Μπρα ντε φερ υπουργείου Οικονομικών- τραπεζών για ρυθμίσεις δανείων
Τα πράγματα είναι απλά, crystal clear όπως λένε οι Αγγλοσάξωνες. Το υπουργείο Οικονομικών και η κυβέρνηση κατ’ επέκταση, θεωρούν ότι μετά από τρεις ανακεφαλαιοποιήσεις κι αφού το Κράτος έβαλε “πλάτη” για να απαλλαγούν από τα “κόκκινα” δάνεια, παρέχοντας εγγυήσεις, οι τράπεζες οφείλουν να αναλάβουν το βάρος που τους αναλογεί, έτσι ώστε αφενός νοικοκυριά κι επιχειρήσεις να μπουν πιο ομαλά στην περίοδο των υψηλών επιτοκίων αφετέρου οι καλόπιστοι δανειολήπτες να μπορέσουν να αποπληρώσουν τις οφειλές τους με βιώσιμους όρους και χωρίς τον πέλεκυ των πλειστηριασμών πάνω από τα κεφάλια τους.
Η συνάντηση της περασμένης εβδομάδας ήταν μόλις η πρώτη από τις πολλές που θα ακολουθήσουν και οι πληροφορίες αναφέρουν ότι ακόμα υπάρχει μεγάλη απόσταση μεταξύ των δύο πλευρών. Σημειωτέον, ότι αν και η Τράπεζα της Ελλάδας δεν έχει εμπλακεί ενεργά σε αυτήν τη διελκυστίνδα, συμφωνεί ότι τράπεζες και κυρίως Διαχειριστές έχουν ακόμα μεγάλα περιθώρια για ρυθμίσεις, με φόντο την Έκθεση της Κομισιόν που ρίχνει φως σε αυτά τα 87 δισ ευρώ που βγήκαν από τους ισολογισμούς των τραπεζών, αλλά δεν... εξαφανίστηκαν.
Ο αντίλογος εκ μέρους των Servicers είναι ότι από τις αρχές του 2020 έως σήμερα, οι εταιρείες διαχείρισης προχώρησαν σε ρυθμίσεις συνολικού ύψους άνω των 7,3 δις. ευρώ σε χαρτοφυλάκια που έχουν τιτλοποιηθεί ή μεταβιβαστεί, προσφέροντας σε δανειολήπτες βιώσιμες λύσεις για την εξυπηρέτηση του δανεισμού τους, που στις περισσότερες περιπτώσεις περιλάμβαναν και άφεση χρέους. Όσον αφορά τα δάνεια που παραμένουν εντός τραπεζικών χαρτοφυλακίων, οι εταιρίες διαχείρισης από το 2020 έως σήμερα ρύθμισαν 430.000 δάνεια ύψους άνω των 8,5 δισ τα οποία δεν έχουν μεταβιβαστεί σε τρίτους επενδυτές και συνεχίζουν να ανήκουν στα τραπεζικά ιδρύματα. Τα συγκεκριμένα δάνεια αναταξινομήθηκαν ως εξυπηρετούμενα και επανήλθαν στα υγιή τραπεζικά χαρτοφυλάκια.
Πέρα από τη “μάχη” για τις ρυθμίσεις δανείων, που περνάνε ειδικότερα από τις διαδικασίες του Εξωδικαστικού, αυτό που “καίει” το υπουργείο Οικονομικών είναι να ληφθούν μέτρα εδώ και τώρα, προκειμένου να αποτραπεί ένα “τσουνάμι” προβληματικών δανείων, λόγω αύξησης επιτοκίων.
Ο κίνδυνος κάθε άλλο παρά θεωρητικός είναι. Η Τράπεζα της Ελλάδας προειδοποιεί ότι η περαιτέρω ομαλοποίηση της νομισματικής πολιτικής του Ευρωσυστήματος το προσεχές διάστημα, αναμένεται να ασκήσει σταδιακά μεγαλύτερη επίδραση στο κόστος εξυπηρέτησης των δανείων προς τα νοικοκυριά, τα οποία σε σημαντικό ποσοστό έχουν κυμαινόμενο επιτόκιο. Σημειωτέον ότι το μέσο σταθμισμένο επιτόκιο στα υφιστάμενα υπόλοιπα των καταναλωτικών και λοιπών δανείων προς τα νοικοκυριά με διάρκεια άνω των πέντε ετών αυξήθηκε κατά 29 μονάδες βάσης (Σεπτέμβριος 2022: 6,6%, Ιούνιος 2022: 6,3%), ενώ σε αυτά με διάρκεια έως ένα έτος παρέμεινε αμετάβλητο στο 14,1%.
Ένα από τα σενάρια που βρίσκονται στο τραπέζι και αφορά στους συνεπείς δανειολήπτες, είναι η μεταφορά του ισπανικού μοντέλου στα καθ’ ημάς, εφόσον δεν υπάρχουν ενστάσεις από τον SSM. Το μοντέλο αυτό προβλέπει το “πάγωμα” των επιτοκίων στα επίπεδα του περασμένου Ιουνίου- δηλαδή πριν ξεκινήσει η ΕΚΤ να ανεβάζει τον πήχη- και τη μεταφορά της διαφοράς επιτοκίου- όπως αυτά “τρέχουν” με τις αποφάσεις της ΕΚΤ- στο μέλλον, με παράταση των δανείων. Οι πληροφορίες αναφέρουν ότι οι τράπεζες πιέζουν για μια νέα “Γέφυρα”, ωστόσο το υπουργείο Οικονομικών διαμηνύει ότι δεν υπάρχουν οι αναγκαίοι πόροι- περί τα 500 εκ ευρώ- για κάτι τέτοιο...