Η ανάκαμψη τύπου «V»
Αν πριν από κανένα εξάμηνο υποστήριζε κανείς ότι οι απώλειες του «μαύρου» 2020 θα μπορούσαν να καλυφθούν μέσα σε ένα χρόνο, θα αντιμετώπιζε τη χλεύη των συνομιλητών του. Τελικά αποδείχθηκε ότι σε αυτήν την πολυπαραγοντική εξίσωση αρκεί η μεταβολή κανά δυό παραμέτρων για να αλλάξει τελείως το αποτέλεσμα.
Οι προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τους ρυθμούς ανάπτυξης του 2021 δεν έπεσαν ως κεραυνός εν αιθρία στην Αθήνα. Αντιθέτως, οι πρόδρομοι δείκτες και «ουρές» των τελευταίων εβδομάδων της περασμένης χρονιάς αφήνουν ορθάνοικτο το ενδεχόμενο το ΑΕΠ να υπερκάλυψε τη ζημιά του 2020, δηλαδή να «έτρεξε» με ρυθμούς άνω του 9%.
Για όποιον αρέσκεται στα σχήματα, πρόκειται για κλασική περίπτωση ανάκαμψης τύπου «V», όπου η οικονομία μετά τη «βουτιά» εκτινάσσεται σαν ελατήριο. Ακόμα και οι πιο αισιόδοξοι παραδέχονται ότι δεν ήταν αυτό το αρχικό σενάριο, ειδικά μετά το δεύτερο lockdown, ωστόσο η εντυπωσιακή έκπληξη από τον Τουρισμό αλλά και οι αντοχές που επέδειξαν μικρομεσαίες επιχειρήσεις και «ευαίσθητοι» κλάδοι, όπως το εμπόριο, με τη συνδρομή των 48 δις ευρώ από τα μέτρα στήριξης, άλλαξαν τα δεδομένα.
Η φετινή χρονιά, για όλη την Ευρώπη, παραμένει γρίφος. Το βασικό σενάριο είναι ότι μετά από τη μικρή επιβράδυνση που προκάλεσε η «Ο», η ανάκαμψη θα είναι δυναμική. Η πρόβλεψη για την Ελλάδα (4,9%) κινείται πάνω από τις επίσημες εκτιμήσεις του υπουργείου Οικονομικών (4,5%), ωστόσο ανεπισήμως στο οικονομικό επιτελείο «μετράνε» τάσεις που «σπρώχνουν» το ΑΕΠ προς το 5,5%. Πέρα από τη μεγαλύτερη ώθηση και την απελευθέρωση κεφαλαίων που μπορούν να δώσουν τα «πακέτα» από το Ταμείο Ανάκαμψης, ως «κλειδί» χαρακτηρίζεται το stock των αποταμιεύσεων της πανδημίας.
Τα στοιχεία δείχνουν αύξηση των καταθέσεων κατά περίπου 35 δις ευρώ κι όπως σημειώνουν οι Ευρωπαίοι τεχνοκράτες, αυτά μπορούν να αυξήσουν την ιδιωτική κατανάλωση, άρα να πολλαπλασιάσουν τη δυναμική του ΑΕΠ. Σύμφωνα με μελέτη του ΔΝΤ, τα νοικοκυριά στην Ευρωζώνη αποταμίευσαν σχεδόν 1 τρις ευρώ περισσότερα σε σύγκριση με αυτά που θα είχαν βάλει στην άκρη, εάν δεν υπήρχε η πανδημία. Πρόκειται για ένα stock που φτάνει στο 8% του ΑΕΠ της Ευρωζώνης!
Μια μικρή μείωση του ποσοστού της αποταμίευσης- έφτασε στο 19% των εισοδημάτων έναντι του συνήθους 12%- θα έδινε τεράστια ώθηση στις οικονομίες κι όπως τονίζει το ΔΝΤ, αυτό είναι κάτι σύνηθες μετά από σοβαρές οικονομικές κρίσεις. Ακόμα κι μια ήπια αύξηση της δαπάνης από αυτήν την αναβαλλόμενη κατανάλωση, σύμφωνα με το Ταμείο, θα μπορούσε να αυξήσει κατά 2,5 ποσοστιαίες μονάδες το ΑΕΠ σε μια διετία!
Υπάρχουν, βέβαια και κάποια «αλλά» σε αυτήν την υπόθεση εργασίας. Κατ’ αρχάς, το 80% αυτής της αναβαλλόμενης κατανάλωσης- άρα και η αντίστοιχη αποταμίευση- αφορά σε δαπάνες ταξιδιών κι αναψυχής, άρα είναι δύσκολο να πραγματοποιηθούν άμεσα. Επιπλέον, συνεχίζονται οι διαταραχές στην εφοδιαστική αλυσίδα που δυσκολεύουν τις αγορές, ενώ η επιμονή της «Ο» ενδεχομένως θα υποβοηθήσει για λίγο ακόμα την τάση για αποταμίευση. Υπάρχει, όμως, κι ένας ακόμα λόγος που μπαίνουν ερωτηματικά δίπλα στο σενάριο της αύξησης της ιδιωτικής κατανάλωσης μέσω της συσσωρευμένης αποταμίευσης.
Σύμφωνα με το ΔΝΤ, αυτή η υπερβάλλουσα αποταμίευση γίνεται κυρίως από τους έχοντες υψηλά εισοδήματα. Στη Γαλλία, για παράδειγμα, το 10% των πιο πλούσιων νοικοκυριών αύξησε τις καταθέσεις του, την ώρα που φτωχότερες οικογένειες μείωναν τις δικές τους αποταμιεύσεις, όπως μαρτυρούν τραπεζικά στοιχεία. Με δεδομένο, δε, ότι τα υψηλότερα εισοδήματα έχουν την τάση να αποταμιεύουν περισσότερο, είναι λιγότερο πιθανό να δαπανήσουν.
Πέρα από το γρίφο των καταθέσεων και της αναβαλλόμενης κατανάλωσης, οι Ευρωπαίοι τεχνοκράτες εκφράζουν δύο ακόμα προβληματισμούς. Ο πρώτος αφορά στο ενδεχόμενο «ροκανίσματος» από παρατεταμένες κι έντονες πληθωριστικές πιέσεις, ειδικά αν πυροδοτήσουν δευτερογενείς επιπτώσεις, ανοίγοντας ένα φαύλο κύκλο ανατιμήσεων- μισθολογικών διεκδικήσεων. Ο δεύτερος αφορά στην ένταση στην Ανατολική Ευρώπη. Κι αυτός ο φόβος είναι πρώτη φορά που αποτυπώνεται σε επίσημο έγγραφο…