Το λιανεμπόριο στην κόψη του “ξυραφιού”
“Η κατάσταση στην αγορά είναι τραγική. Αυτό που τρομάζει περισσότερο τον κόσμο είναι το πισωγύρισμα, δηλαδή το άνοιξε- κλείσε”, επισημαίνει στο economistas παράγοντας του εμπορίου, με φόντο τα σενάρια που επεξεργάζεται η κυβέρνηση για την επανεκκίνηση του λιανικού εμπορίου ει δυνατόν από τις αρχές της επόμενης εβδομάδας.
Αυτήν τη στιγμή άπαντες στην αγορά τηρούν στάση αναμονής και μια ματιά στις βιτρίνες των καταστημάτων, που είναι ακόμα γεμάτες χειμερινά, αποτυπώνει το πρόβλημα: αφενός αβεβαιότητα αφετέρου έλλειψη ρευστού για την προμήθεια νέων εμπορευμάτων. “Το πλεονέκτημα θα το έχουν όσοι διαθέτουν υποτυπώδη ρευστότητας”, τονίζει ο ίδιος παράγοντας, αναδεικνύοντας και το τεράστιο πρόβλημα με τις μεταχρονολογημένες επιταγές. Αν και το υπουργείο Οικονομικών συνεχίζει να “παγώνει” τις πληρωμές τους, υπάρχουν “αδύναμοι” κρίκοι στην αλυσίδα, δηλαδή ΚΑΔ που δεν καλύπτονται. Αν αναλογιστεί ότι κάθε επιταγή έχει κατά μέσο όρο 4 οπισθογραφήσεις, αντιλαμβάνεται κανείς τι πρόβλημα δημιουργείται όταν “σπάσει” αυτή η αλυσίδα.
Έχοντας χάσει μεγάλο μέρος του τζίρου της χριστουγεννιάτικης περιόδου αλλά και των χειμερινών εκπτώσεων, το λιανικό εμπόριο προσδοκά να καλύψει τουλάχιστον το τζίρο του Πάσχα, ωστόσο όλα θα κριθούν τις επόμενες ημέρες, όταν και θα αποφασιστεί το πότε και το πώς θα επανεκκινήσει η αγορά. “Να ανοίξουμε σταδιακά, με προτεραιότητα τα μικρά καταστήματα, που είναι και πιο ασφαλή”, σημειώνει ο ίδιος παράγοντας αναμένοντας τις νέες εισηγήσεις των λοιμωξιολόγων.
Η κυλιόμενη Έρευνα Τάσεων στο Λιανεμπόριο FMCG του Ινστιτούτου Έρευνας Λιανεμπορίου Καταναλωτικών Αγαθών (ΙΕΛΚΑ), η οποία καταγράφει τις απόψεις των στελεχών επιχειρήσεων του κλάδου για τα κύρια κλαδικά θέματα και προκλήσεις, είναι, πάντως, “γκρίζα”, μαρτυρώντας τον προβληματισμό αλλά και την απογοήτευση της αγοράς.
Καταρχάς σε σχέση με τις εκτιμήσεις των στελεχών του κλάδου για τη διάρκεια της κρίσης, το 85% πιστεύει ότι η έκτακτη κατάσταση με τον COVIC-19 θα διαρκέσει τουλάχιστον ως το τέλος του 2021, ενώ το 97% πιστεύει ότι η αγορά και η οικονομία θα επηρεάζονται από την έκτακτη κατάσταση έως το τέλος του 2021 ή και περισσότερο και το 70% τουλάχιστον ως το καλοκαίρι του 2022. Το στοιχείο αυτό δείχνει ότι υπάρχει μία βαθιά επίδραση στη λειτουργία του κλάδου, η οποία πλέον επηρεάζει σταθερά και την στρατηγική των επιχειρήσεων για την επόμενη διετία.
Επίσης είναι σαφής μία καταγραφή κόπωσης τόσο για το κοινό, όσο και για τις επιχειρήσεις. Το 85% θεωρεί ότι οι πολίτες έχουν κουραστεί από τα παρατεταμένα μέτρα και το 51% ότι το προσωπικό των επιχειρήσεων έχει κουραστεί από τα συνεχιζόμενα μέτρα. Τα 2 στα 3 στελέχη θεωρούν ότι οι αλλαγές στα μέτρα, όπως οι αλλαγές στο ωράριο λειτουργίας των καταστημάτων ή οι επιτρεπόμενες κατηγορίες πώλησης, είναι πολύ συχνές. Παρόλα αυτά είναι κοινός τόπος ότι το κόστος από τα μέτρα περιορισμού της λειτουργίας της αγοράς είναι αποδεκτό. Μόλις το 22% θεωρεί ότι το κόστος των μέτρων είναι μεγαλύτερο του υγειονομικού οφέλους από τα μέτρα, κάτι που δείχνει ότι η πλειοψηφία, 4 στα 5 στελέχη, θεωρούν ότι μπορεί να γίνει αποδεκτό το υψηλό τίμημα προκειμένου να αντιμετωπιστεί η πανδημία. Για ένα εξίσου υψηλό ποσοστό, 78%, μόνη διέξοδος από την παρούσα κατάσταση είναι ο εμβολιασμός του πληθυσμού. Σημειώνεται ότι οι εργαζόμενοι στο λιανεμπόριο τροφίμων σε αρκετές χώρες (π.χ. ΗΠΑ, Καναδάς) έχουν προτεραιότητα στους εμβολιασμούς ως απαραίτητο προσωπικό (essential workers) και λόγω της μεγαλύτερης έκθεσης τους συγκριτικά σε κίνδυνο.
Η διάρκεια και η ένταση της πανδημίας επηρεάζει και την χρηματοοικονομική εικόνα των επιχειρήσεων. Σε σχέση με τη λειτουργία των επιχειρήσεων καταγράφεται μία αρκετά σημαντική αύξηση του λειτουργικού κόστους των επιχειρήσεων. Μόλις το 12% των στελεχών θεωρεί ότι δεν υπάρχει αύξηση στα λειτουργικά κόστη, το 65% εκτιμά αύξηση 1-5% και το υπόλοιπο 23% πάνω από 5%. Συγκεκριμένα, οι ερωτώμενοι εκτιμούν ότι μεσοσταθμικά τα λειτουργικά τους κόστη έχουν αυξηθεί κατά 4,01%. Το ποσοστό αυτό είναι αρκετά υψηλότερο για τα στελέχη του λιανεμπορίου στο 4,87% και χαμηλότερο για την βιομηχανία με 3,21%.
Σύμφωνα με στοιχεία σχετικής μελέτης του ΙΕΛΚΑ, εκτιμάται ότι το συνολικό επιπλέον κόστος για το οργανωμένο λιανεμπόριο τροφίμων για το 2020 ξεπέρασε τα 160 εκατ. ευρώ.
Το μεγαλύτερο μερίδιο κόστους προκύπτει από το επιπλέον εργασιακό κόστος, το οποίο εκτιμάται ήδη σε 130 εκατ. ευρώ. Η βασική πηγή αυτού του κόστους είναι οι νέες προσλήψεις που πραγματοποίησαν οι αλυσίδες σουπερμάρκετ, λόγω της επέκτασης του ωραρίου λειτουργίας των καταστημάτων, του ελέγχου του αριθμού ατόμων στην είσοδο των καταστημάτων, της απολύμανση κλπ, της αδειοδότητης προσωπικού λόγω προστασίας ευπαθών ομάδων, γονεακών αδειών, αλλά και της αξιοποίησης νέων καναλιών πώλησης όπως π.χ. τα ηλεκτρονικά σουπερμάρκετ, τηλεφωνικές παραγγελίες, διανομή κατ’ οίκον κλπ.
Η δεύτερη μεγαλύτερη κατηγορία κόστους αφορά την παράδοση κατ’ οίκον, η οποία εκτιμάται σε περίπου 14 εκατ. ευρώ.
Η τρίτη κατηγορία είναι τα υλικά συσκευασίας, εκτιμάται ότι αυτά ανέρχονται ήδη σε αξία σε πάνω από 12 εκατ. ευρώ και περιλαμβάνουν μία πλειάδα από διαφορετικά κόστη, τα οποία μπορούν να αφορούν από πλεξιγκλάς για τα ταμεία, μάσκες για το προσωπικό, απολυμαντικά, μέχρι τεστ κορωνοϊού για το προσωπικό.
Τέλος, η ανάπτυξη, επέκταση και λειτουργία ηλεκτρονικών καταστημάτων εκτιμάται σε ένα πρόσθετο κόστος 8 εκατ. ευρώ.
Τα παραπάνω κόστη συνεχίζονται και το 2021, κάτι που θα συνεχίσει να ισχύει όσο υπάρχει έκτακτη κατάσταση λόγω της πανδημίας COVID-19 και μέχρι να επανέλθει η αγορά στην πρότερη κατάσταση.
Η έρευνα διεξήχθη την περίοδο 12 έως 23 Φεβρουαρίου 2021 με τη χρήση δομημένου ερωτηματολογίου και δείγμα 180 ανώτερα και ανώτατα Στελέχη Επιχειρήσεων (Λιανεμπόριο-Αλυσίδες σουπερμάρκετ και Προμηθευτές ταχυκίνητων προϊόντων FMCG) από τη Γενική Διεύθυνση και τα τμήματα Marketing, Πωλήσεων. Αγορών, Οικονομικών, Πληροφορική κλπ.