O ESM πιέζει για συμμετοχή της ιδιωτικής ασφάλισης στη μάχη κατά των φυσικών καταστροφών
Οι καταστροφικές πλημμύρες στην Ελλάδα και τη Σλοβενία δεν προκάλεσαν μόνο σοκ λόγω της έντασης τους και των τεράστιων ζημιών άφησαν πίσω τους, αλλά έφεραν στο προσκήνιο αφενός την ανεπάρκεια των ευρωπαϊκών χρηματοδοτικών “εργαλείων” αφετέρου τη μάλλον χαμηλή συμμετοχή των ασφαλιστικών εταιριών στη διαχείριση αυτών των κινδύνων.
Σε ειδική ανάλυση του ο ESM αναδεικνύει αυτήν τη νέα πρόκληση, προσθέτοντας ως βασική παράμετρο την επιβάρυνση των κρατικών προϋπολογισμών. Δεν πρέπει να λησμονεί κανείς ότι ο φετινός “λογαριασμός” από πυρκαγιές και πλημμύρες στην Ελλάδα πιθανώς θα προσεγγίσει τα 4 δισ ευρώ σε βάθος χρόνου, συνυπολογιζομένων των ζημιών σε υποδομές, δίκτυα, καλλιέργειες κ.λ.π.
Όπως σημειώνει ο ESM, η ασφαλιστική κάλυψη έναντι φυσικών κινδύνων παραμένει χαμηλή στην Ευρώπη. Σύμφωνα με τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Περιβάλλοντος, μόνο το 30% των οικονομικών απωλειών από καιρικά και κλιματικά φαινόμενα είναι ασφαλισμένο, με σημαντικές διακυμάνσεις ανάλογα με τον τύπο του κινδύνου και τη χώρα. Αυτό αφήνει ένα σημαντικό κενό προστασίας που πρέπει να καλυφθεί. Εκτός από τον ανθρώπινο πόνο και την απώλεια πλούτου που συνεπάγονται οι φυσικές καταστροφές, επιβαρύνουν επίσης τις κυβερνήσεις, οι οποίες συχνά αναμένεται να παρέμβουν και να αποζημιώσουν τις ανασφάλιστες απώλειες.
Τι μπορεί να γίνει κατά τον Ευρωμηχανισμό; Οι λύσεις σε αυτή την πρόκληση θα πρέπει ιδανικά να πληρούν τις ακόλουθες απαιτήσεις:
Οδηγούν σε αποτελεσματικό επιμερισμό των κινδύνων μεταξύ όλων των εμπλεκόμενων μερών,δημιουργούν κίνητρα για μέτρα μετριασμού της κλιματικής αλλαγής και προσαρμογής,
Η παρέμβαση είναι καθαρά επωφελής, δηλαδή τα οφέλη υπερτερούν του κόστους σε σχέση με την υφιστάμενη κατάσταση.
Οι λύσεις του ιδιωτικού τομέα αποτελούν το κλειδί για την ενίσχυση της ανθεκτικότητας σε φυσικές καταστροφές. Ως πρώτη λύση, θα πρέπει επομένως ιδανικά να αναζητηθούν πρόσθετες καινοτόμες λύσεις από τον κλάδο.
Από την πλευρά της ζήτησης, τα μέτρα αυτά μπορεί να περιλαμβάνουν ασφάλιστρα ή εκπτώσεις με βάση τον κίνδυνο που θα ενθαρρύνουν τους ασφαλισμένους να λαμβάνουν μέτρα μετριασμού για τη μείωση της έκθεσής τους. Οι κάτοχοι ασφαλιστηρίων συμβολαίων θα πρέπει επίσης να παροτρύνονται να υιοθετούν περιβαλλοντικές, κοινωνικές και διοικητικές πρακτικές. Αυτό θα μείωνε την ευπάθειά τους σε κινδύνους που σχετίζονται με το κλίμα, για παράδειγμα, επενδύοντας σε μέτρα προστασίας που περιορίζουν τις ζημιές όταν συμβεί μια πλημμύρα ή άλλη φυσική καταστροφή.
Από την πλευρά της προσφοράς, η ασφάλιση κατά φυσικών καταστροφών θα μπορούσε να αποτελέσει αναπόσπαστο μέρος της ασφάλισης περιουσίας, πυρκαγιάς ή άλλης σχετικής ασφάλισης, με ρήτρα εξαίρεσης αντί για επιλογή. Αυτό θα μπορούσε να συμβάλει στην αύξηση της κάλυψης της αγοράς, μαζί με άλλα μέτρα για την ευαισθητοποίηση σε θέματα κινδύνου.
Μια πανευρωπαϊκή αντασφαλιστική δεξαμενή για ζημίες από φυσικές καταστροφές είναι ένα παράδειγμα πρωτοβουλίας του ιδιωτικού τομέα που θα μπορούσε να βελτιώσει την ικανότητα ανάληψης κινδύνων των ευρωπαϊκών πρωτασφαλιστών. Η ανάπτυξη λύσεων στην κεφαλαιαγορά μέσω της έκδοσης τίτλων που συνδέονται με την ασφάλιση (π.χ. ομόλογα καταστροφών) θα μπορούσε να συμβάλει περαιτέρω στη διεύρυνση της ικανότητας ανάληψης κινδύνων του ιδιωτικού τομέα.
Επίσης, καινοτομίες όπως η παραμετρική ασφάλιση, μια μη παραδοσιακή ασφαλιστική λύση που προσφέρει προκαθορισμένες πληρωμές μετά από ένα συμβάν ενεργοποίησης, μπορεί να αξίζουν περαιτέρω εξέταση. Ο συνδυασμός όλων αυτών των μέτρων, ωστόσο, μπορεί να εξακολουθεί να είναι ανεπαρκής για την επίτευξη του επιθυμητού επιπέδου προστασίας από ακραία γεγονότα.