Η πανδημία έβαλε «φωτιά» στις πληρωμές με κάρτες
Το καλοκαίρι του 2015, με την επιβολή των capital controls, το πλαστικό χρήμα μπήκε για τα καλά στην καθημερινότητα των καταναλωτών. Πέντε χρόνια αργότερα, η πανδημία και οι περιορισμοί στις αγορές με φυσική παρουσία, έβαλαν “φωτιά” στις ηλεκτρονικές πληρωμές.
Τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδας επιβεβαιώνουν τους δείκτες της ΕΛΣΤΑΤ για το λιανικό εμπόριο, όπου την προηγούμενη χρονιά καταγράφηκε εντυπωσιακή αύξηση πάνω από 60% στις αγορές μέσω διαδικτύου. Στο υπουργείο Οικονομικών, παρά το ότι προσάρμοσαν τα όρια των υποχρεωτικών ηλεκτρονικών αγορών στην πραγματικότητα της μειωμένης κατανάλωσης, έτσι ώστε οι φορολογούμενοι να μην “χαρατσωθούν” με πρόσθετο φόρο 22% χωρίς να ευθύνονται, έχουν κάθε λόγο να... τρίβουν τα χέρια τους, καθώς γνωρίζουν ότι η στροφή στο πλαστικό χρήμα δεν θα αναστραφεί.
Το όφελος προφανές: περιορίζονται οι εστίες της μικρομεσαίας φοροδιαφυγής και μέρος των περίπου 6 δισ ευρώ “χαμένου” ΦΠΑ θα ανακτηθεί και θα χρηματοδοτήσει ελαφρύνσεις και κοινωνικές πολιτικές. Ήδη στο υπουργείο Οικονομικών έχουν ξεκινήσει να επεξεργάζονται σχέδια για το πώς θα... ενισχυθεί αυτή η σχέση με το πλαστικό χρήμα κι όπως λένε αρμόδιες πηγές, ένα γενναίο λίφτινγκ στη φορολοταρία με μεγαλύτερα χρηματικά ποσά και κληρώσεις αυτοκινήτων ή και ακίνητων, είναι στα υπόψιν.
Συνεχίζοντας το σταθερά αυξητικό ρυθμό έκδοσής τους τα τελευταία έτη, ο συνολικός αριθμός των ενεργών καρτών πληρωμών σε κυκλοφορία στο τέλος του 2020 ανήλθε σε 18,6 εκατ., αυξημένος κατά 3% σε σχέση με το 2019. Ο συνολικός αριθμός συναλλαγών με κάρτες πληρωμών το 2020 ανήλθε σε 1.150 εκατ., από 976 εκατ. το 2019, παρουσιάζοντας σημαντική αύξηση κατά 18%.
Αυτό που φανερώνει, πάντως, τη ολοένα και μεγαλύτερη χρήση των καρτών στην καθημερινότητα, είναι η αξία των συναλλαγών ανά κάρτα. Η αξία των συναλλαγών με κάρτες πληρωμών κυμάνθηκε στα 66 δισεκ. ευρώ, αυξημένη κατά 2% συγκριτικά με το προηγούμενο έτος. Η μέση αξία συναλλαγών ανά χρεωστική κάρτα παρουσίασε αύξηση κατά 1% σε 3.845 ευρώ, από 3.798 ευρώ το 2019, ενώ η μέση αξία ανά συναλλαγή συνέχισε την πτωτική πορεία της και το 2020, μειωμένη σε 57 ευρώ, από 66 ευρώ το 2019 και 70 ευρώ το 2018. Συμπέρασμα; Μεγαλύτερη χρήση του πλαστικού χρήματος, για μικρότερης αξίας συναλλαγές.
Η αύξηση των ηλεκτρονικών συναλλαγών έφερε, όμως και αύξηση κατά 18% των περιπτώσεων ηλεκτρονικής απάτης. Το παρήγορο είναι ότι παρά την αύξηση της αξίας της απάτης, ο δείκτης της αναλογίας της αξίας των περιστατικών απάτης προς την αξία των συναλλαγών εξακολούθησε να διατηρείται στο χαμηλό επίπεδο του 0,02% αντιστοιχώντας σε 1 ευρώ αξία απάτης ανά 5,1 χιλ. ευρώ αξία συναλλαγών. Ανάλογη εξέλιξη αποτυπώθηκε στον αριθμό συναλλαγών απάτης, όπου σημειώθηκε αύξηση κατά 76% σε σχέση με το 2019.
Σύμφωνα με την Τράπεζα της Ελλάδας, οι μεταβολές αυτές μπορούν να αποδοθούν στη σημαντική αύξηση του αριθμού συναλλαγών με κάρτες πληρωμών, στην οποία συμμετείχαν, λόγω της αναστολής λειτουργίας των φυσικών καταστημάτων, και κάτοχοι καρτών μη εξοικειωμένοι με τον τρόπο διε-νέργειας ασφαλών διαδικτυακών συναλλαγών σε ηλεκτρονικά καταστήματα. Είναι, άλλωστε, ενδεικτικό ότι η πλειονότητα των περιστατικών απάτης εξακολούθησε να εκδηλώνεται στις εξ αποστάσεως (card not present–CNP) συναλλαγές μέσω διαδικτύου ή ταχυδρομείου/τηλεφώνου. Τα περιστατικά αφορούν κυρίως διαδικτυακές συναλλαγές με επιχειρήσεις του εξωτερικού.