Ολοταχώς για αναθεώρηση του ΑΕΠ προς τα πάνω
Αν και βρισκόμαστε μόλις στο δεύτερο μήνα του έτους, τα στοιχεία που έρχονται κυρίως από το μέτωπο της Ενέργειας και οι προβολές από το πεδίο του Τουρισμού, επιτρέπουν την αισιοδοξία ότι το κοντέρ της ανάπτυξης θα “γράψει” τουλάχιστον 2%.
“Δεν υπολογίζαμε τέτοια τιμή φυσικού αερίου” σημειώνουν αρμόδιες πηγές, εκφράζοντας την πεποίθηση ότι λίαν συντόμως θα πάμε σε επίσημη αναθεώρηση των προβλέψεων για το ΑΕΠ. Το πότε μπορεί να γίνει, βέβαια, αυτό είναι ένα κρίσιμο ερώτημα, αν λάβει κανείς υπόψιν ότι εκτός απροόπτου μέσα στο Μάρτιο θα προκηρυχθούν οι εκλογές, άρα καθίσταται αμφίβολο το αν μπορεί να υπάρξει τέτοια κίνηση στο Πρόγραμμα Σταθερότητας, που υπό κανονικές συνθήκες υποβάλλεται κάθε Απρίλιο στις Βρυξέλλες.
Άλλες πηγές εμφανίζονται, πάντως, πιο επιφυλακτικές για το πόσο ασφαλές είναι να προδικάζει κανείς τόσο νωρίς μια τέτοια “έκρηξη” του ΑΕΠ. Αν και η μέχρι τώρα τιμή του φυσικού αερίου κινείται 55- 60 ευρώ χαμηλότερα από το βασικό σενάριο των 120 ευρώ, αν και τα προθεσμιακά συμβόλαια για το υπόλοιπο του έτους δεν ξεπερνάνε επί του παρόντος τα 60 ευρώ, δεν είναι εύκολο να υπολογίσει κανείς το άμεσο όφελος στο ΑΕΠ, παρά μόνο “μετρώντας” τα παράπλευρα κέρδη π.χ. στο ισοζύγιο πληρωμών.
Την περσινή περίοδο, απαιτήθηκαν περίπου 8 δισ ευρώ για τις εισαγωγές φυσικού αερίου (60 TWh). Αν υποθέσουμε ότι και φέτος οι εισαγωγές θα είναι ανάλογες, με την τρέχουσα τιμή θα προκύψει όφελος γύρω στα 4 δισ ευρώ, το οποίο υπολογίζεται ότι μπορεί να επηρεάσει θετικά το ονομαστικό ΑΕΠ γύρω στα 1,5- 2 δισ ευρώ.
Στην παραπάνω πολυπαραγοντική εξίσωση δεν έχει προστεθεί ακόμα ο διαφαινόμενος “αέρας” από τον Τουρισμό. Το βασικό σενάριο έχει “πατήσει” πάνω στις επιδόσεις του 2019 (18,5 δισ ευρώ), ωστόσο αν επιβεβαιωθούν οι προβολές για εισπράξεις 19- 20 δισ ευρώ, τότε δεν αλλάζουν μόνο τα δεδομένα στο ΑΕΠ, αλλά και στα δημοσιονομικά μεγέθη.
“Δεν έχουμε εξαντλήσει με τίποτα το χώρο που θα είναι πιθανά διαθέσιμος” τονίζει αρμόδια πηγή, διατηρώντας έτσι ορθάνοικτο το “παράθυρο” για νέα μέτρα στήριξης, όταν θα υπάρχει δημοσιονομική ασφάλεια, που δεν θα θέτει εν αμφιβόλω το στρατηγικό στόχο του πρωτογενούς πλεονάσματος 0,7%, άρα και της επενδυτικής βαθμίδας. “Αυτήν τη στιγμή δεν υπάρχει δημοσιονομικός χώρος”, σημειώνει άλλη πηγή, αν και παραδέχεται ότι όλα θα αλλάξουν εάν επιβεβαιωθούν οι προβλέψεις και οι προβολές για το κόστος ενέργειας και τον Τουρισμό.
Μιλώντας χθες το βράδυ στο Ελληνογερμανικό Εμπορικό Επιμελητήριο, ο Διοικητής της Τράπεζας επιχείρησε, πάντως, να κρατήσει χαμηλά τους τόνους. Υπολογίζοντας ότι πέρσι η οικονομία “έτρεξε” με 6%, για φέτος κατέβασε τον πήχη στο 1,5%, λόγω του “φρένου” από τις τιμές της ενέργειας και των τροφίμων και της αύξησης των επιτοκίων και εκτίμησε ότι από το 2024 και μετά μπορούμε να “πιάσουμε” το 3%, κυρίως λόγω της θετικής επίπτωσης από τις ροές κοινοτικών κονδυλίων.