Ζημιά 4-5 δισ. τον μήνα από την πανδημία!
Υπό κανονικές συνθήκες, δηλαδή σε συνθήκες ισοσκελισμένου προϋπολογισμού, κάθε μήνα το ΓΛΚ περιμένει γύρω στα 6,5 δισ. έσοδα απ’ όλη τη Γενική κυβέρνηση, ενώ οι δαπάνες του υπολογίζονται σε ανάλογα επίπεδα. Πλέον, η ισορροπία αυτή έχει ανατραπεί.
Η μηνιαία ροή εσόδων έχει μειωθεί κατά 25- 30% κι αυτό ισοδυναμεί με περίπου 2 δις ευρώ λιγότερες εισροές, την ώρα που οι ανάγκες για πληρωμές επιδομάτων, αποζημιώσεων και λοιπών έκτακτων ενισχύσεων έχουν αυξηθεί γύρω στα 3 με 4 δισ. ευρώ. Με αυτά τα δεδομένα, η «ζημιά» σε μηνιαία βάση υπολογίζεται στα 4-5 δις ευρώ!
Είναι ενδεικτικό ότι τα έσοδα του Νοεμβρίου θυμίζουν την εικόνα του Απριλίου, όταν η «βουτιά» ήταν της τάξης του 28%, καθώς η μεγάλη αύξηση των ηλεκτρονικών αγορών ειδικά το τελευταίο 10ήμερο του μήνα, φαίνεται ότι δεν στάθηκε ικανή να απορροφήσει τους κραδασμούς από το κλείσιμο των εμπορικών καταστημάτων και της εστίασης.
Το πώς καλύπτεται αυτή η «τρύπα» είναι προφανές και η συνταγή είναι ίδια από την πρώτη ημέρα της πανδημίας. Τα ταμειακά διαθέσιμα λειτουργούν ως αμορτισέρ για αυτές τις δύσκολες ημέρες, χωρίς ωστόσο να φυλλοροούν, καθώς είτε με τις εκδόσεις ομολόγων που ξεπέρασαν τον αρχικό στόχο κατά περίπου 4 δισ. ευρώ, είτε με τις «ενέσεις» των εντόκων γραμματίων, το «μαξιλάρι» διατηρείται πάνω από τα 30 δις ευρώ. Σύμφωνα, δε, με πληροφορίες, στο τέλος του μήνα όπου κλείνει κι αυτή η δύσκολη χρονιά, το «μαξιλάρι» θα παραμένει πάνω από τα 30 δις ευρώ, παρά τις έκτακτες ανάγκες που δημιούργησε το δεύτερο lockdown.
Η Αθήνα έχει κάθε λόγο να στρέφει την προσοχή της στις σημερινές ανακοινώσεις της Κ. Λαγκάρντ, καθώς αν επιβεβαιωθούν οι πληροφορίες για παράταση κι ενίσχυση του έκτακτου QE, αυτό θα βοηθήσει (και) την Ελλάδα να συνεχίσει να αντλεί φτηνό χρήμα από τις αγορές, προκειμένου να αντέξει ταμειακά στο επόμενο κρίσιμο τετράμηνο, όπου επιχειρήσεις και νοικοκυριά θα χρειαστούν στήριξη. Όπως έχει γράψει το economistas, η ΕΚΤ προσανατολίζεται στην παράταση του έκτακτου QE τουλάχιστον ως το τέλος του 2021, όπως επίσης στην ενίσχυση του κατά τουλάχιστον 500 δις ευρώ, έτσι ώστε να φτάσει αισίως στα 1,850 τρις ευρώ. Ήδη, η ΕΚΤ έχει αγοράσει περί τα 13 δις ευρώ ελληνικών ομολόγων και ανάλογες θα είναι οι αγορές και την επόμενη χρονιά.
Το πώς θα στηριχθούν οι επιχειρήσεις τους επόμενους μήνες, δηλαδή αν θα τροποποιηθεί το σημερινό μοντέλο με ad hoc παρεμβάσεις ή ειδικού τύπου ρυθμίσεις, είναι κάτι που θα αποφασιστεί μέσα στο πρώτο δίμηνο της νέας χρονιάς. Το μόνο σίγουρο είναι ότι το «εργαλείο» της Επιστρεπτέας θα παραμείνει η βασική πηγή ρευστότητας για τους μικρομεσαίους, πάντα με κριτήριο την πτώση τζίρου. Ειδικά όσον αφορά στην εστίαση, τα νεώτερα στοιχεία από τον 4ο γύρο δείχνουν ότι περίπου 60.000 επιχειρήσεις του κλάδου άντλησαν 330 εκατ. ευρώ, καλύπτοντας έτσι μεγάλο μέρος των απωλειών τους, σύμφωνα τουλάχιστον με τους περσινούς δηλωμένους τζίρους με τους οποίους έγινε η σύγκριση, έτσι ώστε να προκύψουν τα ποσά επιστρεπτέας που δικαιούνται.
«Ένεση» άνω των 300 εκατ. ευρώ πήραν και οι επιχειρήσεις του λιανικού εμπορίου, ενώ περίπου 14.000 κομμωτήρια άντλησαν ρευστότητα 46 εκατ. Ευρώ. Διπλή είναι η ανάγνωση των στοιχείων που αφορούν στις επιχειρήσεις του Τουρισμού: περίπου 2.400 τουριστικά γραφεία πήραν συνολικά 100 εκατ. Ευρώ, ενώ άλλα 250 εκατ. Ευρώ κατέληξαν σε περίπου 20.000 ξενοδοχεία. Αυτό που παραδέχονται, πάντως, αρμόδιες πηγές είναι ότι ενώ τα μικρομεσαία καταλύματα υπερκαλύπτονται από το «εργαλείο» της Επιστρεπτέας, οι μεγάλες αλυσίδες ξενοδοχείων έχουν πρόβλημα, με μόνη εναλλακτική άντλησης ρευστού τα δάνεια με την εγγύηση του Δημοσίου.