Το διπλό μήνυμα του Eurogroup -Ποιες προκλήσεις περιμένουν τον επόμενο υπουργό Οικονομικών

Φωτο: Eurokinissi

Στο Θ. Πελαγίδη έλαχε να πάρει τα εύσημα του Eurogroup για τις αντοχές που έχει επιδείξει ως τώρα η ελληνική οικονομία, αλλά και τις ευοίωνες προοπτικές που διαγράφονται.

Ο υπηρεσιακός υπουργός Οικονομικών, ο οποίος θα προλάβει να πάρει μεθαύριο και ευρωπαϊκό “άρωμα” πριν παραδώσει στον υπουργό της νέας κυβέρνησης, θα αναλάβει, όμως, να φέρει στην Αθήνα και το “πακέτο” των προκλήσεων για το διάδοχο του.

Στην ατζέντα του τελευταίου Eurogroup πριν από τις καλοκαιρινές διακοπές, συμπεριλαμβάνεται η συζήτηση επί των Μεταπρογραμματικών Αξιολογήσεων για την Κύπρο, την Ιρλανδία, την Πορτογαλία, την Ισπανία και την Ελλάδα. Ως γνωστόν, η Έκθεση Αξιολόγησης είχε θετικό πρόσημο, ενώ ακόμα και οι δημοσιονομικές συστάσεις/κατευθύνσεις για το 2024 αποδείχθηκαν πιο... γαλαντόμες από το σχεδιασμό του υπουργείου Οικονομικών.

Από την άλλη, υπάρχει το ειδικό κεφάλαιο των Μακροοικονομικών Ισορροπιών, που μπορεί να πέρασε στα... ψιλά του Τύπου, αλλά αυτές είναι οι προκλήσεις των επόμενων ετών, χωρίς να συνυπολογίζει κανείς το μόνιμο “βάρος” της βιωσιμότητας του Χρέους.

Ποια είναι η διάγνωση των τεχνοκρατών της Κομισιόν για τα “αδύναμα” σημεία της ελληνικής οικονομίας;

Τράπεζες

Τι διαπιστώνεται: Ο τραπεζικός τομέας επιβαρύνεται από το υψηλό, αν και σημαντικά μειωμένο, ποσοστό των μη εξυπηρετούμενων δανείων (6,4% τον Σεπτέμβριο του 2022). Η βασική κερδοφορία των τραπεζών έχει βελτιωθεί και στηρίζει την κεφαλαιακή τους θέση, που παραμένει η χαμηλότερη στη ζώνη του ευρώ (16,2 % τον Σεπτέμβριο του 2022). Η ποιότητα του κεφαλαίου παραμένει χαμηλή και εξακολουθεί να εξαρτάται από το ελληνικό κράτος.

Επιπλέον, μεγάλο μέρος του κληροδοτημένου μη εξυπηρετούμενου χρέους βρίσκεται πλέον στα χέρια διαχειριστών και η ρύθμισή του εξακολουθεί να αποτελεί πρόκληση για την οικονομία. Παρά τη σημαντική κατοχή εγχώριων κρατικών ομολόγων, οι τράπεζες έχουν προστατεύσει σε μεγάλο βαθμό τον ισολογισμό τους από τη μεταβλητότητα των αποδόσεων των κρατικών ομολόγων αποτιμώντας το 84% των κρατικών τίτλων τους στο αποσβεσμένο κόστος και εφαρμόζοντας στρατηγικές αντιστάθμισης κινδύνου

Οι προοπτικές: Η αύξηση των επιτοκίων και των τιμών ενέχει τον κίνδυνο διάβρωσης της ικανότητας αποπληρωμής του χρέους των δανειοληπτών, θέτοντας σε κίνδυνο την ποιότητα των περιουσιακών στοιχείων των τραπεζών.

Αν και υπόκεινται σε καθοδικούς κινδύνους, οι βελτιωμένες προοπτικές κερδοφορίας των τραπεζών αναμένεται να συμβάλουν στη σταδιακή αποκατάσταση των δεικτών κεφαλαίων. Αυτό υποστηρίζεται από τις χαμηλότερες απομειώσεις, δεδομένης της έντονης πτώσης των μη εξυπηρετούμενων δανείων, καθώς και από τις νέες δανειοδοτήσεις και τα υψηλότερα περιθώρια των επιτοκίων. Ωστόσο, αντιμετωπίζουν αυξήσεις του κόστους χρηματοδότησης, ενώ τυχόν επιδείνωση της ποιότητας των περιουσιακών στοιχείων ή περικοπή της ζήτησης πιστώσεων θα έθετε προκλήσεις για την κερδοφορία τους

Μέτρα: Η χάραξη πολιτικής συνάδει συνολικά με τη βελτίωση της σταθερότητας του χρηματοπιστωτικού τομέα. Το πρόγραμμα Ηρακλής που ολοκληρώθηκε πρόσφατα συνέβαλε σημαντικά στην εξυγίανση των ισολογισμών των τραπεζών, ενώ σταδιακά γίνεται αισθητός ο αντίκτυπος άλλων μεταρρυθμίσεων. Η χρήση των εξωδικαστικών αναδιαρθρώσεων από τις τράπεζες και τους δανειολήπτες έχει αυξηθεί, αλλά παραμένει περιορισμένη.

Η εκκαθάριση τόσο των συσσωρευμένων εκκρεμών υποθέσεων υπερχρεωμένων νοικοκυριών όσο και των κρατικών εγγυήσεων που έχουν καταπέσει επιταχύνθηκε. Ο αριθμός των ηλεκτρονικών πλειστηριασμών έχει αυξηθεί, φτάνοντας στο υψηλότερο επίπεδο εδώ και χρόνια, ενώ το ακόμη υψηλό ποσοστό άκαρπων πλειστηριασμών βελτιώνεται με αργούς ρυθμούς, εν μέρει ως αποτέλεσμα προηγούμενων δράσεων πολιτικής.

Απασχόληση

Τι διαπιστώνεται: Στο 12,5 % το 2022, η ανεργία παραμένει μεταξύ των υψηλότερων στην ΕΕ και πλήττει δυσανάλογα τη νεολαία (24,2 %) και τις γυναίκες (15,2 %). Η μακροχρόνια ανεργία (9,2 % το 2021) είναι επίσης από τις υψηλότερες στην ΕΕ. Αν και αυξάνεται σταδιακά, το ποσοστό απασχόλησης ανήλθε σε 66,1 % το τρίτο τρίμηνο του 2022, δηλαδή κατά 8,6 εκατοστιαίες μονάδες χαμηλότερο από τον μέσο όρο της ΕΕ

Οι προοπτικές: Η ανεργία μειώνεται σχεδόν σταθερά από τα μέσα του 2013, μεταξύ άλλων και κατά τη διάρκεια της πανδημίας. Αναμένεται να μειωθεί περαιτέρω το 2023. Η απασχόληση έχει ανακτήσει πλήρως τις ζημίες που υπέστη κατά τη διάρκεια της πανδημίας, σχεδόν κατά 6 εκατοστιαίες μονάδες πάνω από το επίπεδο προ της πανδημίας, και αναμένεται να αυξηθεί περαιτέρω το 2023, με τη στήριξη επίσης της υλοποίησης του ΣΑΑ και των συνεχιζόμενων καλών επιδόσεων στον τομέα του τουρισμού.

Μέτρα: Η αγορά εργασίας αναμένεται να επωφεληθεί από τα διάφορα μέτρα του Σχεδίου Ανάκαμψης της Ελλάδας, μεταξύ άλλων από τη σημαντική αύξηση των προγραμμάτων ενεργοποίησης και τη διοικητική αναβάθμιση της ελληνικής δημόσιας υπηρεσίας απασχόλησης. Ωστόσο, εξακολουθούν να υπάρχουν περιθώρια για περαιτέρω αύξηση της απασχολησιμότητας των νέων και των γυναικών που αντιμετωπίζουν υψηλότερα ποσοστά ανεργίας.

Ανταγωνιστικότητα

Τι διαπιστώνεται: Το μεγάλο έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών επιδεινώθηκε περαιτέρω φθάνοντας το 11,8 % του ΑΕΠ το 2022 και παραμένει πολύ μεγαλύτερο από ό,τι πριν από την πανδημία. Βασικός παράγοντας ήταν ότι η εγχώρια ζήτηση αυξήθηκε ταχύτερα από την παραγωγή της οικονομίας. Το εμπορικό ισοζύγιο ενεργειακών αγαθών επιδεινώθηκε επίσης σημαντικά λόγω της αύξησης των τιμών της ενέργειας.

Τα επίπεδα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών είναι χαμηλότερα από αυτά που θα χρειάζονταν για τη σταθεροποίηση της καθαρής διεθνούς επενδυτικής θέσης της Ελλάδας, η οποία βελτιώθηκε το 2022 και ανήλθε στο -141 % του ΑΕΠ. Οι υποχρεώσεις αποτελούνται κυρίως από δημόσια χρεόγραφα που βρίσκονται στην κατοχή επίσημων πιστωτών.

Οι προοπτικές: Το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών προβλέπεται να βελτιωθεί το 2023 σε 9,2% του ΑΕΠ και σε 7,8% το 2024, ενώ η καθαρή διεθνής επενδυτική θέση αναμένεται να παραμείνει σε γενικές γραμμές αμετάβλητη το 2023 και το 2024.

Μέτρα: Έχει σημειωθεί κάποια πρόοδος σε επίπεδο πολιτικής για την αντιμετώπιση των ευπαθειών όσον αφορά την εξωτερική βιωσιμότητα και την ανταγωνιστικότητα. Ωστόσο, τα μέτρα έκτακτης ανάγκης που ελήφθησαν για την αντιμετώπιση της ενεργειακής κρίσης στήριξαν την έντονη εγχώρια ζήτηση. Η σταδιακή κατάργηση των μέτρων αυτών καθ’ όλη τη διάρκεια του 2023 αναμένεται να μειώσει την τόνωση της εγχώριας ζήτησης, αν και θα χρειαστούν περαιτέρω ενέργειες για να εξασφαλιστεί ότι η αύξηση της εγχώριας ζήτησης συμβαδίζει περισσότερο με την παραγωγή, ώστε να διευκολυνθούν τα βιώσιμα εξωτερικά ελλείμματα.

ΣΧΕΤΙΚΑ