«Τσουνάμι» φοροελέγχων μετά το moratorium της πανδημίας

Αγοραστική κίνηση στα μαγαζιά/ Φωτογραφία Eurokinissi

Μια από τις πολλές μελέτες, που έχουν γίνει για το φαινόμενο της φοροδιαφυγής στην Ελλάδα, υπολόγιζε ότι στη «γκρίζα» ζώνη της οικονομίας κινείται περίπου το 40% του ΑΕΠ, δηλαδή με τα σημερινά δεδομένα γύρω στα 70 δις ευρώ. Άλλη έρευνα του ΔΝΤ χαμήλωνε τον πήχη γύρω στα 55 δις ευρώ. Ακόμα κι αν το νούμερα αυτά θεωρηθούν αυθαίρετα ή υπερβολικά, μόνο το γεγονός ότι χάνονται κάθε χρόνο από ΦΠΑ περί τα 5-6 δις ευρώ, αρκεί για να προκαλέσει ίλιγγο.

Μπαίνοντας στην εποχή, όπου τα πάντα, ακόμα και τα οικονομικά εγκλήματα, γίνονται σε ψηφιακό περιβάλλον, η ΑΑΔΕ είχε σχεδιάσει ελέγχους νέου τύπου, στοχευμένους, ωστόσο το σοκ της πανδημίας «πάγωσε» τα πλάνα. Πλέον, οι ελεγκτικές υπηρεσίες «ξαναζεσταίνονται», καθώς αφήνοντας πίσω τις αναταράξεις του κορωνοϊού, θα πιάσουν το νήμα από εκεί που το άφησαν και μάλιστα έχοντας νέα «εργαλεία» και μεθόδους.

Συνολικά, οι υπηρεσίες της ΑΑΔΕ θα πρέπει να διενεργήσουν 25.000 ελέγχους εντός του 2022, εκ των οποίων τουλάχιστον 17.500 θα πρέπει να καλύψουν την τελευταία πενταετία, όπου κατά συνθήκη τα «ίχνη» της φοροδιαφυγής είναι πιο «φρέσκα» άρα και η αποτελεσματικότητα των ελέγχων μεγαλύτερη. Η αιχμή του δόρατος για μια ακόμα χρονιά θα είναι οι αποκαλούμενοι «Ράμπο» της ΑΑΔΕ, δηλαδή οι ελεγκτές των Υπηρεσιών Ερευνών και Διασφάλισης Δημοσίων Εσόδων, οι οποίοι αναλαμβάνουν τις πιο σύνθετες υποθέσεις. Για φέτος, οι ελεγκτές των ΥΕΔΔΕ θα πρέπει να σαρώσουν την Επικράτεια πραγματοποιώντας τουλάχιστον 14.500 στοχευμένους επιτόπιους ελέγχους, οι οποίοι συνήθως βγάζουν ποσοστά παραβατικότητας άνω του 50%, ενώ το μεγάλο στοίχημα είναι οι 900 μεγάλοι έλεγχοι- έρευνες φοροδιαφυγής, με έμφαση κυρίως στις περιπτώσεις αδικαιολόγητης προσαύξησης περιουσίας.

Ήδη, μετά την αναθεώρηση του Επιχειρησιακού Σχεδίου του 2021, η Διεύθυνση Φορολογικής Συμμόρφωσης έχει επικαιροποιήσει το πλάνο διασταυρώσεων για τη διετία 2022- 2023, το οποίο θα λειτουργήσει ως «γέφυρα» για τη μετάβαση το 2025 στο νέο σύστημα ελέγχων με την αξιοποίηση της Τεχνητής Νοημοσύνης και την Ανάλυση Δεδομένων.

Κομβικό ρόλο σε αυτό το πλάνο διασταυρώσεων θα παίξουν οι έμμεσες τεχνικές ελέγχου, δηλαδή οι μέθοδοι υπολογισμού της φορολογητέας ύλης με την αξιοποίηση δεδομένων είτε από την ίδια την επιχείρηση είτε από ομοειδείς. Ήδη στο «οπλοστάσιο» της ΑΑΔΕ έχουν προστεθεί δύο ακόμα τέτοιες ελεγκτικές μέθοδοι, οι οποίοι δεν είναι ελληνική πατέντα αλλά χρησιμοποιούνται κι από άλλες ελεγκτικές Αρχές, με πρώτη και καλλίτερη το φοβερό και τρομερό IRS.

Μέθοδος της αρχής των αναλογιών

Με την εν λόγω μέθοδο προσδιορίζονται τα έσοδα από επιχειρηματική δραστηριότητα με βάση ποσοστά και δείκτες (και ιδίως με βάση το πραγματικό περιθώριο μικτού κέρδους) που θεωρούνται αξιόπιστα, βάσει των γενικά παραδεκτών αρχών και τεχνικών της ελεγκτικής και προέρχονται είτε από την ίδια την επιχείρηση είτε από τρίτες πηγές.

Για την εφαρμογή της τεχνικής της αρχής των αναλογιών, μετά την ανάλυση των πωλήσεων και/ή του κόστους των πωλήσεων, προσδιορίζεται μια αξιόπιστη αναλογία (σχέση) η οποία εφαρμόζεται σε μία, γνωστή εκ των προτέρων, βάση (ενδεικτικά στο κόστος πωληθέντων) και έτσι προσδιορίζονται τα έσοδα από επιχειρηματική δραστηριότητα του φορολογουμένου. Η ορθότητα του αποτελέσματος της τεχνικής αυτής βασίζεται στην αξιοπιστία των αναλογιών που χρησιμοποιούνται για τον προσδιορισμό της φορολογητέας ύλης.

Κύρια πηγή πληροφοριών πρέπει να είναι η ίδια η επιχείρηση. Έτσι ο έλεγχος για τον καθορισμό των αναλογιών (ποσοστών), που θα εφαρμοσθούν για τον προσδιορισμό των εσόδων από επιχειρηματική δραστηριότητα εξαντλεί τη δυνατότητα δημιουργίας αναλογιών με βάση τα πραγματικά δεδομένα της επιχείρησης (κόστος, δαπάνες, τιμές πώλησης κ.λπ.), στοιχεία τα οποία προκύπτουν αφενός από τα λογιστικά αρχεία του φορολογουμένου και αφετέρου από κάθε είδους διαθέσιμα στοιχεία καθώς και πληροφορίες και διευκρινίσεις που θα παρασχεθούν είτε από τον ίδιο τον ελεγχόμενο είτε από τρίτες πηγές (π.χ. αντισυμβαλλόμενους). Συνεπώς, το πραγματικό περιθώριο μικτού κέρδους δύναται να προσδιορισθεί συγκρίνοντας τιμολόγια αγορών με τιμολόγια πωλήσεων ή αναλύοντας τιμοκαταλόγους ή τιμές ραφιών ή ερευνώντας αρχεία αποθήκης και βιβλία παραγγελιών ή και άλλες συναφείς πληροφορίες.

Μέθοδος σχέσης της τιμής πώλησης προς το συνολικό όγκο του κύκλου εργασιών

Με την εν λόγω μέθοδο προσδιορίζονται τα έσοδα από επιχειρηματική δραστηριότητα με την εφαρμογή της τιμής πώλησης στον αριθμό των μονάδων ή το συνολικό όγκο κύκλου εργασιών. Για την εφαρμογή της τεχνικής της σχέσης της τιμής πώλησης προς το συνολικό όγκο του κύκλου εργασιών, ο έλεγχος προσδιορίζει, χρησιμοποιώντας τεχνικές ανάλυσης και έρευνας και αξιοποιώντας στοιχεία κόστους, με βάση τα λογιστικά αρχεία του ελεγχόμενου ή μέσω τρίτων πηγών, τον αριθμό των μονάδων ή τον όγκο κύκλου εργασιών που πραγματοποίησε ο ελεγχόμενος, με βάση τη συνάρτηση παραγωγής που απεικονίζει τον μετασχηματισμό συγκεκριμένης εισροής (πρώτη ύλη) σε εκροή (προϊόν/υπηρεσία) και την ποσότητα της εισροής που απαιτείται για την παραγωγή μιας μονάδας προϊόντος ή την παροχή μιας μονάδας υπηρεσίας.

Η εν λόγω μέθοδος δύναται να χρησιμοποιηθεί για τον προσδιορισμό των εσόδων από επιχειρηματική δραστηριότητα, μέσω εύρεσης της δυνατότητας παραγωγής μιας επιχείρησης, όταν η επιχείρηση παράγει ένα ή περισσότερα ομοειδή προϊόντα, τα οποία έχουν μια σταθερή σχέση μεταξύ των συντελεστών παραγωγής (π.χ. σχέση υφάσματος με τα παραγόμενα πουκάμισα, παραγγελίες εξαρτημάτων που απαιτούνται για παρασκευή εμπορευσίμων προϊόντων) ή μέσω προσδιορισμού του όγκου κύκλου εργασιών όταν το ύψος των πωλήσεων συνδέεται με μεταβλητές δαπάνες/λειτουργικά έξοδα που είναι ανάλογα του κύκλου εργασιών (π.χ. σχέση συσκευασίας με μερίδες διανεμόμενου φαγητού, σχέση δαπανών προμήθειας ηλεκτρικού ρεύματος και νερού με παρεχόμενη υπηρεσία).

ΣΧΕΤΙΚΑ