Εμπορικές- επενδυτικές ευκαιρίες στην Άπω Ανατολή
Η ενεργειακή κρίση, η έντονη αναταραχή στην παγκόσμια εφοδιαστική αλυσίδα, η κρίση πρώτων υλών και τροφίμων, αναμφίβολα συνθέτουν ένα σκηνικό προκλήσεων για κυβερνήσεις κι επιχειρήσεις. Μπορούν, όμως, να δημιουργήσουν και ευκαιρίες για όσους αξιοποιήσουν τη συγκυρία.
Η Σιγκαπούρη είναι σίγουρα μια αγορά που δεν είναι ξένη για την Ελλάδα. Αντιθέτως, το διμερές εμπόριο Ελλάδος-Σιγκαπούρης είναι ιδιαίτερα ανεπτυγμένο, τόσο στον τομέα αγαθών όσο και στον τομέα των υπηρεσιών. Παρά ταύτα, η διμερής εμπορική συνεργασία εστιάζεται κυρίως στη μακροχρόνια ναυτιλιακή συνεργασία των δύο χωρών και είναι ενδεικτικό ότι ενώ τα εμβάσματα από τη ναυτιλία που εισπράττει η Ελλάδα από τη Σιγκαπούρη ξεπερνούν το 1 δις ευρώ, οι ελληνικές εξαγωγές διαμορφώθηκαν στα μόλις 108,3 εκ ευρώ.
Ακόμα και οι εξαγωγές είναι μάλλον συγκεντρωμένες σε συγκεκριμένους κωδικούς, που σχετίζονται με τη ναυτιλία π.χ. λάδια από πετρέλαιο, μέρη για εμβολοφόρους κινητήρες, φυγόκεντρες μηχανές κ.λ.π. Υπάρχει περιθώριο ενίσχυσης της ελληνικής παρουσίας σε περισσότερους κλάδους; Σύμφωνα με το Γραφείο Οικονομικών κι Εμπορικών Υποθέσεων στη Σιγκαπούρη ειδικά μετά τη συμφωνία Ελευθέρων Συναλλαγών με την Ευρωπαϊκή Ένωση, καταργούνται και οι τελευταίοι τελωνειακοί δασμοί και η γραφειοκρατία που αντιμετωπίζουν οι ευρωπαϊκές επιχειρήσεις όταν πραγματοποιούν εξαγωγές στη Σιγκαπούρη.
Και μια ειδική λεπτομέρεια, που ενδιαφέρει κυρίως τους Έλληνες παραγωγούς με εξωστρεφή προσανατολισμό: Η Σιγκκαπούρη έχει ενισχύσει το υφιστάμενο καθεστώς γεωγραφικών ενδείξεων (ΓΕ) με τη θέσπιση συστήματος καταχώρισης για την προστασία των προϊόντων που έχουν ειδικές ιδιότητες ή έχουν συγκεκριμένη φήμη ή άλλα χαρακτηριστικά λόγω της γεωγραφικής τους προέλευσης. Επί της ουσίας, οι γεωγραφικές ενδείξεις της ΕΕ για τους οίνους, τα αλκοολούχα ποτά και ορισμένα γεωργικά προϊόντα απολαμβάνουν επίπεδα προστασίας ίσα με εκείνα της ΕΕ. π.χ. Οίνοι Bordeaux, χοιρομέρι Πάρμας κ.λ.π.
Η Σιγκαπούρη εισάγει πάνω από το 90% των τροφίμων της λόγω της ανυπαρξίας εκτάσεων γης διαθέσιμης για γεωργικές εκμεταλλεύσεις. Η διατροφή των 5,7 εκατομμυρίων κατοίκων της χώρας, βασίζεται κυρίως σε εξωτερικές πηγές για προμήθειες τροφίμων – δημιουργώντας ευκαιρίες για διεθνή προϊόντα και εταιρείες να εξαγάγουν στη Σιγκαπούρη. Η Αυστραλία, η Κίνα, η Ινδονησία, η Μαλαισία και οι Ηνωμένες Πολιτείες αποτελούν τους κύριους προμηθευτές τροφίμων της χώρας. Ποια μπορεί να είναι η θέση της Ελλάδας και των ελληνικών επιχειρήσεων σε αυτό το περιβάλλον;
Σύμφωνα με το Γραφείο Οικονομικών κι Εμπορικών Υποθέσεων, υπάρχει έντονο ενδιαφέρον της αγοράς για τις ακόλουθες κατηγορίες:
- γαλακτοκομικά
- ποιοτικά κρέατα
- θαλασσινά
- υγιεινή διατροφή
- βιολογικά τρόφιμα
- προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας
Η Σιγκαπούρη έχει μια εξαιρετικά ανεπτυγμένη ανοιχτή και προσανατολισμένη στο εμπόριο οικονομία της αγοράς λόγω της σχετικά εύκολης πρόσβασης στην αγορά και των ελάχιστων εμπορικών φραγμών. Τα ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα της Ελλάδας στη Σιγκαπούρη είναι πολλά: θετική αξιολόγηση ελληνικών τροφίμων ως υψηλής ποιότητας, αποδοχή υψηλών πρότυπων ασφάλειας τροφίμων καθώς αποτελούμε μέρος της Ε.Ε., αντίθετες εποχές παραγωγής τροφίμων από το νότιο ημισφαίριο και το σημαντικότερο θαλάσσια και αεροπορική σύνδεση μεταξύ Ελλάδας και Σιγκαπούρης.
Με πληθυσμό 5,6 εκατομμύρια κατοίκους, η Σιγκαπούρη αποτελεί βασικό εμπορικό, μεταφορικό και χρηματοπιστωτικό κόμβο στην Ασία. Έχοντας ένα εκτεταμένο δίκτυο εμπορικών συμφωνιών με περισσότερους από 30 εταίρους, η χώρα πραγματοποιεί συναλλαγές άνω των 550 δισ. ευρώ με τον υπόλοιπο κόσμο κάθε χρόνο. Για την ΕΕ, η Σιγκαπούρη είναι ο 14ος μεγαλύτερος εταίρος στον τομέα των εμπορευματικών συναλλαγών στον κόσμο και ο πρώτος εταίρος στη Νοτιοανατολική Ασία (SEA). Με περισσότερες από 10.000 ευρωπαϊκές εταιρείες που δημιούργησαν τα γραφεία τους/περιφερειακούς κόμβους στη Σιγκαπούρη, η χώρα έγινε ο 6ος παγκόσμιος προορισμός της ΕΕ για άμεσες εξερχόμενες επενδύσεις και αντιπροσωπεύει τα δύο τρίτα του αποθέματος άμεσων επενδύσεων της ΕΕ στη SEA.