Ποιες είναι οι προβλέψεις του Μεσοπρόθεσμου για το ΑΕΠ και τον πληθωρισμό

Φωτογραφία από EUROKINISSI/ ΜΠΑΛΩΜΑΤΙΝΗ ΝΕΚΤΑΡΙΑ

Αποκαλυπτήρια στο σχεδιασμό των ετών 2025- 2028, έκανε το Ελληνικό Δημοσιονομικό Συμβούλιο, επιβεβαιώνοντας τις πληροφορίες που ήθελαν το οικονομικό επιτελείο να χαμηλώνει τον πήχη της ανάπτυξης.    

Οι προβλέψεις του ΥΠΕΘΟ για τον ρυθμό ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας για το 2024 και 2025 ανέρχονται σε 2,2% και 2,3% αντίστοιχα, ενώ σημειώνονται σχετικές προς τα κάτω αναθεωρήσεις σε σύγκριση με τις προηγούμενες προβλέψεις (2,5% και 2,6% αντιστοίχως), κυρίως λόγω χαμηλότερης από την αναμενόμενη οικονομικής ανάπτυξης στην ΕΕ.    

Πάνω από τον μέσο όρο της Ευρωζώνης ο ρυθμός ανάπτυξης της Ελλάδας

Ωστόσο, αξίζει να σημειωθεί ότι ο ρυθμός ανάπτυξης της Ελλάδας αναμένεται να παραμείνει σημαντικά πάνω από τον μέσο όρο της Ευρωζώνης. Συγκεκριμένα, ο ρυθμός αυτός εκτιμάται σε 0,8% για το 2024, σύμφωνα με τις εαρινές προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, με την απόδοση του Α΄ εξαμήνου του 2024 να διαμορφώνεται ελαφρώς χαμηλότερη στο 0,6%.   

Παράλληλα, ενώ ο πληθωρισμός σταθεροποιείται, οι τιμές ενέργειας, υπηρεσιών και τροφίμων παραμένουν ευμετάβλητες. Στο ΜΔΣ 2024, ο πληθωρισμός για το 2024 προβλέπεται να μειωθεί στο 2,8%. Η παραπάνω καθοδική πορεία του πληθωρισμού υποστηρίζεται και από τα τρέχοντα στοιχεία.

Πιο συγκεκριμένα, σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα στοιχεία από την ΕΛΣΤΑΤ, ο μέσος πληθωρισμός επιβραδύνθηκε στο 3% το Α΄ εξάμηνο του 2024 από 5,1% το Α΄ εξάμηνο του 2023. Για το 2025, ο πληθωρισμός αναμένεται να συνεχίσει πτωτικά στο 2,1%, σύμφωνα και με τις προβλέψεις του ΠΣ 2024. Για τα επόμενα χρόνια έως το 2028, ο πληθωρισμός προβλέπεται να σταθεροποιηθεί στο 2,2%–2,3%.    

Όπως σημειώνει το ΕΛΣ, για το 2024 και σύμφωνα με τις εαρινές προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, ο ΕνΔΤΚ στην Ελλάδα προβλέπεται υψηλότερος (2,8%) από τον μέσο όρο της Ευρωζώνης (2,5%), με το 2025 να αποτελεί τη χρονιά όπου θα συγκλίνουν στο χαμηλότερο επίπεδο του 2,1%. Σε σύγκριση με τον μέσο όρο της ΕΕ, η ελληνική οικονομία διανύει μια περίοδο εντονότερων πληθωριστικών πιέσεων.   

Το ΕΔΣ σημειώνει ότι οι προβλέψεις του ΜΔΣ 2024 για την ανάπτυξη και την μείωση του πληθωρισμού, ευθυγραμμίζονται με αυτές της ΕΕ και βρίσκονται εντός του εύρους των προβλέψεων τόσο διεθνών όσο και εθνικών οργανισμών.    Η αγορά εργασίας, σε μεσοπρόθεσμο ορίζοντα, παραμένει ανθεκτική, με αύξηση της απασχόλησης, αν και με επιβραδυνόμενο ρυθμό 1,2% το 2024 και 0,8% το 2025, και μείωση της ανεργίας.

Ωστόσο, βασικοί τομείς της ελληνικής οικονομίας, όπως ο τουρισμός, οι κατασκευές και η γεωργία, έχουν αρχίσει να αναφέρουν αυξανόμενες κενές θέσεις και ελλείψεις σε εργατικό δυναμικό. Η αναντιστοιχία δεξιοτήτων και τα χαμηλά ποσοστά συμμετοχής δημιουργούν εμπόδια στην αξιοποίηση τμημάτων του διαθέσιμου εργατικού δυναμικού.    

Παρά το υψηλό επίπεδο ανεργίας και τις καλές προοπτικές απασχόλησης, υπάρχουν ενδείξεις ότι η πορεία της αγοράς εργασίας πιθανότατα θα παραμείνει περιορισμένη λόγω του κατακερματισμού της αγοράς. Οι ονομαστικές αποδοχές εξαρτημένης εργασίας αναμένεται να αυξηθούν, αν και με χαμηλότερο ρυθμό. Παραμένουν, όμως, σε επίπεδο που ξεπερνά τον πληθωρισμό, κυρίως λόγω ακαμψιών της αγοράς εργασίας και αυξήσεων τόσο του κατώτατου μισθού όσο και των μισθών του δημόσιου τομέα.   

Μεσοπρόθεσμος σχεδιασμός

Ο μεσοπρόθεσμος σχεδιασμός γίνεται με έμφαση στη δημοσιονομική σταθερότητα έτσι ώστε να διασφαλίζεται η ικανοποιητική μείωση του δημόσιου χρέους στα επόμενα χρόνια. Υπάρχουν βεβαίως και αβεβαιότητες που σχετίζονται με εξωτερικούς και εσωτερικούς κινδύνους. Ειδικότερα, η γεωπολιτική ένταση στην ευρύτερη περιοχή, η πιθανή επιβράδυνση των οικονομιών της Βόρειας Ευρώπης, οι αυξανόμενες απαιτήσεις λόγω της κλιματικής αλλαγής και το δημογραφικό ενδέχεται να δημιουργήσουν προκλήσεις στην υλοποίηση του οικονομικού σχεδιασμού.   

Συμπερασματικά, μέσα σε ένα περιβάλλον μεγάλης γεωπολιτικής αβεβαιότητας, οι αναπτυξιακές προοπτικές της ελληνικής οικονομίας παραμένουν θετικές για το διάστημα 2025-28, με βασικό μοχλό τις επενδύσεις που χρηματοδοτούνται από το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (ΤΑΑ), την ενίσχυση του διαθεσίμου εισοδήματος και τη διατήρηση της δυναμικής της ιδιωτικής κατανάλωσης.     Απαραίτητη κρίνεται η επιτάχυνση των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων στις αγορές αγαθών, υπηρεσιών και εργασίας, για την ενίσχυση της παραγωγικότητας και τόνωση της ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας. 

ΣΧΕΤΙΚΑ