Εντυπωσιακή στροφή στις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας
Το 2020 λόγω των περιορισμών που επέβαλε η πανδημία, ήταν μια χρονιά μειωμένης ζήτησης για ενέργεια. Η αποκαλυπτική έρευνα της Eurostat δείχνει, όμως, ότι οι Ανανεώσιμες Πηγές όχι μόνο δεν ακολούθησαν τον κανόνα, αλλά αντιθέτως συνέχισαν την άνοδο τους, ειδικά ως προς την παραγωγή ηλεκτρικού ρεύματος.
Όπως δείχνουν τα στοιχεία, η ηλεκτρική ενέργεια, που παράχθηκε από ορυκτά καύσιμα, συνέχισε να υποχωρεί στην Ευρωπαϊκή Ένωση, φτάνοντας μάλιστα στο χαμηλότερο της σημείο. Από τα 1.226.156 Γιγαβάτ/ώρα το 1990 και το pick στα 1.584.005 Γιγαβάτ/ώρα το 2007, έπεσε στα 1.022.589 Γιγαβάτ/ώρα το 2020, καταγράφοντας μείωση 9,8% σε σχέση με το 2019. Ανάλογη είναι και η τάση, όσον αφορά στην παραγωγή ηλεκτρικού ρεύματος από πυρηνική ενέργεια.
Η πορεία των Ανανεώσιμων Πηγών είναι αντίστροφη και όπως δείχνουν τα προκαταρκτικά στοιχεία για το 2020, είναι η πρώτη φορά που ξεπέρασαν τα ορυκτά καύσιμα, ως προς την παραγωγή ηλεκτρικού ρεύματος, φτάνοντας στα 1.052.582 Γιγαβάτ/ώρα.
Ειδικά όσον αφορά στην Ελλάδα, τα πρώτα στοιχεία δείχνουν ότι υπάρχει μια σημαντική αύξηση στην παραγωγή ηλεκτρικού ρεύματος από αιολική ενέργεια, ωστόσο το μερίδιο του ήλιου και του νερού ως ηλεκτροπαραγωγικές δυνάμεις περιορίστηκε σε σχέση με το 2019. Μηδενική παραμένει η συνεισφορά της γεωθερμικής ενέργειας.
Καταγράφεται, όμως μείωση και ως προς την παραγωγή ηλεκτρικού ρεύματος από ορυκτά καύσιμα και μάλιστα εντυπωσιακή, αν λάβει κανείς υπόψιν ότι η συνεισφορά του λιγνίτη έπεσε σχεδόν στο μισό, ακολουθώντας την ευρωπαϊκή τάση. Σύμφωνα με τα προκαταρκτικά στοιχεία της Eurostat, ειδικά όσον αφορά στην κατανάλωση άνθρακα η πτώση φτάνει ως το 20%, ενώ σε σύγκριση με το 2005 ξεπερνά το 51%.
Το μόνο σίγουρο είναι ότι η Ελλάδα θέλει να «τρέξει» πολύ πιο γρήγορα από την Ευρώπη ως προς την απεξάρτηση από το λιγνίτη, ποντάροντας στους πόρους του Ταμείου Ανάκαμψης για την «πράσινη» ατζέντα και τις πολιτικές στήριξης των περιοχών μετάβασης. Αυτό ακριβώς το σκεπτικό εξυπηρετούν οι δύο σημαντικές επενδύσεις, που ενσωματώθηκαν στο Σχέδιο Ανάκαμψης.
Στήριξη της εγκατάστασης συστημάτων αποθήκευσης για την ενίσχυση της διείσδυσης της ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές: Η επένδυση παρέχει δημόσιες επιχορηγήσεις για την εγκατάσταση δυναμικότητας αποθήκευσης ενέργειας έως 1.380 MW στο σύστημα ηλεκτρικής ενέργειας. Οι επενδύσεις αυτές καθιστούν δυνατή την ενσωμάτωση στο σύστημα νέας δυναμικότητας ΑΠΕ, η οποία απαιτείται για την επίτευξη των στόχων του Εθνικού Σχεδίου για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ). Επιπλέον, η δράση αυτή μετριάζει τη συμφόρηση του δικτύου, αυξάνει την ευελιξία του συστήματος ηλεκτρικής ενέργειας και τη ρευστότητα της αγοράς εξισορρόπησης, ενισχύει την επάρκεια του συστήματος, παρέχει δυνατότητα ενεργειακής απόδοσης, προωθεί τη διαφάνεια στην διαμόρφωση των τιμών ηλεκτρικής ενέργειας και μειώνει το ενεργειακό κόστος. Η υλοποίηση της επένδυσης θα ολοκληρωθεί έως τις 31 Δεκεμβρίου 2025.
Δράσεις αναζωογόνησης των περιοχών που πλήττονται περισσότερο (περιοχές δίκαιης μετάβασης): Η επένδυση συνίσταται σε επιχορηγήσεις για τη χρηματοδότηση της αποκατάστασης των εδαφών στις περιοχές πρώην λιγνιτωρυχείων στη Δυτική Μακεδονία και τη Μεγαλόπολη. Το μέτρο αφορά τις περιοχές δίκαιης μετάβασης, με περιβαλλοντικές και οικονομικές παρεμβάσεις, όπως εξυγίανση του εδάφους, ανάπλαση και υλοποίηση παρεμβάσεων που αφορούν την αποκατάσταση του τοπίου και του περιβάλλοντος, αναπροσαρμογές των χρήσεων γης και δημιουργία οργανωμένων δεκτών δραστηριοτήτων. Η διαχείριση της υλοποίησης της επένδυσης αυτής θα πραγματοποιηθεί από φορέα ειδικού σκοπού που θα συσταθεί από την Ελλάδα. Ο φορέας ειδικού σκοπού θα καταστεί ο νέος νόμιμος κύριος και αναπτυξιακός φορέας των μεταβιβαζόμενων γεωγραφικών περιοχών. Ο φορέας ειδικού σκοπού θα είναι υπεύθυνος για τη χρηματοδότηση και την εκτέλεση των εργασιών εξυγίανσης, αποκατάστασης και αναβάθμισης. Η υλοποίηση της επένδυσης θα ολοκληρωθεί έως τις 31 Δεκεμβρίου 2025.