Διορθωτικές κινήσεις αλλά όχι «ξήλωμα» του τεκμαρτού εισοδήματος

Καταστήματα στο Μοναστηράκι στο κέντρο της Αθήνας / Φωτογραφία: Shutterstock

Ποιο ήταν το βασικό επιχείρημα του οικονομικού επιτελείου, σε όσους αμφισβήτησαν τη σκοπιμότητα αλλά και τη νομιμότητα του νέου τεκμηρίου.

Εξαρχής ήταν σαφές ότι το νέο τεκμαρτό εισόδημα για τους ελεύθερους επαγγελματίες δεν θα ήταν «εύπεπτο» ειδικά από εκείνους που είχαν συνηθίσει να περνούν κάτω από το ραντάρ της εφορίας, με τον έναν ή τον άλλον τρόπο. Σαφές ήταν, όμως κι ότι μαζί με τα «ξερά», κινδύνευαν να καούν και τα «χλωρά», δηλαδή επιτηδευματίες με πραγματικά χαμηλά εισοδήματα, που μπαίνουν τελικά στο ίδιο ζύγι με τους μεγαλοφοροφυγάδες συναδέλφους τους.

«Δεν πρόκειται να κάνουμε πίσω σε αυτή την μεταρρύθμιση. Αν υπάρχουν σημειακές διορθώσεις οι οποίες πρέπει να γίνουν, μπορούμε να τις κάνουμε, αλλά ο πυρήνας της μεταρρύθμισης δεν πρόκειται να αλλάξει», σημείωσε ο πρωθυπουργός στη συνέντευξη του στον Alpha, δίνοντας έτσι το έναυσμα για σενάρια παρεμβάσεων που μπορούν να γίνουν, έτσι ώστε να διορθωθούν στρεβλώσεις και αδικίες.

Ημερομηνία λήξης

Κατ' αρχάς, σε όρους επικοινωνίας, αλλά εν τέλει και ουσίας, αυτό που θα μπορούσε να «βγάλει» προς τα έξω το υπουργείο Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών είναι ότι το τεκμαρτό εισόδημα έχει ημερομηνία λήξης, σε συνάρτηση με την πλήρη ενεργοποίηση των ψηφιακών εφαρμογών και διαδικασιών, που ήδη «τρέχει» η ΑΑΔΕ.

Ποιο ήταν το βασικό επιχείρημα του οικονομικού επιτελείου, σε όσους αμφισβήτησαν τη σκοπιμότητα αλλά και τη νομιμότητα του νέου τεκμηρίου; Ότι η αποτελεσματική λειτουργία όλων των νέων «εργαλείων» της ΑΑΔΕ (διασύνδεση POS, ηλεκτρονικά δελτία αποστολής, ηλεκτρονικές δαπάνες, προσυμπληρωμένες και «κλειδωμένες» δηλώσεις εισοδήματος- ΦΠΑ κλπ) απαιτεί περί τα 2 έτη και δεν είναι δυνατόν στο μεσοδιάστημα να γίνονται ανεκτές οι χρόνιες παραβατικές συμπεριφορές, από τις οποίες τα κρατικά ταμεία χάνουν γύρω στα 10 δισ. ευρώ ετησίως.

Τι θα μπορούσε να λειτουργήσει ως βαλβίδα αποσυμπίεσης; Η δέσμευση ότι η πλήρης ψηφιοποίηση των φορολογικών υποχρεώσεων- διαδικασιών, άρα και η δυνατότητα αυτοματοποιημένων διασταυρώσεων, θα σημάνει το τέλος του τεκμαρτού εισοδήματος.

Ασφαλή συμπεράσματα μετά την εκκαθάριση των φετινών δηλώσεων

Αναμένοντας την ολοκλήρωση της εκκαθάρισης των φετινών δηλώσεων, τα στατιστικά στοιχεία αναμφίβολα θα επιτρέψουν ασφαλή συμπεράσματα για το ποιοι επιτηδευματίες επιβαρύνθηκαν περισσότερο και ποιες διορθώσεις σε βασικές παραμέτρους του νέου συστήματος, θα μπορούσαν να γίνουν.

Για παράδειγμα, ένα ζήτημα είναι οι συντελεστές προσαύξησης, που σχετίζονται με τις 3ετίες δραστηριότητας. Η προσαύξηση αυτή μπορεί να φτάσει το 30% για όσους ασκούν επάγγελμα πάνω από 10 χρόνια, χωρίς να έχει προβλεφθεί π.χ. όριο ηλικίας. Έτσι, ένας επαγγελματίας 60 ετών θεωρείται ότι έχει εισόδημα πολύ υψηλότερο από έναν συνάδελφο του 35 ετών, απλώς και μόνο επειδή έχει «ανοίξει» βιβλία πολύ νωρίτερα. Κατά την επεξεργασία και την ψήφιση των επίμαχων διατάξεων δεν ελήφθησαν ούτε κλαδικά ούτε γεωγραφικά χαρακτηριστικά.

Υπενθυμίζεται ότι λίγο πριν φτάσει το νέο πλαίσιο στη Βουλή είχε γίνει καίρια παρέμβαση στον συντελεστή προσαύξησης, για όσους υπερβαίνουν τον μέσο τζίρο του ΚΑΔ τους. Έτσι, ενώ αρχικά προβλέπονταν συντελεστές 35- 100%, τελικά ο εν λόγω συντελεστής «κουρεύτηκε» στο 5%.

Έλεγχοι

Μεγάλη συζήτηση γίνεται και για το κατά πόσο είναι εν τέλει μαχητό το τεκμήριο μέσω ελέγχου. Σύμφωνα με τα στοιχεία που δημοσιοποίησε το ΥΠΕΘΟ, από τις 75.166 δηλώσεις ελευθέρων επαγγελματιών, καταγράφηκαν μόλις 255 προθέσεις αμφισβήτησης και 24 ολοκληρωμένες διαδικασίες.

Η μια ερμηνεία είναι ότι η συντριπτική πλειοψηφία προτιμά να πληρώσει επιπλέον φόρο, παρά να μπλέξει με έναν εξονυχιστικό έλεγχο οικογενειακού «πόθεν έσχες» σε βάθος 5ετίας. Η εικόνα αυτή μπορεί, όμως, να αλλάξει λίαν συντόμως με το μπαράζ προσφυγών ενώπιον του ΣτΕ, της ΔΕΔ και των διοικητικών πρωτοδικείων.

Τα στοιχεία, πάνω στα οποία βασίστηκε το ΥΠΕΘΟ για να φέρει το τεκμαρτό εισόδημα, δείχνουν ότι επί συνόλου 735.000 επαγγελματιών- ατομικών επιχειρήσεων, το 71% δηλαδή 521.000 φορολογούμενοι, δήλωσαν το 2022 καθαρό εισόδημα μικρότερο από αυτό των εργαζομένων με τον κατώτατο μισθό, δηλαδή 10.920 ευρώ. Από αυτούς, οι 128.000 παρέδωσαν στην εφορία… «λευκή» κόλλα ήτοι δήλωσαν εισόδημα «0»!

Στο δια ταύτα, περίπου 272.000 επαγγελματίες πλήρωσαν «0» φόρο, άλλοι 172.000 λιγότερα από 500 ευρώ κι άλλοι 95.000 φτάνουν με το ζόρι στο 1.000άρικο.

ΣΧΕΤΙΚΑ