Οι αντίρροπες δυνάμεις για την αναβάθμιση σε επενδυτική βαθμίδα
Θα “πατήσουν” πάνω στις νέες, πιο αισιόδοξες εκτιμήσεις και τα πρώτα στοιχεία για τη δυναμική της ανάπτυξης ή θα προτιμήσουν να πάνε στα “σίγουρα”, περιμένοντας πιο ολοκληρωμένη εικόνα από το μέτωπο του ΑΕΠ και του Προϋπολογισμού;
Αυτό είναι το ερώτημα που αιωρείται 48 ώρες μετά τις κάλπες και τη “βροχή” των εκθέσεων- αναλύσεων για το πόσο κοντά είναι ή δεν είναι η Ελλάδα στην επενδυτική βαθμίδα, για το αν οι Οίκοι Αξιολόγησης θα κάνουν το βήμα τώρα- το ραντεβού με τη Fitch σε 15 ημέρες- ή στο τελευταίο τετράμηνο του έτους.
Η εμπειρία δείχνει ότι τα “μεγάλα κεφάλια” των Οίκων δεν κάνουν εύκολα βήματα, πόσο μάλλον όταν ο διεθνής περίγυρος είναι “βουτηγμένος” στην αβεβαιότητα και οι πιο αδύναμοι λογικά θεωρούνται ως τα πιο εύκολα θύματα των πάσης φύσεως αναταράξεων, ειδικά αν αυτό συνεπάγεται αύξηση του κόστους δανεισμού. Από την άλλη, δεν μπορεί να αγνοήσει κανείς το momentum και τη θεαματική άρση της αβεβαιότητας του πολιτικού ρίσκου, όπως επίσης το γεγονός ότι η Ελλάδα εξακολουθεί να έχει την πολυτέλεια να παρακολουθεί... αφ’ υψηλού τις “μάχες” άλλων χωρών στις αγορές π.χ. της Ιταλίας, διαθέτοντας ταμειακά αποθέματα για 2-3 χρόνια.
Σύμφωνα με την Τράπεζα της Ελλάδας, οι προοπτικές για την επενδυτική βαθμίδα είναι θετικές, ειδικά εφόσον επιτευχθεί ο στόχος του πρωτογενούς πλεονάσματος και επιβεβαιωθούν οι προβλέψεις για τους ρυθμούς ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας το 2023.
Ήδη, έχει καταγραφεί έστω οριακά πρωτογενές πλεόνασμα ένα χρόνο νωρίτερα, ενώ η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προβλέπει επίδοση 0,8 μονάδες υψηλότερη από τις εκτιμήσεις της Αθήνας για φέτος, βάζοντας τον πήχη στο 1,9% του ΑΕΠ. Όσο για τους ρυθμούς ανάπτυξης, ακόμα και η αναθεωρημένη πρόβλεψη για 2,3%, χαρακτηρίζεται ξεπερασμένη, αφού πέρα από τον “αέρα” της περσινής χρονιάς, τα πρώτα στοιχεία από τον Τουρισμό σε συνδυασμό με τη “βουτιά” του ενεργειακού κόστος, “δείχνουν” εκτόξευση του ΑΕΠ στο 3% ή και ψηλότερα.
Όσον αφορά στον κοινό παρονομαστή των τελευταίων αξιολογήσεων από τους Οίκους, δηλαδή την αναγκαία σταθερά πτωτική πορεία του Χρέους, πέρα από το προφανές όφελος από την επίτευξη υψηλών ρυθμών ανάπτυξης και πλεονασμάτων, το ταμειακό “μαξιλάρι” επιτρέπει επιθετικές κινήσεις περαιτέρω μείωσης των υποχρεώσεων της χώρας. Δεν είναι μυστικό ότι η προεξόφληση των δανείων του ΔΝΤ χαιρετίστηκε από τις αγορές. Αυτήν τη στιγμή ο “κουμπαράς” διαθέτει 35 δισ ευρώ αλλά αναμένονται ταμειακές ενισχύσεις από την 3η δόση του Ταμείου Ανάκαμψης και τις φορολογικές υποχρεώσεις του έτους.
Από την άλλη, όπως σημειώνει η Τράπεζα της Ελλάδας, εξαιτίας της επιβράδυνσης της οικονομικής δραστηριότητας διεθνώς και της επιδείνωσης των προοπτικών για το αξιόχρεο κρατών και επιχειρήσεων, λόγω και του αυξημένου κόστους δανεισμού, η αναβάθμιση στην επενδυτική κατηγορία δεν θα πρέπει να αναμένεται ότι θα γίνει αυτόματα με την επίτευξη κάποιων δημοσιονομικών ή μακροοικονομικών στόχων.
Επίσης, πρέπει να συνεκτιμηθεί ότι οι παράμετροι των πιστοληπτικών αξιολογήσεων τις τροφοδοτούν μετά την πραγματοποίηση των μεγεθών. Έτσι, κατά την ΤτΕ, η αναβάθμιση του Ελληνικού Δημοσίου εντός της επενδυτικής κατηγορίας είναι ιδιαίτερα πιθανή εφόσον φανεί ότι η πορεία των μακροοικονομικών και δημοσιονομικών μεγεθών, το 2023, επιβεβαιώνει τις θετικές προοπτικές.