Αγωνία για τις «πληγές» του χειμερινού lockdown
Αντίστροφα μετράει το οικονομικό επιτελείο για την επανεκκίνηση της οικονομίας, ξορκίζοντας παράλληλα το ενδεχόμενο να τιναχθεί στον αέρα ο ευρωπαϊκός προγραμματισμός για τους εμβολιασμούς λόγω Astrazeneca, αφού κάτι τέτοιο θα έριχνε βαριά σύννεφα και στη φετινή τουριστική σεζόν.
Τα συγχαρητήρια για την 9η αξιολόγηση που άκουσε χθες στο Eurogroup o Χ. Σταϊκούρας, πέρασαν σε δεύτερη ή και τρίτη μοίρα, μπροστά στο «βουνό» που ορθώνεται μπροστά του τους επόμενους μήνες. Το γεγονός, επίσης, ότι άπαντες συναίνεσαν σε δημοσιονομική χαλάρωση λόγω ανωτέρας βίας και το 2022, ούτε το άμεσο ταμειακό ζήτημα της χρηματοδότησης μέτρων στήριξης λύνει ούτε απαντήσεις στο πώς θα κινηθεί η ελληνική οικονομία με ταχύτητα άνω του 3-3,5% για να μπορέσει μπει όρθια στην επόμενη, μεταβατική χρονιά.
Η διαφαινόμενη ζημιά από το παρατεταμένο lockdown υπολογίζεται μέχρι τώρα στα 3 δις ευρώ και το κοντέρ συνεχίζει να γράφει, ενώ σε καθημερινή βάση στο υπουργείο Οικονομικών αναλύουν τους κλαδικούς και πρόδρομους δείκτες, προκειμένου να σταθμίσουν εάν το πρώτο τρίμηνο θα λειτουργήσει ως βαρίδι για το σύνολο της χρονιάς ή μπορεί να επαναληφθεί το μικρό… θαύμα του 2020, όπου η ύφεση κινήθηκε σχεδόν 2μιση μονάδες χαμηλότερα. Αντίστοιχος προβληματισμός φαίνεται ότι υπάρχει και στις υπόλοιπες χώρες, εξ ου και η απόφαση με συνοπτικές διαδικασίες για συνέχιση της δημοσιονομικής χαλάρωσης και παράταση των μέτρων στήριξης για όσο χρειαστεί. Η Γερμανία πιέζεται από τους επιδημιολογικούς δείκτες να ξαναμπεί σε lockdown, Ιταλία και Γαλλία παλεύουν με το 3ο κύμα και πάει λέγοντας.
Κι αν η θετική ανάγνωση αυτών των δεδομένων είναι ότι η Ελλάδα δεν αποτελεί αυτήν τη φορά πρόβλημα για την Ευρώπη, αλλά «μοιράζεται» το ίδιο πρόβλημα με τους Ευρωπαίους, η άλλη όψη του ίδιου νομίσματος είναι ότι η Ελλάδα δεν έχει την πολυτέλεια να χάσει άλλο χρόνο, καθώς «κουβαλάει» μια απώλεια 25% του ΑΕΠ της από την περασμένη κρίση αλλά κι ένα δυσθεώρητο Χρέος, που μπορεί να είναι εξυπηρετήσιμο αλλά δεν παύει να προκαλεί δέος.
Ελλάδα – Πραγματικό Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν Παράδειγμα (όχι πρόβλεψη): αν ο μέσος ετήσιος πραγματικός ρυθμός μεγέθυνσης διαμορφωθεί στο 3,6% YoY την περίοδο 2020-2030 τότε το πραγματικό ΑΕΠ του 2030 θα είναι ίσο με αυτό του 2007.
Ο στρατηγικός σχεδιασμός της κυβέρνησης στηρίζεται στην παραδοχή ότι η Ελλάδα θα αξιοποιήσει στο έπακρο τα 72 δις ευρώ από τους ευρωπαϊκούς πόρους, έτσι ώστε μέσα στα επόμενα χρόνια να μπορέσει καλύψει το χαμένο έδαφος, βελτιώνοντας έτσι παράλληλα και το προφίλ του Χρέους της, αν λάβει κανείς υπόψιν ότι η δυναμική του ΑΕΠ αποτελεί μια από τις βασικές παραμέτρους της βιωσιμότητας του Χρέους. Μπορεί, όμως, να πετύχει τους προσδοκώμενους ρυθμούς ανάπτυξης, έτσι ώστε αυτό το στοίχημα να κερδηθεί στον ορατό ορίζοντα;
Μελέτη της Eurobank για τις επιπτώσεις της πανδημίας στην οικονομία σημειώνει ότι βάσει της 1ης εκτίμησης των ετήσιων εθνικών λογαριασμών, το πραγματικό ΑΕΠ στην Ελλάδα το 2020 ήταν κατά -29,8% (-€66,9 δις σε τρέχουσες τιμές) μικρότερο σε σχέση με το αντίστοιχο μέγεθος το 2007 (προ κρίσης χρέους επίπεδα) κι αυτό σημαίνει πρακτικά ότι θα χρειαστεί να περάσουν πολλά χρόνια με σχετικά υψηλούς ρυθμούς μεγέθυνσης για να ανακτηθούν οι εν λόγω απώλειες παραγωγής-εισοδήματος. Συγκεκριμένα, η επιστροφή του πραγματικού ΑΕΠ σε ορίζοντα δεκαετίας στα επίπεδα του 2007 ισοδυναμεί με έναν μέσο ετήσιο ρυθμό μεγέθυνσης της τάξης του 3,6%. Με δεδομένο το δημογραφικό πρόβλημα της χώρας (μακροπρόθεσμα αναμένεται να επηρεάσει αρνητικά την απασχόληση), η επίτευξη τέτοιου επιπέδου ρυθμών μεγέθυνσης προϋποθέτει μεγάλη αύξηση της παραγωγικότητας και των επενδύσεων.