Alert στο υπουργείο Οικονομικών για το ράλι των τιμών του πετρελαίου
Την ώρα που όλα τα βλέμματα είναι στραμμένα στους επιδημιολογικούς δείκτες και στην εξέλιξη του προγράμματος εμβολιασμών, ως βασικές παραμέτρους της “επόμενης ημέρας” για την οικονομία, ένας νέος κίνδυνος για τη δυναμική ανάκαμψης δείχνει να αναδύεται.
Η χαμηλή διεθνής τιμή του πετρελαίου μέχρι τώρα ήταν “σύμμαχος”, καθώς το μικρότερο ενεργειακό κόστος μετακινήσεων και παραγωγής, λειτούργησε ως αμορτισέρ, σε μια περίοδο συρρίκνωσης των εισοδημάτων των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων. Ωστόσο, πριν “κλείσει” η χρονιά, η τάση είχε αντιστραφεί και πλέον η τιμή του μαύρου “χρυσού” δείχνει να ανατρέπει όχι μόνο τις αρχικές αλλά και τις αναθεωρημένες εκτιμήσεις.
Η τιμή του πετρελαίου έχει “σκαρφαλώσει” πάνω από τα 64 δολάρια, καλύπτοντας επί της ουσίας τις απώλειες του περασμένου έτους, όταν το σοκ της πανδημίας και των απαγορεύσεων στις μετακινήσεις, σε συνδυασμό με το πλεόνασμα παραγωγής/προσφοράς, είχαν ρίξει το μαύρο “χρυσό” κάτω από τα 20 δολάρια. Η απόφαση των πετρελαιοπαραγών χωρών να κλείσουν την κάνουλα, έφερε τις πρώτες σημαντικές ανατιμήσεις, ενώ οι ταχύτερες του αναμενομένου αδειοδοτήσεις εμβολίων έδωσαν ακόμα μεγαλύτερη ώθηση. Πλέον, οι αναλυτές εκτιμούν ότι η αυξητική τάση δεν θα διακοπεί.
Ανατρέχοντας στις επικαιροποιημένες εκτιμήσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, με βάση τις οποίες γίνεται και ο σχεδιασμός των κρατών- μελών, η μέση τιμή του πετρελαίου τη φετινή χρονιά θα είναι 54,7 δολάρια το βαρέλι, δηλαδή 10 ολόκληρα δολάρια πάνω από τις Φθινοπωρινές Προβλέψεις! Αν και δεν προκύπτει σαφώς από το κείμενο της Έκθεσης Χειμερινών Προβλέψεων της Κομισιόν, ότι η αύξηση της τιμής του πετρελαίου συνυπολογίστηκε στο “φρενάρισμα” των εκτιμώμενων για φέτος ρυθμών ανάπτυξης, το αντίθετο θα ήταν ασύνηθες.
Τι σημαίνει αυτό στα καθ’ ημάς; Πόσο επηρεάζει τις εκτιμήσεις για ρυθμούς ανάπτυξης 4,8%; Προβληματίζει το υπουργείο Οικονομικών αυτή η άνοδος της τιμής του πετρελαίου; “Για την ώρα όχι” απαντά αρμόδια πηγή, ωστόσο ένας ακόμα “πονοκέφαλος” έχει προστεθεί στο σχεδιασμό της “επόμενης ημέρας”. Σύμφωνα με τα μακροοικονομικά μοντέλα, που συνήθως χρησιμοποιούνται, κάθε αύξηση 10 δολαρίων πάνω από το βασικό σενάριο, “ροκανίζει” γύρω στο 0,3% του ΑΕΠ.
“Πονοκέφαλο” έχουν κάθε λόγο να αισθάνονται, όμως και τα νοικοκυριά, καθώς το κόστος μετακινήσεων ανεβαίνει. Είναι ενδεικτικό ότι την 1η Νοεμβρίου, δηλαδή λίγες ημέρες πριν από το δεύτερο lockdown, η μέση τιμή της αμόλυβδης ανά λίτρο ήταν 1,413 ευρώ και του πετρελαίου κίνησης 1,127 ευρώ. Την 1η Δεκεμβρίου είχαν ανέβει στα 1,421 ευρώ και 1,143 ευρώ αντιστοίχως, την 1η Ιανουαρίου στα 1,437 και 1,167 ευρώ και την 1η Φεβρουαρίου στα 1,483 ευρώ και 1,23 ευρώ αντιστοίχως. Μέσα στις τελευταίες 17 ημέρες, η μέση τιμή της αμόλυβδης έχει φτάσει στα 1,524 ευρώ και του πετρελαίου κίνησης στα 1,265 ευρώ ανά λίτρο!
Φυσικά σε μια τέτοια συγκυρία επανέρχεται μοιραία στο προσκήνιο η συζήτηση για τους υψηλούς Ειδικούς Φόρους Κατανάλωσης στην ενέργεια. Μόνο τυχαίο δεν είναι ότι η Ελλάδα έχει την 3η ακριβότερη αμόλυβδη στην Ευρωζώνη, όντας φτηνότερη μόνο από τη Φινλανδία και την Ολλανδία. Ποια είναι η εικόνα όταν η σύγκριση γίνεται στις τιμές χωρίς φόρους; Η Ελλάδα πέφτει κάτω από το μέσο όρο της Ευρωζώνης!