Επιφυλάξεις από το Ελληνικό Δημοσιονομικό Συμβούλιο για την ύφεση
Βαθύτερη ύφεση, προβλέπει το ΕΔΣ, με φόντο τις πληροφορίες από το οικονομικό επιτελείο που αναφέρουν ότι στον Προϋπολογισμό ο πήχης θα τεθεί πέρα από το 10%.
"Μολονότι, είναι νωρίς να εκτιμηθεί η πρόσθετη επιβάρυνση που θα προκαλέσουν στην οικονομία τα νέα μέτρα, είναι πλέον σαφές ότι πρέπει να θεωρηθεί βέβαιο πως η ύφεση κατά το έτος 2020 θα είναι βαθύτερη από 8,2% που εκτιμάει το Υπουργείο Οικονομικών και θα επηρεάσει σημαντικά τις εξελίξεις του επόμενου έτους. Ως εκ τούτου, η εκτίμηση για πραγματική μεγέθυνση του ΑΕΠ το 2021 κατά 7,5%, του Υπουργείου Οικονομικών είναι εξαιρετικά αμφίβολή με δεδομένη την έξαρση της πανδημίας στο τελευταίο τετράμηνο του 2020" σημειώνει το ΕΔΣ.
Οι κύριοι παράγοντες κινδύνου για τις μακροοικονομικές εξελίξεις το 2021 εστιάζουν:
- Στη χαμηλότερη από όσο προβλεπόταν επίδοση της ελληνικής οικονομίας το 2020.
- Στη συνέχιση των αρνητικών επιπτώσεων της πανδημίας εντός του 2021.
- Σε αβεβαιότητες όσον αφορά την εμπροσθοβαρή απορρόφηση των πόρων από το Ταμείο Ανάκαμψης.
- Στην ασθενή ανάκαμψη της απασχόλησης και των αμοιβών της μισθωτής εργασίας.
- Στην επιφυλακτική δημοσιονομική πολιτική, όπως έχει καταγραφεί στο προσχέδιο προϋπολογισμού 2021.
- Στην ενδεχόμενη γεωπολιτική αστάθεια στην περιοχή της Ν.Α. Μεσογείου
Το εννεάμηνο Ιανουαρίου-Σεπτεμβρίου το δημοσιονομικό αποτέλεσμα ήταν αρνητικό άνω των 9 δισ. ευρώ, λόγω αύξησης των δαπανών και συρρίκνωσης των εσόδων σε σχέση με το αντίστοιχο διάστημα πέρυσι. Η δημοσιονομική κατάσταση αναμένεται να επιδεινωθεί περαιτέρω μέχρι το τέλος του έτους, λόγω:
- Των πρόσφατων περιορισμών στην οικονομική και κοινωνική δραστηριότητα.
- Των πρόσθετων δημοσιονομικών μέτρων στήριξης.
- Της καταβολής των αναδρομικών συντάξεων ύψους 1,4 δισ. ευρώ
"Συνεπώς είναι πολύ πιθανό το ενδεχόμενο το πρωτογενές έλλειμμα σε επίπεδο ΓΚ για το 2020 να ξεπεράσει το 6% του ΑΕΠ. Ως συνεπακόλουθο αναμένεται μεγάλη αύξηση του δημοσίου χρέους, το οποίο εκτιμάται ότι θα διαμορφωθεί το 2020 άνω του 200% του ΑΕΠ".
Στις θετικές εξελίξεις, παρά τον περιορισμό της οικονομικής δραστηριότητας λόγω της πανδημίας και την πρωτοφανή ύφεση που αναμένεται να πλήξει τις Ευρωπαϊκές οικονομίες το 2020, οι αποδόσεις των ομολόγων του ελληνικού δημοσίου διαμορφώνονται σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα, με την απόδοση του δεκαετούς ομολόγου να υποχωρεί κάτω από το 0,8%. Στην εξέλιξη αυτή καταλυτική είναι η σημασία της απόφασης για ένταξη των ελληνικών ομολόγων στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.
Σύμφωνα με το ΕΔΣ, το σενάριο του Υπουργείου Οικονομικών για γενικό και πρωτογενές έλλειμμα της τάξης αντιστοίχως του 3,7% και 1,1% του ΑΕΠ στηρίζεται σε υποθέσεις, οι οποίες ενέχουν υψηλή αβεβαιότητα.
Ειδικότερα τέτοιες πηγές μεγάλης αβεβαιότητας αποτελούν:
- Η παραδοχή ότι η αύξηση της ιδιωτικής κατανάλωσης κατά 6,5% θα προκαλέσει αύξηση 22,6% των εσόδων του ΦΠΑ.
- Η αύξηση των εισοδημάτων της μισθωτής εργασίας κατά 8,0% μπορεί να προκαλέσει αύξηση των εσόδων του φόρου εισοδήματος φυσικών προσώπων κατά 4,1%, υπό την προϋπόθεση ότι η αύξηση των εισοδημάτων της μισθωτής εργασίας θα αφορά κυρίως τα υψηλότερα εισοδήματα.
- H εκτίμηση πως η αύξηση του ονομαστικού ΑΕΠ κατά 8,5% θα προκαλέσει αύξηση των φορολογικών εσόδων κατά 11,1% η οποία δεν υποστηρίζεται από τα ιστορικά δεδομένα: ο ιστορικός κανόνας δείχνει ότι η ποσοστιαία αύξηση των φορολογικών εσόδων υπολείπεται της ποσοστιαίας μεταβολής του ΑΕΠ.
Δύο καθοριστικοί παράγοντες που θα επηρεάσουν τη δημοσιονομική κατάσταση της οικονομίας είναι: α) το τελικό ύψος της αύξησης του ονομαστικού ΑΕΠ και β) η εξέλιξη του υγειονομικού προβλήματος. Στην περίπτωση που η πρόβλεψη για αύξηση του ονομαστικού ΑΕΠ το 2021 κατά 8,5%, δεν υλοποιηθεί, ενώ παράλληλα οι επιπτώσεις της πανδημίας διατηρηθούν μετά το πρώτο τρίμηνο του 2021, θα απαιτηθούν νέα δημοσιονομικά μέτρα.
Σε αυτό το πολύ πιθανό σενάριο το δημοσιονομικό αποτέλεσμα το 2021 θα επιδεινωθεί σημαντικά σε σχέση με την εκτίμηση του Υπουργείου Οικονομικών.