Αποπλήρωσαν 22,5 δισ. ευρώ στην ΕΚΤ οι ελληνικές τράπεζες σε ένα χρόνο

NEWSROOM
Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα
Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα/ Φωτογραφία AP

Περισσότερα από 22 δισ. ευρώ (22,5 δισ. ευρώ για την ακρίβεια) επέστρεψαν οι τέσσερεις ελληνικές συστημικές τράπεζες (Εθνική, Πειραιώς, Eurobank και Alpha Bank) στην Ευρωπαική Κεντρική Τράπεζα, τους τελευταίους δώδεκα μήνες.

Όπως προκύπτει από τα στοιχεία που δημοσιοποίησε σήμερα η Τράπεζα της Ελλάδος, ο δανεισμός των ελληνικών τραπεζών από την ΕΚΤ στο τέλος Απριλίου περιορίστηκε στα 28,3 δισ. ευρώ από 50,8 δισ. ευρω που ήταν πριν από ένα χρόνο (Απρίλιος 2022).

Η εξέλιξη αυτή αντανακλά το «τέλος του φθηνού χρήματος» που σηματοδοτούν οι αλλεπάλληλες αυξήσεις των επιτοκίων στις οποίες έχει προχωρήσει η ΕΚΤ, αρχής γενομένης τον περασμένο Ιούλιο. Από τον Ιούλιο του 2022 έως και το Μάιο του 2023, τα βασικά επιτόκια πολιτικής του Ευρωσυστηματος αυξήθηκαν κατά 3,75% ενώ τον Οκτώβριο του 2022 η ΕΚΤ αποφάσισε να τροποποιήσει τους όρους των πράξεων TLTRO III και να αναπροσαρμόσει τον εκτοκισμό των ελάχιστων αποθεματικών.

Tην περίοδο των αρνητικών επιτοκίων οι ελληνικές τράπεζες, όπως και όλες σχεδόν της ευρωζώνης, στην ουσία επιδοτούνταν από την ΕΚΤ μέσω των ειδικών χρηματοδοτικών της εργαλείων (ΤLTRO) προκειμένου να αντλήσουν όσο το δυνατόν περισσότερη ρευστότητα.

Όπως προκύπτει και από τα στοιχεία της ΤτΕ οι τράπεζες σταδιακά ξεκίνησαν να αποπληρώνουν στην ΕΚΤ το μεγαλύτερο μέρος από τη ρευστότητα που είχαν λάβει .

Ωστόσο η συνολική ρευστότητα τους σε μεγάλο βαθμό αποκαταστάθηκε χάρη στην αύξηση των καταθέσεων παρά την πρόωρη και μερική αποπληρωμή των ποσών που είχαν αντληθεί μέσω των πράξεων TLTRO III. Ωστόσο, η ανοδική πορεία των καταθέσεων ανακόπηκε το α΄ τρίμηνο του 2023.

Συγκεκριμένα το υπόλοιπο των καταθέσεων στην Ελλάδα από κατοίκους εσωτερικού το Δεκέμβριο του 2022 ανήλθε σε 196,7 δισεκ. ευρώ σημειώνοντας νέο ιστορικό υψηλό δεκαετίας, ενώ στο α΄ τρίμηνο του 2023 σημείωσε πτώση 1% και ανήλθε στα 194,6 δισεκ. ευρώ. Το 2022, αύξηση παρατηρήθηκε στις καταθέσεις τόσο των νοικοκυριών όσο και των μη χρηματοπιστωτικών επιχειρήσεων που ανήλθαν σε 141,3 δισεκ. ευρώ και 43,8 δισεκ. ευρώ, αυξημένες κατά 6,2 δισεκ. ευρώ και 3,4 δισεκ. ευρώ αντίστοιχα.

Πάντως όπως διαπιστώνεται και στην Έκθεση Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας που δημοσίευσε η ΤτΕ την προηγούμενη εβδομάδα, ο δείκτης ρευστότητας των ελληνικών τραπεζών παρόλο που κινήθηκε ελαφρώς καθοδικά το 2022, κλείνοντας στο 197,3%, παραμένει ωστόσο διπλάσιος από την υποχρεωτική εποπτική απαίτηση η οποία ορίζεται στο 100%.

ΣΧΕΤΙΚΑ