Ελληνικά ομόλογα: Ανοίγει νέος κύκλος μετά την επιστροφή στην κανονικότητα

Φωτογραφία: Shutterstock

Τα ελληνικά κρατικά ομόλογα έχουν από καιρό εισέλθει στα ραντάρ των επενδυτών, καθώς αποτελούν πλέον συχνότερη επιλογή για τα χαρτοφυλάκιά τους.

Είναι γεγονός ότι μετά την την άρση των περιορισμών για την πανδημία και τη νηνεμία στις αγορές μετά τις αναταράξεις που προκάλεσε ο κορωνοϊός, οι επενδυτές έδειξαν την προτίμησή τους στα ελληνικά κρατικά ομόλογα. Οι αποδόσεις τους άρχισαν να αποκλιμακώνονται αισθητά, σε σημείο που η απόδοση του ελληνικού δεκαετούς κρατικού ομολόγου έφθασε να διαπραγματεύεται στη δευτερογενή αγορά σε χαμηλότερα επίπεδα από τον αντίστοιχο κρατικό τίτλο χρέους των ΗΠΑ.

Το περιθώριο μεταξύ της ελληνικής δεκαετίας και του αντίστοιχου γερμανικού bund (το γνωστό spread) έκλεισε σημαντικά και σήμερα κυμαίνεται στις 129 μονάδες βάσης όταν τον Μάρτιο του 2022 η διαφορά βρισκόταν ακόμη και στις 235 μονάδες βάσης.

Δεν πρέπει να λησμονείται, ότι σημαίνων ρόλο στην αποκλιμάκωση των αποδόσεων των ελληνικών ομολόγων -και όχι μόνο- διαδραμάτισε η απόφαση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας να συμπεριλάβει τους ελληνικούς κρατικούς τίτλους χρέους στο πρόγραμμα αγορών έκτακτης ανάγκης για την πανδημία (ΡΕΡΡ) κι ενώ στερούνταν επενδυτικής διαβάθμισης. Βάσει του καταστατικού της ΕΚΤ, επιλέξιμοι τίτλοι για αγορές από το Ευρωσύστημα είναι μόνο εκείνου που βρίσκονται στην επενδυτική κατηγορία, μια κατηγορία την οποία η Ελλάδα την έχει απωλέσει από το 2011 απόρροια της βαθιάς ύφεσης στην οποία εισήλθε η ελληνική οικονομία.

Με την εξαίρεση ελέω κορωνοϊού, τα ελληνικά ομόλογα συμπεριλήφθηκαν στις αγορές της ΕΚΤ. Ωστόσο για τα έκτακτα αυτά μέτρα έφθασε η ώρα της απόσυρσης. Όπως έχει επανειλημμένως εξαγγείλει η ΕΚΤ, τα ομόλογα που έχει αγοράσει στο πλαίσιο του ΡΕΡΡ θα συνεχίσει να τα επανεπενδύει τουλάχιστον έως τα τέλη του 2024, προκειμένου να εξασφαλίσει ότι δεν θα υπάρχουν απρόσμενες και δυσάρεστες συνέπειες από την αποεπένδυση της κεντρικής τράπεζα;ς.

Την ώρα που πλησιάζει το τέλος του ΡΕΡΡ (εκτός συγκλονιστικού απρόπτου), η ελληνική οικονομία έχει τροχοδρομήσει προς μία και μόνο κατεύθυνση: την επιστροφή στην επενδυτική βαθμίδα. Μια επιστροφή που επιτρέπει όχι μόνο στην ΕΚΤ αλλά και στους θεσμικούς επενδυτές (που επίσης έχουν τον περιορισμό της επενδυτικής διαβάθμισης για να τοποθετούν τίτλους στα χαρτοφυλάκιά τους) να αγοράσουν ελληνικά ομόλογα. Υπολογίζεται, ότι μόλις το 10% των θεσμικών επενδυτών δεν έχουν αυτό τον περιορισμό στο καταστατικό τους.

Να σημειωθεί ότι η ΕΚΤ για να θεωρήσει έναν τίτλο επιλέξιμο πρέπει να έχει εξασφαλίσει την επενδυτική διαβάθμιση από δύο από τους τρεις συστημικούς οίκους αξιολόγησης, τους Moody’s, Standard & Poor’s και Fitch Ratings. Αυτό τον μήνα ήρθε η αναβάθμιση του ελληνικού αξιόχρεου σε επενδυτική βαθμίδα από τον οίκο S&P. Είχε προηγηθεί τον Σεπτέμβριο η διπλή αναβάθμιση από τον οίκο Moody’s, ωστόσο αξιολογούσε την ελληνική οικονομία τρεις βαθμίδες χαμηλότερα της επενδυτικής κατηγορίας. Οπότε η πιστοληπτική ικανότητα της Ελλάδας έμεινε ένα σκαλοπάτι χαμηλότερα της επενδυτικής διαβάθμισης από τον οίκο Moody’s. Άρα επί του παρόντος, η Ελλάδα χρειάζεται την αναβάθμιση του οίκου Fitch τον Δεκέμβριο για να καταστούν και επίσημα οι ελληνικοί τίτλοι επιλέξιμοι από την ΕΚΤ.

Ωστόσο, χθες η επικεφαλής της ΕΚΤ, από τις εγκαταστάσεις της Τράπεζας της Ελλάδος, κατά τη διάρκεια της καθιερωμένης συνέντευξης μετά το πέρας της συνεδρίασης για τον καθορισμό της νομισματικής πολιτικής έστειλε ένα μήνυμα προς τις αγορές σημαίνουσας βαρύτητας: «Τέλος το waiver για την Ελλάδα, είναι πλέον περιττό». Το waiver είναι η εξαίρεση της ΕΚΤ να αγοράζει ελληνικά ομόλογα ενώ δεν διαθέτουν την επενδυτική διαβάθμιση.

Με τη δήλωση αυτή η Κριστίν Λαγκάρντ, άφησε έναν σαφή υπαινιγμό ότι είναι θέμα χρόνου (και συγκεκριμένα τον Δεκέμβριο) για την επίσημη επιστροφή της ελληνικής οικονομίας στην κανονικότητα.

Από καιρό, οι αναλυτές έχουν επισημάνει το θετικό μομεντουμ για τα ελληνικά ομόλογα και συνιστούν τοποθετήσεις σε αυτά.

Σήμερα ήρθε εκ νέου επιβεβαίωση από την Capital Economics, η οποία ούτε λίγο ούτε πολύ αναφέρει σε έκθεσή της, ότι τα ελληνικά ομόλογα επί της παρούσης αποτελούν την πιο ασφαλή επιλογή μεταξύ εκείνων από τις χώρες του ευρωπαϊκού νότου (Πορτογαλία, Ιταλία, Ισπανία, οι αποκαλούμενες και PIGS).

H απόδοση της ελληνικής δεκαετίας διαπραγματεύεται χαμηλότερα κατά 80 μονάδες βάσης σε σχέση με τον αντίστοιχο ιταλικό τίτλο και όπως αναφέρουν οι οικονομολόγοι της εταιρείας αναλύσεων η τάση αυτή αναμένεται να διατηρηθεί για καιρό.

Μάλιστα, όπως επισημαίνουν, οι αποδόσεις των ομολόγων της Ισπανίας και της Πορτογαλίας κυμαίνονται σε χαμηλότερα επίπεδα σε σχέση με τους αντίστοιχους ελληνικούς τίτλους, είναι όμως η δημοσιονομική σταθερότητα που παρουσιάζει η Ελλάδα τα τελευταία χρόνια που προσδίδει μεγαλύτερη ασφάλεια στα ελληνικά ομόλογα.

ΣΧΕΤΙΚΑ