Αναδιατάσσεται ο χώρος του μικρού λιανεμπορίου
Η εποχή που τα περίπτερα χαρακτηρίζονταν ως «χρυσωρυχεία» φαίνεται ότι έχει περάσει ανεπιστρεπτί. Τα μικρά περιθώρια κέρδους, η «βουτιά» της κίνησης ειδικά στο κέντρο της Αθήνας, η έλλειψη τουριστών, καθώς και ο σκληρός ανταγωνισμός από μικρά καταστήματα λιανικής, που ξεφυτρώνουν σαν μανιτάρια και συχνά λειτουργούν καθ’ όλη τη διάρκεια της ημέρας, έχουν οδηγήσει σε μαρασμό τον κλάδο και αναμφίβολα μπορεί να ισχυριστεί κανείς ότι ο χάρτης του μικρού λιανεμπορίου αλλάζει.
Η έρευνα του Επαγγελματικού Επιμελητηρίου Αθηνών σε συνεργασία με την ICAP, δεν αναδεικνύει απλώς τις απώλειες που προκάλεσαν οι περιορισμοί της πανδημίας και στα περίπτερα, αλλά «φωτογραφίζει» τις δραματικές επιπτώσεις σε όλο το εμπορικό κέντρο. Ένα από τα ευρήματα είναι ότι το κοινωνικό περιβάλλον και η υποβάθμιση κεντρικών περιοχών του δήμου της Αθήνας έχει σημαντικές αρνητικές επιπτώσεις στο εμπόριο. Η κατάσταση στην ευρύτερη περιοχή της Ομόνοιας και την Πατησίων, χαρακτηρίζεται από τους εμπόρους ως κακή, ενώ υποβαθμισμένο παραμένει και το ιστορικό εμπορικό κέντρο Αγίου Μάρκου- Ευριπίδου- Αίολου.
Επιστρέφοντας στο οικονομικό αποτύπωμα της πανδημίας, ο τζίρος για το 80,5% των επιχειρήσεων Μικρής Λιανικής παρουσίασε μείωση το 2020 έναντι του 2019 σε ποσοστό πάνω από5%. Το 25,3% αυτών είδε, όμως, τον κύκλο εργασιών να πέφτει πάνω από 50%. Όσον αφορά στις εκτιμήσεις για το 2021, το 43,1% αυτών των επιχειρήσεων προβλέπει περαιτέρω απώλειες άνω του 5%.
Παρά τη συρρίκνωση του κύκλου εργασιών, η μεγάλη πλειοψηφία δεν στρέφεται στην επιλογή των συνεργασιών, με στόχο να αποκτήσει πλεονέκτημα ανταγωνιστικότητας. Συγκεκριμένα, μικρή πιθανότητα τέτοιων συνεργειών δίνει μόλις το 20,3% του συνόλου, ενώ θετικά απαντά ένα περιορισμένο ποσοστό γύρω στο 5,2% αυτών των μικρών επιχειρήσεων λιανικής.
Η μάχη για το μερίδιο των περιπτέρων αναμένεται να είναι, πάντως, σκληρή, αν λάβει κανείς υπόψιν τη διείσδυση τους ειδικά στον τομέα των τροφίμων και ποτών. Σύμφωνα με την έρευνα, στα περίπτερα πραγματοποιείται η κατανάλωση του 15% των ζαχαρωδών προϊόντων, το 13,4% των ποτών-ροφημάτων και το 8,2% των αλμυρών σνακς. Αντιστρόφως, το 41,9% των αθλητικών ροφημάτων, το 27,2% του έτοιμου καφέ, το 24,6% των παγωτών, το 27,8% στις τσίχλες, το 24% σε καραμέλες και γλειφιτζούρια, το 23% στο έτοιμο τσάι, το 28,4% στα προφυλακτικά πραγματοποιείται στα περίπτερα.
Όσον αφορά στα άμεσα προβλήματα, που απαριθμούν οι επαγγελματίες του κλάδου, δεν είναι λίγα:
- Ανατιμήσεις προϊόντων
- Αδυναμία αύξησης των τετραγωνικών της επιχείρησης επειδή οι δημοτικές χρεώσεις είναι υψηλές
- Έλλειψη ρευστότητας
- Απαιτείται γενναία χρηματοδότηση και επιμήκυνση των δανειακών υποχρεώσεων.
- Η μείωση της γραμμής παραγωγής στα εργοστάσια της Ευρώπης από όπου πραγματοποιούνται οι προμήθειες των εμπορευμάτων
- Η δυσκολία δανειοδότησης
- Η πληρωμή μόνο με μετρητά των παραγγελιών από το εξωτερικό