Η «ακτινογραφία» των ξένων επενδύσεων στην Ελλάδα
Η περίοδος της επενδυτικής ξηρασίας έχει παρέλθει, η Ελλάδα έχει μπει για τα καλά στο “χάρτη”, ενώ η ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας εκτιμάται ότι ανοίξει διάπλατα το δρόμο και για τους πιο διστακτικούς.
Τα έτη 2021 και 2022 οι εισροές Ξένων Άμεσων Επενδύσεων ενισχύθηκαν σημαντικά (ανήλθαν σε 2,8% και 3,1% του ΑΕΠ αντίστοιχα, έναντι μέσου όρου 0,9% για την περίοδο 2002-18). Σύμφωνα με την ειδική ανάλυση της Τράπεζας της Ελλάδας, η εξέλιξη αυτή οφείλεται στη σταδιακή ανάκτηση της εμπιστοσύνης στις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας λόγω της βελτίωσης του επιχειρηματικού και οικονομικού περιβάλλοντος, της πολιτικής σταθερότητας, της βελτίωσης των δημόσιων οικονομικών και της μείωσης των φορολογικών και ασφαλιστικών εισφορών.
Η απαρχή της ανοδικής πορείας των ΞΑΕ καταγράφεται ήδη από το 2019 (2,4% του ΑΕΠ), με εξαίρεση το 2020 κατά το οποίο παρέμειναν σε χαμηλά επίπεδα λόγω της παγκόσμιας υγιειoνομικής κρίσης. Ωστόσο, το μεγάλο μέρος της αύξησης των εισροών ΞΑΕ του 2022 σημειώθηκε το α΄ τρίμηνο, ενώ το β΄ και το γ΄ τρίμηνο οι εισροές ΞΑΕ υποχώρησαν κατά 28% και 58% αντίστοιχα έναντι του προηγούμενου τριμήνου. Η τάση αυτή, που παρατηρείται και σε παγκόσμιο επίπεδο, οφείλεται στην επιδείνωση του επενδυτικού κλίματος λόγω των επιπτώσεων του πολέμου στην Ουκρανία, του υψηλού πληθωρισμού, των υψηλών επιτοκίων και της αύξησης των τιμών της ενέργειας.
Ποια είναι η πρόκληση; Παρά την πρόοδο που έχει επιτευχθεί σε ορισμένους τομείς, η διαρθρωτική ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας παραμένει χαμηλότερη σε σύγκριση με το αντίστοιχο ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο και υπάρχουν σημαντικά περιθώρια περαιτέρω βελτίωσής της.
Με βάση τα στοιχεία του ισοζυγίου πληρωμών που καταρτίζει η Τράπεζα της Ελλάδος, οι ΞΑΕ κατευθύνονται κυρίως σε αυξήσεις μετοχικού κεφαλαίου και εξαγορές και δευτερευόντως σε επενδύσεις σε ακίνητα. Ήδη από το 2013 μέχρι σήμερα καταγράφεται έντονο επενδυτικό ενδιαφέρον για ακίνητα που συνδέεται με το πρόγραμμα “Golden Visa” του Υπουργείου Μετανάστευσης και Ασύλου, σύμφωνα με το οποίο πολίτες χωρών εκτός Ευρωπαϊκής Ένωσης μπορούν, εφόσον αγοράσουν ακίνητα αξίας 250.000 ευρώ και άνω, να αποκτήσουν άδεια διαμονής οι ίδιοι και τα μέλη της οικογένειάς τους.
Οι εισροές των ΞΑΕ στην Ελλάδα κατά το 2021-22 προέρχονται κυρίως από προηγμένες οικονομίες, ειδικότερα από χώρες της ΕΕ (2021: 62% και 2022: 69% του συνόλου), με σημαντικότερες την Ιταλία και τη Γερμανία. Το αντίστροφο παρατηρείται για τις επενδύσεις σε ακίνητα, οι οποίες προέρχονται κυρίως από χώρες εκτός ΕΕ (2021: 54% και 2022: 65%), με σημαντικότερες τις ΗΠΑ, το Χονγκ Κονγκ, την Ελβετία, το Ηνωμένο Βασίλειο, τη Σιγκαπούρη και το Ισραήλ.
Με βάση τον κλάδο οικονομικής δραστηριότητας, οι ΞΑΕ κατευθύνονται κυρίως στον τομέα της μεταποίησης (είδη διατροφής-ποτά-προϊόντα καπνού και στις λοιπές μεταποιητικές βιομηχανίες), στον τομέα των υπηρεσιών (χρηματοοικονομικές και ασφαλιστικές δραστηριότητες, ενέργεια και διαχείριση ακίνητης περιουσίας) και στις ιδιωτικές αγοραπωλησίες ακινήτων.
Συμπερασματικά, κατά την περίοδο 2021-22 καταγράφεται σταθερή αυξητική τάση των ΞΑΕ, η οποία οφείλεται αφενός σε διαρθρωτικούς και συγκυριακούς παράγοντες και αφετέρου στην επιτάχυνση της υλοποίησης του στρατηγικού σχεδίου του ΤΑΙΠΕΔ για την αξιοποίηση της δημόσιας περιουσίας. Παράλληλα, δόθηκε προτεραιότητα στο ζήτημα των ΞΑΕ και εντάθηκαν οι επαφές κυβερνητικών στελεχών με δυνητικούς επενδυτές στο εξωτερικό.
Ωστόσο, οι επενδύσεις με σκοπό τη δημιουργία νέων άμεσων παραγωγικών επιχειρήσεων ή νέων εγκαταστάσεων παραμένουν ακόμη σε πολύ χαμηλά επίπεδα. Όπως τομίζει η ΤτΕ, προαπαιτούμενα για την προσέλκυση επιπρόσθετων ΞΑΕ αποτελούν οι υποδομές (μεταφορών, ενέργειας, πληροφορικής και επικοινωνιών), η ανάπτυξη εξειδικευμένου εργατικού δυναμικού, η ενίσχυση της έρευνας και ανάπτυξης και η ενσωμάτωση της χώρας στις παγκόσμιες αλυσίδες αξίας.