«Εκτόξευση» της ανάπτυξης με μείωση φόρων - εισφορών
Στη ζώνη του… Λυκόφωτος θα πρέπει να πορευτεί κανείς, μήπως και καταλάβει για ποιόν λόγο η κυβέρνηση, το υπουργείο Οικονομικών και οι δανειστές επέμειναν και επιμένουν στη συνταγή των υψηλών φόρων και εισφορών στην εργασία, ενώ όλες οι μελέτες δείχνουν ότι η μείωση τους έστω κατά μία ποσοστιαία μονάδα, θα έδινε «φτερά» στο ΑΕΠ.
Η ειδική μελέτη των οικονομολόγων της Τράπεζας της Ελλάδας, που ενσωματώνεται στην Ενδιάμεση Έκθεση Νομισματικής Πολιτικής, είναι αποκαλυπτική. Ποια είναι η βάση του προβληματισμού; Το μη μισθολογικό κόστος στην Ελλάδα τόσο ως ποσοστό των ακαθάριστων αποδοχών των εργαζομένων όσο και ως ποσοστό του συνολικού κόστους εργασίας είναι πάνω από 10 ποσοστιαίες μονάδες υψηλότερο από το μέσο όρο των χωρών του ΟΟΣΑ και της ΕΕ!
Συγκεκριμένα, ο φόρος προσωπικού εισοδήματος από εργασία και οι ασφαλιστικές εισφορές για ένα τυπικό νοικοκυριό, αναλογούσαν στο 23,7% των ακαθάριστων αποδοχών του ή στο 39% του συνολικού κόστους εργασίας, σε σύγκριση με 14% και 26,1% αντίστοιχα για τον ΟΟΣΑ. Η εικόνα «βαραίνει» εάν η σύγκριση γίνει σε όρους τελικού φορολογικού συντελεστή. Στην Ελλάδα διαμορφώνεται στο 41%, με αύξηση 6,6 ποσοστιαίων μονάδων στο διάστημα 2009 - 2016, όταν ο μέσος συντελεστής της Ε.Ε. είναι 36,1% και της Ευρωζώνης 38,4%, με αύξηση μόλις 1 και 1,3 ποσοστιαίες μονάδες αντιστοίχως.
Σύμφωνα με τη μελέτη της ΤτΕ, η μείωση του φορολογικού βάρους για τον εργαζόμενο αυξάνει τον καθαρό μισθό (take-home pay), την κατανάλωση και ισχυροποιεί το κίνητρο για προσφορά εργασίας, ενώ από την άλλη πλευρά, η μείωση του κόστους εργασίας ανά μονάδα προϊόντος μειώνει το μέσο κόστος παραγωγής και συνακόλουθα τις τιμές των προϊόντων, βελτιώνοντας έτσι την ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων στις διεθνείς αγορές αγαθών και υπηρεσιών και αυξάνοντας τα κέρδη, την παραγωγή, τη ζήτηση εργασίας, τις επενδύσεις.
Πώς τεκμαίρεται αυτό; Οι οικονομολόγοι της ΤτΕ εκπόνησαν τέσσερα σενάρια εργασίας, με βασική παραδοχή τη μόνιμη μείωση κατά 1 ποσοστιαία μονάδα (α) του συντελεστή εργατικών εισφορών, (β) του συντελεστή εργοδοτικών εισφορών, (γ) ταυτόχρονα και των τριών συντελεστών που επιβαρύνουν το εισόδημα από μισθωτή εργασία (δηλ. εργατικών και εργοδοτικών εισφορών και φορολογίας εισοδήματος) και (δ) πάλι των τριών αυτών συντελεστών, αλλά αυτή τη φορά σε συνδυασμό με παράλληλη υλοποίηση διαρθρωτικών δημοσιονομικών μέτρων που βελτιώνουν τη φορολογική συμμόρφωση. Τα αποτελέσματα ήταν εντυπωσιακά, καθώς στη χειρότερη περίπτωση το ΑΕΠ αυξάνεται κατά 0,40% από το 2019 κιόλας, ενώ στο 4ο συνδυαστικό σενάριο, η θετική επίπτωση στο ΑΕΠ υπολογίζεται σε 4,38% μακροπρόθεσμα.
Και δεν επηρεάζονται οι δημοσιονομικές επιδόσεις, θα ρωτούσε ο… συνήγορος του διαβόλου; Μόνο οριακά και πρόσκαιρα, είναι η απάντηση της μελέτης. Είναι ενδεικτικό ότι ο συνδυασμός όλων των συντελεστών κατά 1 μονάδα (3ο σενάριο) «κόβει» μόλις 0,66% από το πλεόνασμα το 2019, ενώ μετά από το 2021, η επίπτωση γίνεται τελικά θετική, «αυγατίζοντας» το πλεόνασμα κατά 0,23%.