Πανευρωπαϊκός συναγερμός για την «τρύπα» στο ΦΠΑ
Τα νούμερα προκαλούν ίλιγγο. Περί τα 134 δισ ευρώ εσόδων ΦΠΑ αντί να καταλήξουν στα κρατικά ταμεία των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, βρέθηκαν στις τσέπες επιτήδειων. Ειδικά για την Ελλάδα της υπερδεκαετούς κρίσης, η απώλεια 5-6 δισ ευρώ κάθε χρόνο, δεν είναι απαράδεκτη αλλά εγκληματική.
Το ότι τα κυκλώματα φοροφυγάδων και λαθρεμπόρων είναι συνήθως ένα ή δύο βήματα μπροστά από τις Διωκτικές Αρχές, δεν είναι μυστικό, εξ ου και ο πανευρωπαϊκός συναγερμός για να κλείσουν οι “τρύπες” του συστήματος. Πολυνομία, ειδικά καθεστώτα κι εξαιρέσεις, πολλοί και διαφορετικοί συντελεστές, γραφειοκρατία ως προς την τήρηση των προβλεπόμενων φορολογικών διαδικασιών συμμόρφωσης αλλά και οι αδυναμίες των φορολογικών υπηρεσιών ανά την Ευρώπη, είναι η ρίζα του προβλήματος.
Με νέα Έκθεση της η Κομισιόν συνιστά την ψηφιοποίηση της εγγραφής στα μητρώα ΦΠΑ και της διαχείρισης του ΦΠΑ, γεγονός που θα έχει ως αποτέλεσμα τη μείωση του φόρτου εργασίας των επιχειρήσεων, άρα θα περιορίσει θεωρητικά τα κίνητρα φοροαποφυγής. Επιπλέον, η έκθεση επισημαίνει τις στρατηγικές που θα μπορούσαν να υιοθετήσουν οι φορολογικές διοικήσεις στην εσωτερική τους οργάνωση και τονίζει τη σημασία της αλληλεπίδρασης με τους φορολογούμενους, η οποία θα μπορούσε να βελτιώσει τις διαδικασίες τόσο για τις φορολογικές Αρχές όσο και για τις επιχειρήσεις. Κοινώς συστήνει τη μεγιστοποίηση της ψηφιοποίησης των συναλλαγών, με κίνητρα και αντικίνητρα.
Η ελληνική περίπτωση είναι ιδιαίτερη. Κατ' αρχάς, έχει σταθερά τη 2η χειρότερη επίδοση στην Ευρώπη, όντας πίσω μόνο από τη Ρουμανία, ως προς την “τρύπα” στα έσοδα του ΦΠΑ, χάνοντας κάθε χρόνο ως και το 30% των δυνητικών εισπράξεων! Με απλά λόγια, κάνουν “φτερά” 5-6 δισ ευρώ. Απογοητευτικό είναι, δε, το γεγονός ότι ενώ η χώρα πέρασε από τη βάσανο 3 Μνημονίων, δεκάδων επώδυνων μεταρρυθμίσεων και αυξήσεων συντελεστών, η εισπραξιμότητα του ΦΠΑ δεν βελτιώθηκε. Ενδεικτικό είναι ότι αν το “κενό” ΦΠΑ προσέγγιζε τον αντίστοιχο μέσο όρο της ΕΕ-28, το όφελος σε έσοδα με βάση τους υφιστάμενους συντελεστές και το ισχύον σύστημα θα έφθανε τα 3,2 δισεκ. Ευρώ ετησίως!!!!
Σύμφωνα με την Τράπεζα της Ελλάδας, οι τρόποι περιορισμού του “κενού” ΦΠΑ περιστρέφονται γύρω από τρεις γενικούς άξονες:
την απλοποίηση της φορολογικής νομοθεσίας και του φορολογικού συστήματος ώστε να μειωθεί το διοικητικό κόστος και το κόστος συμμόρφωσης
την ψηφιοποίηση διαδικασιών και πληρωμών
τη στενότερη συνεργασία των φορολογικών αρχών των κρατών-μελών της ΕΕ για τον εντοπισμό φαινομένων απάτης στις διασυνοριακές συναλλαγές
Η υιοθέτηση της διαδικασίας της αυτόματης επιστροφής φόρου, η διασφάλιση της διαφάνειας κατά το φορολογικό έλεγχο και η ταχύτητα διεκπεραίωσής του αποτελούν τις βασικές προϋποθέσεις για τη βελτίωση της συμμόρφωσης. Επιπλέον, ο περιορισμός της διαφοροποίησης των φορολογικών συντελεστών μεταξύ γεωγραφικών περιοχών και μεταξύ κατηγοριών αγαθών και υπηρεσιών (πλην των ειδών πρώτης ανάγκης) αφενός μειώνει το κόστος συμμόρφωσης και αφετέρου περιορίζει τις στρεβλώσεις στην κατανάλωση συγκεκριμένων αγαθών και υπηρεσιών και ενισχύει τον υγιή ανταγωνισμό.
Κατά την ΤτΕ, το “κλειδί” είναι ο ψηφιακός μετασχηματισμός της φορολογικής διοίκησης με εφαρμογή των νέων τεχνολογιών, όπως η τεχνητή νοημοσύνη, τα μεγάλα δεδομένα και η τεχνολογία blockchain, που απλοποιεί και επιταχύνει τη διαδικασία υποβολής της φορολογικής δήλωσης και μειώνει σε μεγάλο βαθμό το κόστος συμμόρφωσης. Ειδικότερα, η εφαρμογή εξελιγμένων φορολογικών λογισμικών, συστημάτων αναφορών σε πραγματικό χρόνο και data analytics αυξάνει τις δυνατότητες της φορολογικής διοίκησης. Ένα περισσότερο λειτουργικό φορολογικό σύστημα μειώνει το χρόνο που απαιτείται για την εκπλήρωση των φορολογικών υποχρεώσεων, δηλαδή τις ώρες που απαιτούνται για την προετοιμασία και υποβολή των φορολογικών δηλώσεων και την πληρωμή του φόρου, καθώς και τον αριθμό των πληρωμών μέσα σε ένα έτος, και συμβάλλει στη φορολογική συμμόρφωση των πολιτών. Ταυτόχρονα, βελτιώνει την αποτελεσματικότητα των ελέγχων με παράλληλη βελτίωση των δεξιοτήτων του ανθρώπινου δυναμικού της φορολογικής διοίκησης.
Επιπρόσθετα, η γενίκευση της χρήσης των ηλεκτρονικών μέσων πληρωμών σε όλους τους τομείς της οικονομικής δραστηριότητας, σε συνδυασμό με την ολοκλήρωση της διασύνδεσης των ταμειακών μηχανών με τη φορολογική διοίκηση, διευρύνει τη φορολογική βάση και συντελεί στη μείωση του “κενού” ΦΠΑ.