«Ναρκοπέδιο» η διαδρομή ως τον Απρίλιο
Μια προσεκτική ανάγνωση της ανάλυσης, που «κρύβεται» πίσω από την απόφαση της ΕΚΤ να ενισχύσει και να παρατείνει το έκτακτο QE, αποκαλύπτει το «ναρκοπέδιο» μέσα από το οποίο θα πρέπει να περάσει και η Ελλάδα, προκειμένου να φτάσει στην άλλη άκρη του τούνελ.
Κάνοντας μια πρώτη αποτίμηση των επιπτώσεων, που έχει στις χώρες το δεύτερο κύμα της πανδημίας και πριν γίνει καταγραφή της ζημιάς που θα προκαλέσει ο νέος γύρος περιοριστικών μέτρων στην οικονομική δραστηριότητα ακόμα και στη Γερμανία εν αναμονή του τρίτου κύματος, οι οικονομολόγοι της ΕΚΤ έστειλαν σαφές μήνυμα προς όλες τις κατευθύνσεις: 1) το τελείωμα του 2020 θα είναι καλύτερο απ’ ότι αναμενόταν στις αρχές του καλοκαιριού αλλά όχι τόσο καλό όσο θα προσδοκούσαν οι κυβερνήσεις μετά το βίαιο χτύπημα του κορωνοϊού από τις αρχές του Φθινοπώρου 2) το 2021 θα σημειωθεί ανάκαμψη των οικονομιών αλλά πιο «χλωμή» από τις αρχικές εκτιμήσεις. Και κάπως έτσι αποφασίστηκε το νέο πλαίσιο για το QE, καθώς έγινε σαφές ότι οι κυβερνήσεις πρέπει να ρίξουν ακόμα πολύ χρήμα για να στηρίξουν επιχειρήσεις- νοικοκυριά άρα θα χρειαστούν ακόμα περισσότερο φτηνό χρήμα από τις αγορές .
Τα πράγματα είναι απλά και όχι τόσο ευχάριστα. Η ΕΚΤ «βλέπει» ύφεση 7,3% για την Ευρωζώνη το 2020, αντί 8% που εκτιμούσε το Σεπτέμβριο, αλλά για το 2021 κατεβάζει τον πήχη των προσδοκιών πολύ χαμηλότερα, θεωρώντας ότι οι οικονομίες της Ευρωζώνης θα μπορέσουν να «τρέξουν» με μόλις 3,9% αντί 5% κι όλα αυτά σύμφωνα με το βασικό σενάριο.
Πού βρίσκεται η Ελλάδα σε αυτό το τοπίο; Από τη συζήτηση στη Βουλή για τον Προϋπολογισμό, έγινε σαφές ότι στο υπουργείο Οικονομικών ετοιμάζονται για μέτρα στήριξης πέρα από τα 7,5 δις ευρώ, που έχουν ήδη προβλέψει κι αυτό γιατί πολύ απλά δεν φαίνεται να «βγαίνει» το σενάριο για ομαλοποίηση της οικονομικής δραστηριότητας. Το λιανεμπόριο δεν άνοιξε ούτε για Χριστούγεννα, η εστίαση ελπίζει για… Απόκριες, ο τουρισμός ευελπιστεί ότι θα έχει «χτιστεί» τείχος ανοσίας από τους εμβολιασμούς- κυρίως εκτός Ελλάδας- πριν φτάσει ο Μάιος.
Η ανάλυση της Εθνικής Τράπεζας περιγράφει με τον καλύτερο τρόπο το «μονοπάτι», που πρέπει να διαβεί η ελληνική οικονομία ως την Άνοιξη. Κατ’ αρχάς, το τέταρτο τρίμηνο του 2020 υπολογίζεται ότι θα είναι χειρότερο από το τρίτο και οριακά καλύτερο από το δεύτερο, με την ελληνική οικονομία να βυθίζεται σε ύφεση 13,9%. Το αρνητικό carry over εκτιμάται ότι θα «σημαδέψει» το πρώτο τρίμηνο του 2021, που θα σημειώσει αρνητικούς ρυθμούς 9,9% κι από εκεί και πέρα, στο βασικό σενάριο προβλέπεται δυναμική ανάκαμψη για το υπόλοιπο της χρονιάς, με αποτέλεσμα στο σύνολο του 2021 το ΑΕΠ να πιάνει ρυθμούς 4,6%, δηλαδή ελαφρώς χαμηλότερους από τις βασικές εκτιμήσεις του υπουργείου Οικονομικών. Όλα αυτά, όμως, πάντα με το βασικό σενάριο.
Η έως τώρα εμπειρία από την εξέλιξη της πανδημίας δείχνει ότι μπορούν να υπάρχουν δυσάρεστες εκπλήξεις πίσω από τη… στροφή. Ο αιφνιδιασμός των κυβερνήσεων απέναντι στο δεύτερο κύμα δεν αφήνει, άλλωστε, καμία αμφιβολία περί τούτου. Τι θα γίνει, λοιπόν, αν… στραβώσει κι άλλο το πράγμα;
Οι οικονομολόγοι της ΕΚΤ εκπόνησαν δύο ακόμα εναλλακτικά σενάρια. Στο ήπιο, οι ρυθμοί ανάπτυξης στην Ευρωζώνη θα «τρέξουν» με 6% το 2021, ωστόσο με τα έως τώρα δεδομένα δεν φαίνεται να ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα, καθώς δεν καταγράφεται σταθεροποίηση των κρουσμάτων. Τουναντίον. Το αρνητικό σενάριο στηρίζεται στην αναζωπύρωση της πανδημίας, κάτι που οδηγήσει τις κυβερνήσεις σε νέο γύρο περιοριστικών μέτρων, με μικρότερη όμως αποτελεσματικότητα. Το σοκ από μια τέτοια εξέλιξη θα είναι ισχυρό και θα αποτυπωθεί και στους οικονομικούς δείκτες. Η ανάκαμψη της Ευρωζώνης θα είναι οριακή με μόλις 0,4% ρυθμούς, ενώ η ανεργία θα εκτιναχθεί στο 10,3% και δεν θα επιστρέψει στα προ Covid επίπεδα ούτε καν το 2023.