίας, με άξονα την ψηφιακή μετάβαση και την πράσινη ανάπτυξη, η ενίσχυση των δημόσιων επενδύσεων, η περαιτέρω μείωση των ασφαλιστικών εισφορών, η αύξηση των αμοιβών, η σωρευτική θετική επίδραση από τις μεταρρυθμίσεις των τελευταίων ετών, η καταπολέμηση της φοροδιαφυγής, ο αντίκτυπος της ανάκτησης της επενδυτικής βαθμίδας καθώς και η συμβολή της συνετής δημοσιονομικής διαχείρισης στην καλλιέργεια ενός κλίματος εμπιστοσύνης στην ελληνική οικονομία, που συνεπάγεται περαιτέρω προσέλκυση επενδύσεων.

Μέσα σε αυτό το οικονομικό περιβάλλον ο ρυθμός πραγματικής ανάπτυξης στην Ελλάδα προβλέπεται να ανέλθει σε 2,3% το 2025 από 2,2% το 2024 και 2,3% το 2023, ενισχυόμενος, ως προς την εγχώρια ζήτηση, από τη δυναμικότερη ώθηση των επενδύσεων, την περαιτέρω άνοδο της απασχόλησης και των εισοδημάτων και τη σταθερή μεγέθυνση της καταναλωτικής δαπάνης.

Η αναπτυξιακή δυναμική στην Ελλάδα προβλέπεται να διατηρηθεί σημαντικά υψηλότερη από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, έχοντας ως μοχλούς τις επενδύσεις, την ιδιωτική κατανάλωση και την εξαγωγική δραστηριότητα. Το 2025 προβλέπεται να αποτελέσει για την Ελλάδα το τρίτο συνεχόμενο έτος, μετά την ανάκτηση των απωλειών ΑΕΠ της πανδημίας, που θα καταγράψει ρυθμό πραγματικής ανάπτυξης άνω του 2%, ο οποίος αντιστοιχεί σε μέσο ρυθμό τριετίας υπερδιπλάσιο από τον μέσο εκτιμώμενο ρυθμό για την Ευρωζώνη την ίδια περίοδο (σύμφωνα με τις τελευταίες διαθέσιμες οικονομικές προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Φθινόπωρο 2024).

Το 2025 οι επενδύσεις αναμένεται να αναδειχθούν σε κινητήρια δύναμη της ανάπτυξης αντικαθιστώντας την ιδιωτική κατανάλωση, η οποία είχε την πρωταρχική συμβολή τα προηγούμενα έτη, ως αποτέλεσμα της φιλοεπενδυτικής οικονομικής πολιτικής, της εντατικότερης αξιοποίησης των ευρωπαϊκών πόρων, των κεκτημένων από τις εθνικές διαρθρωτικές πολιτικές για το επιχειρηματικό περιβάλλον και των ευνοϊκών συνθηκών χρηματοδότησης, σε συνέχεια της χαλάρωσης της νομισματικής πολιτικής της ΕΚΤ και της εμπέδωσης του κλίματος εμπιστοσύνης από την ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας για τη χώρα. Ο ρυθμός της αύξησης των επενδύσεων προβλέπεται να διαμορφωθεί σε 8,4% το 2025, ενισχυμένος έναντι του 2024 (6,7%).

Το επενδυτικό κενό της Ελλάδας σε σχέση με τις χώρες της Ευρωζώνης, το οποίο κορυφώθηκε το 2019, μετά τη διεύρυνσή του κατά την περίοδο της οικονομικής προσαρμογής, θα συνεχίσει να περιορίζεται το 2025, για έκτη συνεχή χρονιά. Μάλιστα, σύμφωνα με τα αναθεωρημένα στοιχεία εθνικών λογαριασμών για το 2023 που δημοσίευσε η ΕΛΣΤΑΤ τον Οκτώβριο 2024, το κλείσιμο του επενδυτικού κενού συντελείται με ακόμα μεγαλύτερη ταχύτητα σε σύγκριση με τα σχετικά στοιχεία του προσχεδίου του κρατικού προϋπολογισμού 2025, λόγω της δυναμικότερης αύξησης των πραγματικών επενδύσεων μετά το 2019, κυρίως κατά τα έτη 2022 και 2023. Ως αποτέλεσμα, ο στόχος του προσχεδίου του κρατικού προϋπολογισμού για τη μείωση του πραγματικού επενδυτικού κενού το 2025 έχει συντελεστεί ήδη από το 2023, σε 5,4 ποσοστιαίες μονάδες σύμφωνα με τα αναθεωρημένα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ. Το 2025 οι πραγματικές επενδύσεις στην Ελλάδα προβλέπεται να ανακάμψουν περαιτέρω, σε 17,5% του ΑΕΠ έναντι του 20,8% του ΑΕΠ στην Ευρωζώνη. Αυτό αντιστοιχεί σε σωρευτική βελτίωση άνω των δύο τρίτων (69,4%) του επενδυτικού κενού της Ελλάδας το 2025 έναντι του 2019, με το ύψος του επενδυτικού κενού για το έτος να διαμορφώνεται σε 3,3 ποσοστιαίες μονάδες, το χαμηλότερο ποσοστό από το 2010 έως σήμερα.

Το ποσοστό της ετήσιας πραγματικής ανάπτυξης του 2025, που δεν εξηγείται από τη δυναμική των επενδύσεων, εκτιμάται ότι θα προέλθει σε καθαρή βάση από την αύξηση της ιδιωτικής κατανάλωσης (+1,6% σε ετήσια βάση), η οποία συντηρείται από τις θετικές τάσεις στην απασχόληση (+0,7%), στα ονομαστικά εισοδήματα από μισθωτή εργασία ιδιωτικού και δημόσιου τομέα (+3,4%) και στα πραγματικά εισοδήματα των νοικοκυριών, υπό τη μειούμενη επίδραση του πληθωρισμού.

Η ενίσχυση των εισοδημάτων (ονομαστικών και πραγματικών) χαρακτηρίζει τις κυβερνητικές παρεμβάσεις, οι οποίες ανακοινώθηκαν στη Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης (ΔΕΘ) 2024, αφορούν στο 2025 και εκτείνονται μέχρι το 2027, με κύριο γνώμονα τη βελτίωση του επιπέδου ευημερίας για όλες τις κοινωνικές ομάδες. Στόχος, μεταξύ άλλων, είναι η αύξηση του μέσου εισοδήματος στον ιδιωτικό και τον δημόσιο τομέα, η ενίσχυση των συντάξεων, η αντιμετώπιση του στεγαστικού και του δημογραφικού προβλήματος, η στήριξη των ευπαθών ομάδων, ο περιορισμός των ανισοτήτων, η αναβάθμιση των υπηρεσιών της δημόσιας υγείας και της παιδείας καθώς και η προώθηση της επιχειρηματικότητας.

Το 2025 ο Εν.ΔΤΚ εκτιμάται ότι θα προσεγγίσει σημαντικά τον μεσοπρόθεσμο στόχο της ΕΚΤ (+2,1%), καθώς οι υποκείμενες πιέσεις τιμών στα τρόφιμα και στην ενέργεια θα μετριάζονται περαιτέρω και ο πυρήνας πληθωρισμού θα εξομαλύνεται σε σχέση με το προηγούμενο διάστημα, κοντά στο επίπεδο που προβλέπεται για τον γενικό δείκτη (+2,2%).

Σε όρους Έρευνας Εργατικού Δυναμικού, η ανεργία προβλέπεται να μειωθεί το 2025, για πρώτη φορά από το 2009, σε μονοψήφιο ποσοστό 9,7% του εργατικού δυναμικού και ακόμα χαμηλότερα σε εθνικολογιστικούς όρους, σε 8,2% του εργατικού δυναμικού, επωφελούμενη από την εύρωστη εγχώρια οικονομική δραστηριότητα, τις παρεμβάσεις στις αμοιβές και τις ασφαλιστικές εισφορές και από συνέργειες του εθνικού και συγχρηματοδοτούμενου σκέλους του ΑΠΔΕ και του Εθνικού Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας «Ελλάδα 2.0» για την απασχόληση.

Σε συμφωνία με τις εαρινές προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, η εθνική πρόβλεψη για αύξηση το 2025 των αμοιβών εξαρτημένης εργασίας κατά 3,4% και των αμοιβών ανά εργαζόμενο κατά 2,7%, με ρυθμό μεγαλύτερο του πληθωρισμού (2,1%), υποδηλώνει κέρδη για τον πραγματικό μέσο μισθό για τρίτη συνεχόμενη χρονιά, η οποία συνδέεται και με την περαιτέρω αύξηση του κατώτατου και του μέσου μισθού (με κυβερνητικό στόχο τα 950 ευρώ και τα 1.500 ευρώ, αντίστοιχα, το 2027). Σημειώνεται ότι εάν ληφθεί υπόψη η μείωση των ασφαλιστικών εισφορών, η αύξηση των καθαρών εισοδημάτων είναι ακόμα μεγαλύτερη, ενώ στις φθινοπωρινές της προβλέψεις η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αναθεωρεί προς τα πάνω την πρόβλεψή της για την ετήσια ονομαστική αύξηση το 2025, σε 3,2% από 2,7%, για τις αμοιβές εξαρτημένης εργασίας ανά εργαζόμενο. Η παραγωγικότητα της εργασίας αναμένεται να αυξηθεί πιο δυναμικά το 2025 (+1,5% σε ετήσια βάση από +1,0% το 2024), αντλώντας οφέλη από τον μετασχηματισμό της οικονομίας, υπό το Σχέδιο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας και από τις κυβερνητικές μεταρρυθμίσεις, διαφυλάττοντας την ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας.

Οι κίνδυνοι που περιβάλλουν τις μακροοικονομικές προβλέψεις, τόσο για το 2024 όσο και για το 2025, περιλαμβάνουν το ενδεχόμενο κλιμάκωσης των γεωπολιτικών κρίσεων στην Ουκρανία και στη Μέση Ανατολή καθώς και πιθανές νέες εστίες γεωπολιτικών εντάσεων, με αντίκτυπο στο διεθνές εμπόριο και στην πορεία αποκλιμάκωσης του πληθωρισμού, ενώ σημαντικές επιπτώσεις ενδέχεται να έχει και η εκδήλωση νέων ακραίων κλιματικών φαινομένων. Το ενδεχόμενο πιο επίμονου πληθωρισμού και η διατήρηση περιοριστικής νομισματικής πολιτικής για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα θα επιδρούσε, επίσης, αρνητικά στην ανάπτυξη, ενώ μία σημαντικά περιοριστική δημοσιονομική πολιτική σε μεγάλες οικονομίες της ΕΕ, θα επιδρούσε αρνητικά στις ξένες επενδύσεις και στις εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών.

Ανοδικά στον ρυθμό ανάπτυξης θα μπορούσαν να επιδράσουν η ευνοϊκότερη του αναμενομένου εξέλιξη των τουριστικών εσόδων και των εσόδων από μεταφορές, η ενδεχόμενη ταχύτερη αποκλιμάκωση του πληθωρισμού, η ενίσχυση των επενδύσεων, ως αποτέλεσμα της ανάκτησης της επενδυτικής βαθμίδας, η ταχύτερη αξιοποίηση των πόρων του ΤΑΑ και των άλλων ευρωπαϊκών πόρων καθώς και η περαιτέρω ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας των επιχειρήσεων, μέσω των μεταρρυθμίσεων που έχουν δρομολογηθεί.

Προϋπολογισμός επιδόσεων - Επισκοπήσεις δαπανών και εσόδων

Το Υπουργείο Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, προκειμένου να ενισχύσει την κοινωνικοοικονομική αποτελεσματικότητα των δαπανών, τη διαφάνεια αλλά και τη δημόσια λογοδοσία, υιοθετεί σειρά μεταρρυθμίσεων ως προς τα δημοσιονομικά εργαλεία και τις σχετικές διαδικασίες δημοσιονομικής διαχείρισης. Σε ένα περιβάλλον που εξακολουθεί να διέπεται από τις οικονομικές επιπτώσεις της πανδημίας, της ενεργειακής κρίσης και της προσαρμογής στην κλιματική αλλαγή, σε συνδυασμό με γεωπολιτικές εντάσεις, αλλά και σε ένα πλαίσιο με νέους ευρωπαϊκούς δημοσιονομικούς κανόνες, είναι απαραίτητη η εξασφάλιση της μέγιστης αποδοτικότητας και αποτελεσματικότητας στη διαχείριση των πεπερασμένων δημόσιων πόρων. Με τον προϋπολογισμό επιδόσεων παρέχεται η δυνατότητα αξιολόγησης των δημόσιων πολιτικών και διευκολύνεται η λήψη αποφάσεων για ορθότερη κατανομή/ανακατανομή των δημόσιων πόρων. Ταυτόχρονα, η λειτουργική ταξινόμηση του προϋπολογισμού υποστηρίζει τις διεθνείς συγκρίσεις για τη δαπάνη της χώρας σε κρίσιμους τομείς δραστηριότητας (παιδεία, υγεία κ.λπ.). Η ένταξη και η ωρίμανση της χρήσης αυτών των εργαλείων σε συνδυασμό με τις επισκοπήσεις δαπανών και εσόδων στοχεύουν στον περαιτέρω περιορισμό της χρηματοδότησης αναποτελεσματικών κρατικών δραστηριοτήτων, ώστε οι πόροι που θα εξοικονομηθούν να χρηματοδοτήσουν δράσεις με ενισχυμένο κοινωνικό, αναπτυξιακό και θετικό προς το περιβάλλον πρόσημο. Για τον σκοπό μίας ολοκληρωμένης αξιολόγησης των χρηματοδοτούμενων πολιτικών εισάγεται και η ταξινόμηση των Προγραμμάτων των φορέων της Κεντρικής Διοίκησης και ως προς το περιβαλλοντικό τους αποτύπωμα.

Παρακάτω παρουσιάζεται η λειτουργική ταξινόμηση του προϋπολογισμού έτους 2025 σε πρώτο και δεύτερο επίπεδο ανάλυσης.

Στις δράσεις υψηλής προτεραιότητας για το 2025 περιλαμβάνονται τόσο επισκοπήσεις που εστιάζουν στη βελτίωση της διαχειριστικής ικανότητας της δημόσιας διοίκησης, όπως ενδεικτικά δράσεις εξοικονόμησης ενέργειας και αποτελεσματικότερης διαχείρισης του στόλου των κρατικών οχημάτων και δράσεις περιορισμού της δαπάνης μέσω αξιοποίησης των δυνατοτήτων της ψηφιακής διακυβέρνησης, αλλά και στοχευμένες σε καίριους τομείς δράσεις, όπως η επισκόπηση της υγειονομικής δαπάνης. Το Υπουργείο Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών διασυνδέει το περιβαλλοντικό αποτύπωμα του προϋπολογισμού με τις επισκοπήσεις δαπανών και το ενσωματώνει στον προϋπολογισμό επιδόσεων.

Προϋπολογισμός Γενικής Κυβέρνησης

Το πρωτογενές αποτέλεσμα της Γενικής Κυβέρνησης το 2023, σύμφωνα με τη μεθοδολογία του Ευρωπαϊκού Συστήματος Λογαριασμών (European System of Accounts - ESA), διαμορφώθηκε σε πλεόνασμα ύψους 4.658 εκατ. ευρώ ή 2,1% του ΑΕΠ, σημαντικά υψηλότερο σε σχέση με την περίοδο 2020 - 2022, η οποία επηρεάστηκε έντονα από την εμφάνιση της πανδημίας Covid-19 καθώς και από την ενεργειακή κρίση εξαιτίας του πολέμου Ρωσίας - Ουκρανίας. Σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία της εκτέλεσης του προϋπολογισμού, το πρωτογενές αποτέλεσμα της Γενικής Κυβέρνησης εκτιμάται ότι θα διαμορφωθεί σε πλεόνασμα ύψους 6.029 εκατ. ευρώ ή 2,5% του ΑΕΠ.

Επισημαίνεται ότι το 2024 είναι το πρώτο έτος που έχει εφαρμογή το νέο ευρωπαϊκό πλαίσιο οικονομικής διακυβέρνησης και τα μακροοικονομικά και δημοσιονομικά μεγέθη που αποτυπώνονται στο σχέδιο προϋπολογισμού 2025, βρίσκονται σε εναρμόνιση με τις εκτιμήσεις του Μεσοπρόθεσμου Δημοσιονομικού - Διαρθρωτικού Σχεδίου 2025 - 2028. Για το τρέχον έτος οι εθνικά χρηματοδοτούμενες καθαρές πρωτογενείς δαπάνες της Γενικής Κυβέρνησης προβλέπεται να αυξηθούν κατά 2,6% σε σχέση με το προηγούμενο έτος (99,8 δισ. ευρώ το 2024 έναντι 97,2 δισ. ευρώ το 2023), τηρουμένης της σχετικής σύστασης του Συμβουλίου της ΕΕ για συνετή δημοσιονομική πολιτική.

Σε σχέση με τις προβλέψεις του προϋπολογισμού 2024 παρατηρείται αύξηση τόσο των καθαρών εσόδων του κρατικού προϋπολογισμού (κατά 2,8 δισ. ευρώ) όσο και των δαπανών (κατά 1,9 δισ. ευρώ). Το συνολικό ισοζύγιο της Γενικής Κυβέρνησης εκτιμάται ότι θα διαμορφωθεί σε έλλειμμα 0,7% του ΑΕΠ, βελτιωμένο έναντι του ποσοστού 1,1%, που ήταν η πρόβλεψη στην εισηγητική έκθεση του προϋπολογισμού 2024.

Σύμφωνα με τις προβλέψεις για το έτος 2025, το πρωτογενές αποτέλεσμα της Γενικής Κυβέρνησης σε δημοσιονομική βάση προβλέπεται να διαμορφωθεί σε πλεόνασμα ύψους 5.967 εκατ. ευρώ ή 2,4% του ΑΕΠ έναντι πλεονάσματος 2,5% του ΑΕΠ που είχε προβλεφθεί στο Μεσοπρόθεσμο Δημοσιονομικό - Διαρθρωτικό Σχέδιο 2025 - 2028, συνδεόμενο κυρίως με την πρόσφατη αναθεώρηση προς τα άνω του επιπέδου του ΑΕΠ από την ΕΛΣΤΑΤ.

Ο προϋπολογισμός των φορέων της Κεντρικής Διοίκησης (Προεδρία της Δημοκρατίας, Βουλή των Ελλήνων, Προεδρία της Κυβέρνησης, Υπουργεία και Αποκεντρωμένες Διοικήσεις) καταρτίζεται και εκτελείται σε ταμειακή βάση. Στον κρατικό προϋπολογισμό (τακτικός προϋπολογισμός και προϋπολογισμός δημοσίων επενδύσεων) προβλέπονται ανώτατα όρια δαπανών για κάθε φορέα. Στον εν λόγω πίνακα περιλαμβάνονται οι μη χρηματοοικονομικές δαπάνες του κρατικού προϋπολογισμού.

Δείτε αναλυτικά στο pdf που ακολουθεί

ΣΧΕΤΙΚΑ