«Μπουμ» των ελληνικών εξαγωγών στη Γαλλία

Βαρέλια με κρασί/ Φωτογραφία AP

Η δυναμική παρουσία των ελληνικών κρασιών στη Διεθνή Έκθεση, που πραγματοποιήθηκε στο Παρίσι, επιβεβαιώνει την ενίσχυση των εμπορικών δεσμών των δύο χωρών, ακόμα και σε πεδία που δεν θα μπορούσε να φανταστεί κανείς ότι τα ελληνικά προϊόντα θα μπορούσαν να πλασαριστούν στη γαλλική αγορά.

Η «Wine Paris & Vinexpo Paris» φιλοξένησε 2.864 εκθέτες από 32 χώρες, έναντι 2.800 εκθετών από 30 χώρες το 2020. Όπως ανακοινώθηκε από τους διοργανωτές, 25.739 άτομα την επισκέφθηκαν, κυρίως επαγγελματίες του χώρου, εκ των οποίων 28% ήταν διεθνείς αγοραστές, προερχόμενοι από 109 χώρες. Προφανές, λοιπόν, το ενδιαφέρον και για τους Έλληνες οινοποιούς.

Σύμφωνα με το Γραφείο Εμπορικών και Οικονομικών Υποθέσεων της ελληνικής πρεσβείας, που παρακολούθησε την Έκθεση, οι μεγαλύτερες εθνικές συμμετοχές (εξαιρουμένης της Γαλλίας) ήταν αυτές της Ιταλίας, Πορτογαλίας, και Ισπανίας. Η ελληνική συμμετοχή (Cavino, Greek Wine Cellars, Pavlidis, Alpha Estate, Katsaros, Dougos, EU Quality Wines, Mediterranean cheese and wine), αφορούσε οργανωμένο καλαίσθητο συλλογικό περίπτερο στο χώρο των διεθνών περιπτέρων που επιμελήθηκε η εταιρία εκθέσεων “Great Exhibitions”. Με ανεξάρτητο περίπτερο συμμετείχε o Ενιαίος Οινοποιητικός Αγροτικός Συνεταιρισμός Σάμου, (Ε.Ο.Σ.), (https://www.samoswine.gr), όπως και το οινοποιείο Διαμαντάκος (https://diamantakos.gr)

Ο κλάδος των τροφίμων αποτελεί τομέα με σημαντικές δυνατότητες προώθησης στη γαλλική αγορά. Η διανομή των ελληνικών προϊόντων διατροφής στηρίζεται πρωτίστως στο δίκτυο των εισαγωγέων ελληνικής καταγωγής, με αποτέλεσμα να υπάρχουν σημαντικά περιθώρια περαιτέρω βελτίωσης της διείσδυσης στα κανάλια ευρείας διανομής και τις αλυσίδες λιανικού εμπορίου.

Τα ελληνικά προϊόντα τροφίμων είναι ιδιαίτερα υψηλής ποιότητας, χάρη στο ευνοϊκό κλίμα και τη σημαντική βιοποικιλότητα που διαθέτει η χώρα μας. Πρόκειται κατά κύριο λόγο για προϊόντα με ιστορία και φήμη, τα οποία όμως ανταποκρίνονται στις σύγχρονες καταναλωτικές απαιτήσεις, και ιδιαίτερα των Γάλλων καταναλωτών, οι οποίοι αναζητούν προϊόντα που όχι μόνο είναι ωφέλιμα για την υγεία και διαθέτουν ανώτερη ποιότητα και γεύση, αλλά και υιοθετούν υπεύθυνες μεθόδους παραγωγής, που σέβονται το περιβάλλον, όπως τα βιολογικά.

Τα δίκτυα προώθησης των πωλήσεων που συγκεντρώνουν σημαντικές προοπτικές ανάπτυξης εστιάζονται στις αλυσίδες λιανικού εμπορίου, στα καταστήματα βιολογικών προϊόντων καθώς και στα delicatessen. Οι τιμές διαφοροποιούνται σε αντιστοιχία με συγκεκριμένα χαρακτηριστικά που προσθέτουν αξία στο προϊόν: (1) βιολογικός χαρακτήρας, (2) Προστατευόμενη Ονομασία Προέλευσης (Π.Ο.Π). Τα συγκεκριμένα χαρακτηριστικά δυνητικά αποτελούν την κινητήριο δύναμη για τα ελληνικά προϊόντα τροφίμων. Επίσης, τα καταστήματα βιολογικών προϊόντων και delicatessen απευθύνονται σε ένα καταναλωτικό κοινό υψηλού μορφωτικού επιπέδου με αυξημένη αγοραστική δύναμη, θετικά διακείμενο σε προϊόντα που θεωρεί υψηλής ποιότητας και κατεξοχήν υγιεινά, χωρίς να συναρτά την επιλογή του αυστηρά προς το ύψος της τιμής.

Ο κλάδος των καλλυντικών στη Γαλλία αποτελεί έναν από τους πλέον δυναμικούς και εξωστρεφείς κλάδους της γαλλικής οικονομίας, με συνολικές εξαγωγές 15,7 δισ. το 2020. Παρά τον δυναμισμό της εγχώριας παραγωγής, η Γαλλία πραγματοποιεί σημαντικές εισαγωγές καλλυντικών προϊόντων, οι οποίες το 2020 ανήλθαν σε περίπου 5 δισ. Ευρώ. Η Ελλάδα κατέχει την 22η θέση μεταξύ των προμηθευτών της Γαλλίας όσον αφορά στα προϊόντα ομορφιάς ή μακιγιάζ, τη 18η θέση στα παρασκευάσματα για τα μαλλιά, τη 16η θέση στα παρασκευάσματα για την υγιεινή του στόματος ή των δοντιών, τη 14η θέση στα παρασκευάσματα για το ξύρισμα, αποσμητικών σώματος, αποτριχωτικών κ.ά. και την 11η θέση στα σαπούνια και τα οργανικά παρασκευάσματα.

Συνολικά, οι ελληνικές εξαγωγές στη Γαλλία συνέχισαν την ανοδική τους πορεία, σημειώνοντας εντυπωσιακή αύξηση της τάξης του 16,49% σε σχέση με το Α΄ εννεάμηνο του 2020 και διαμορφώθηκαν σε 1,466 δισ. ευρώ.

ΣΧΕΤΙΚΑ