Ο ρόλος- κλειδί του υπουργείου Απασχόλησης στην επόμενη ημέρα
Μέχρι τώρα ο όρος “ηλεκτρική καρέκλα” προκαλούσε συνειρμούς με τη θέση του υπουργού Οικονομικών και η αλήθεια είναι ότι η πρωτόγνωρη κρίση της πανδημίας και του ενεργειακού κόστους, έδωσε άλλο νόημα στον όρο.
Αν δεν βρεθούμε προ νέων, δυσάρεστων εκπλήξεων, τη σκυτάλη φαίνεται ότι θα παραλάβει όποιος αναλάβει το χαρτοφυλάκιο του υπουργείου Εργασίας ή Απασχόλησης.
“Η απασχόληση είναι η μεγάλη πρόκληση της επόμενης τετραετίας” έλεγε σε ανύποπτη στιγμή υψηλόβαθμος κυβερνητικός αξιωματούχος, βλέποντας αυτό που έρχεται. Δεν είναι μόνο η εφαρμογή σημαντικών παρεμβάσεων, που έγιναν τα προηγούμενα χρόνια, με πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα την Ψηφιακή Κάρτα σε όλη την οικονομία. Είναι κυρίως η προσαρμογή νομοθετικών διατάξεων, αποφάσεων, εγκυκλίων, προγραμμάτων και δράσεων στις σαρωτικές αλλαγές στην αγορά εργασίας, που είτε “τρέχουν” μετά τις ανατροπές της πανδημίας είτε επιβάλλονται από τις νέες τεχνολογίες, ειδικά την Τεχνητή Νοημοσύνη.
Το “κενό” των 80.000- 100.000 θέσεων στο κλάδο του τουρισμού και επισιτισμού, καθώς και η αδυναμία εύρεσης προσωπικού και στελεχών σε εξειδικευμένα πόστα, ανάδειξαν δύο από τις κύριες προκλήσεις των επόμενων ετών. Από τη μια, είναι η παροχή των κατάλληλων κινήτρων- κυρίως μισθολογικών- σε όσους απέχουν συνειδητά από την αγορά εργασίας κι από την άλλη η αναβάθμιση δεξιοτήτων σε πρώτη φάση.
Σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα της Adecco, η δυσκολία στην εύρεση ταλαντούχων στελεχών δεν είναι καινούριο φαινόμενο αλλά το πρόβλημα επιδεινώθηκε πολύ στα χρόνια της πανδημίας, καθώς πολλοί εργαζόμενοι αποφάσισαν να αλλάξουν κλάδο που δραστηριοποιούνται, δημιουργώντας μεγάλες ανακατατάξεις στους οργανισμούς και τις επιχειρήσεις. Επίσης, παρατηρείται μια δυσκολία και στη διατήρηση του ταλαντούχου ανθρώπινου δυναμικού με τις επιχειρήσεις να προσπαθούν να περιορίσουν τη διαρροή ταλέντου με συνεχείς εκπαιδεύσεις που αναβαθμίζουν τις δεξιότητες των εργαζομένων (upskilling).
Η αγορά εργασίας δεν έχει ανακάμψει ακόμα πλήρως από τις αναταράξεις που επέφερε η πανδημία και η εκτίναξη του πληθωρισμού κάνει το μακροοικονομικό περιβάλλον δυσμενέστερο. Συνεπώς, για να εξοπλιστούν οι επιχειρήσεις απέναντι στους κινδύνους που ελλοχεύουν από τις επιπτώσεις του πληθωρισμού στην αγορά εργασίας, θα πρέπει να υιοθετήσουν μια ξεκάθαρη στρατηγική διατήρησης ταλέντων με ισχυρά κίνητρα προς τους εργαζομένους τους.
Η άλλη μεγάλη πρόκληση είναι η προσαρμογή Κράτους κι επιχειρήσεων στην απαίτηση των εργαζόμενων για μεγαλύτερη ευελιξία. Όπως σημειώνει μελέτη της Alpha Bank, τα τελευταία έτη, παρατηρούνται ριζικές αλλαγές στην αγορά εργασίας, σε παγκόσμιο επίπεδο. Μετά από πολλές δεκαετίες, τόσο σε χώρες της Ευρώπης (Ιρλανδία, Ισπανία, Βρετανία, Βέλγιο, Ισλανδία), όσο και σε άλλες χώρες, όπως στις ΗΠΑ, την Ιαπωνία και στη Νότια Αφρική, οι εθνικές κυβερνήσεις ενθάρρυναν την εφαρμογή πιλοτικών προγραμμάτων τετραήμερης εβδομαδιαίας εργασίας, έναντι της θεσμοθετημένης πενθήμερης εργασίας που ισχύει σήμερα.
Ο λόγος για τον οποίο ανέκυψε το εν λόγω θέμα είναι το γεγονός ότι, μετά από την πανδημική κρίση, έχουν αλλάξει άρδην οι συνθήκες της αγοράς εργασίας, αφού έχουν καταστεί πιο ευέλικτες, με τη μερική απασχόληση, την εργασία ορισμένου χρόνου και την εξ αποστάσεως εργασία να έχουν αυξηθεί σημαντικά, ενώ πολλοί εργοδότες προσφέρουν τη δυνατότητα επιλογής υβριδικού μοντέλου εργασίας (περιλαμβάνει την εξ αποστάσεως και τη δια ζώσης εργασία) και κυλιόμενου ωραρίου εργασίας.
Το ζήτημα της τετραήμερης εργασίας συνδέεται άμεσα με την αποδοχή ή μη απώλειας εισοδήματος. Στην περίπτωση αποδοχής από τον εργαζόμενο τετραήμερης απασχόλησης με παράλληλη ανάλογη μείωση του μισθού, πιθανότατα να μην ανακύπτει κάποιο πρόβλημα εφόσον συναινεί ο εργοδότης του. Ωστόσο, πολλοί υποστηρικτές της τετραήμερης εργασίας επιμένουν στην πλήρη αποζημίωση των μισθών. Η μείωση των ωρών εργασίας κατά το ένα πέμπτο και η διατήρηση του μηνιαίου μισθού αμετάβλητη θα ισοδυναμούσαν με αύξηση των ωρομισθίων κατά 20%. Για τις εταιρείες, αυτό θα ήταν οικονομικά βιώσιμο, μόνο εάν η παραγωγικότητα των εργαζομένων αυξανόταν κατά το ίδιο ποσό, με άλλα λόγια εάν επρόκειτο να επιτύχουν σε τέσσερις ημέρες αυτό που κάνουν, σήμερα, σε πέντε.