Η πρόταση που ταρακουνάει τα νερά για επενδύσεις 2,8 δισ ευρώ
Μπορεί οι επενδύσεις στο σύνολο της οικονομίας να αυξάνονται, ειδικά μετά την περίοδο της πανδημίας, ωστόσο η απόσταση που μας χωρίζει από τον μέσο όρο της υπόλοιπης Ευρώπης παραμένει μεγάλη.
Μεταξύ των προτάσεων, που έβαλε στο τραπέζι η Ελληνική Ένωση Επιχειρηματιών και “μέτρησε” το ΙΟΒΕ, είναι και μια ταρακουνάει για τα καλά τα νερά: η σταδιακή κατάργηση της προκαταβολής φόρου.
Το 2023 η προκαταβολή φόρου νομικών προσώπων ανήλθε σε 2,824 δισεκατ. Ευρώ, από 2,007 εκατ. Ευρώ ένα έτος νωρίτερα, όταν τα έσοδα από τον φόρο εισοδήματος νομικών προσώπων διαμορφώθηκαν σε 6,781 δισεκατ. Ευρώ το 2023 από 4,629 δισεκατ. Ευρώ το 2022. Αυτό και μόνο δείχνει τη δυσκολία υιοθέτησης της πρότασης, λόγω του δημοσιονομικού κόστους. Ωστόσο, ποιο είναι το προσδοκώμενο όφελος;
Το όφελος
Ουσιαστικά η επιχείρηση που σημειώνει κέρδη και αναπτύσσεται, φορολογείται με υψηλότερο πραγματικό φορολογικό συντελεστή (effective tax rate). Με την κατάργηση της προκαταβολής φόρου, η επιχείρηση πληρώνει τον «πραγματικό» φόρο που της αναλογεί βάσει των κερδών του τρέχοντος έτους, χωρίς να καταβάλλει επιπλέον φόρο για τα κέρδη του επόμενου έτους. Επομένως, βελτιώνεται έτσι η ρευστότητα της επιχείρησης και δημιουργείται περισσότερος «χώρος» για περισσότερες επενδύσεις.
Σύμφωνα με τη μελέτη του ΙΟΒΕ, η κατάργηση της προκαταβολής φόρου αποτελεί κίνητρο για ταχεία ανάπτυξη των επιχειρήσεων, καθώς και για την προσέλκυση πολυεθνικών επιχειρήσεων στη χώρα. Για παράδειγμα, κατά το πρώτο κερδοφόρο έτος λειτουργίας μιας επιχείρησης, η επιβάρυνση της προκαταβολής φόρου ανέρχεται σε 33% επί των κερδών της, καθώς η επιχείρηση καλείται να προπληρώσει επιπλέον 50% επί των κερδών της. Τα επόμενα έτη και με την ισχύ της προκαταβολής φόρου μια επιχείρηση με ρυθμό ανάπτυξης 5% καταβάλλει φόρο ίσο με το 23% των κερδών της, δηλαδή ο πραγματικός φορολογικός συντελεστής της είναι προσαυξημένος κατά μία ποσοστιαία μονάδα.
Αντίθετα, για μια επιχείρηση που δεν σημειώνει ανάπτυξη, ο πραγματικός φορολογικός συντελεστής παραμένει στο 22%, καθώς στη δική της περίπτωση η προκαταβολή φόρου για το επόμενο έτος συμψηφίζεται με την προκαταβολή που έχει πληρώσει το προηγούμενο έτος.
Κατά τη σταδιακή μείωση της προκαταβολής φόρου, έστω κατά 10 ποσοστιαίες μονάδες ετησίως, ο φόρος που θα καταβάλλει η επιχείρηση μειώνεται, καθώς γίνεται και εκκαθάριση με την προκαταβολή του προηγούμενου έτους, ενώ το δεύτερο έτος μετά την πλήρη κατάργηση της προκαταβολής η επιχείρηση καλείται να πληρώσει φόρο ίσο με το 22% των κερδών της όσο είναι και ο φορολογικός συντελεστής.
Με την υπόθεση ότι το 50% της «φορολογικής ελάφρυνσης» των επιχειρήσεων προορίζεται για νέες επενδύσεις που δεν θα υλοποιηθούν με την προκαταβολή φόρου, τότε η σταδιακή κατάργηση της προκαταβολής φόρου θα οδηγήσει σε περισσότερες επενδύσεις που ανέρχονται σε έως 0,5% των κερδών της μετά το έκτο έτος εφαρμογής του μέτρου.
Με μέσο ρυθμό ανάπτυξης των επιχειρήσεων κατά 5% και επένδυση του 50% της ελάφρυνσης από τη σταδιακή κατάργηση της προκαταβολής, υπολογίζεται ότι η φορολογική ελάφρυνση ανέρχεται σε 5,5 δισεκ. Ευρώ συνολικά την πρώτη δεκαετία, ενώ οι επιπλέον επενδύσεις που συνδέονται μόνο με το συγκεκριμένο μέτρο υπολογίζονται συνολικά σε 2,8 δισεκ. Ευρώ.
Το πρόβλημα
Την περίοδο 2013-2019 οι επενδύσεις σημείωσαν σχετική σταθερότητα με τον μέσο όρο τους να βρίσκεται στο 11,4% του ΑΕΠ, όταν ο αντίστοιχος μέσος όρος στην ΕΕ27 ήταν 20,4%. Ωστόσο, από το 2020 κινούνται σταθερά ανοδικά, φτάνοντας το 2023 στο 15,2% του ΑΕΠ, με αποτέλεσμα το χάσμα να έχει μειωθεί από 8,1 ποσοστιαίες μονάδες το 2013 σε 6,8 το 2023.
Ειδικά όσον αφορά στη μεταποίηση, παρουσιάζει αυξητική τάση στη συμμετοχή της στο εγχώριο ΑΕΠ, η οποία από 7,8% το 2013 έφτασε στο 8,7% το 2023, καλύπτοντας, όμως, μόνο εν μέρει το χάσμα με την ΕΕ27, από 6,6 ποσοστιαίες μονάδες το 2013, σε 6 μονάδες το 2023, όταν ο ευρωπαϊκός μέσος όρος ανήλθε σε 14,7%.
Ως εκ τούτου, παραμένει χαμηλή η θέση της χώρας στην κατάταξη των χωρών της ΕΕ27, αφού μόνο στο Λουξεμβούργο, στην Κύπρο και στη Μάλτα, ο τομέας παρουσιάζει μικρότερη συμμετοχή στο ΑΕΠ σε σχέση με την Ελλάδα. Αντίθετα, στην Ιρλανδία ανήλθε στο 29,4% του ΑΕΠ το 2023, καθιστώντας τη την πρώτη χώρα της ΕΕ27, ακολουθούμενη από τη Σλοβακία (20,7%) και την Τσεχία (20%).