Ξεκινά η «μάχη» για τους πόρους του Ταμείου Ανάκαμψης
Το δεύτερο κύμα του κορωνοϊού χτυπάει την Ευρώπη, ίσως νωρίτερα των προσδοκιών και ξαφνικά όλοι «τρέχουν» για το Ταμείο Ανάκαμψης, έτσι ώστε επιχειρήσεις κι εργαζόμενοι να μην «πνιγούν» από μια δεύτερη δέσμη σκληρών περιοριστικών μέτρων.
Στην Αθήνα, ο Πρωθυπουργός έστειλε το μήνυμα- εντός κι εκτός συνόρων- ότι η κυβέρνηση θα στηρίξει με έκτακτα μέτρα την οικονομία, ωστόσο το βάρος πέφτει στην προετοιμασία για το Σχέδιο Ανάκαμψης, το οποίο αποτελεί τη μοναδική ευκαιρία για ξεκολλήσει η ελληνική οικονομία από το μνημονιακό τέλμα αλλά και τις πρωτοφανείς επιπτώσεις της πανδημίας. Το νομοσχέδιο για τις αλλαγές στην αγορά εργασίας θα είναι έτοιμο το αργότερο ως τις αρχές του Οκτωβρίου, ενώ η Ειδική Συντονιστική Επιτροπή καλείται να συνθέσει ένα πειστικό πλέγμα μεταρρυθμίσεων μέσα στο επόμενο δεκαήμερο. Το πρόβλημα είναι ότι ακόμα κι αν λειτουργήσουν όλα ρολόι στο εσωτερικό, οι διαδικασίες σε ευρωπαϊκό είναι πιθανό να επιβεβαιώσουν για μια ακόμα φορά τους απαισιόδοξους.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έστειλε «πρόσκληση» προς πάσα κατεύθυνση να… συντομεύουν, έτσι ώστε το Ταμείο Ανάκαμψης να τεθεί σε λειτουργία από τις αρχές του Ιανουαρίου. Ακόμα κι αν αυτό καταστεί εφικτό, δεν σημαίνει ότι θα ξεκινήσουν αμέσως οι εκταμιεύσεις, αν λάβει κανείς υπόψιν ότι το πραγματικό deadline για την υποβολή των σχεδίων από τα κράτη- μέλη, είναι η 30η Απριλίου. Έτσι, ακόμα κι αν υποθέσει κανείς ότι το σχέδιο θα περάσει εγκαίρως από το Κοινοβούλιο, οι τεχνικές διαδικασίες για την εκταμίευση των πρώτων επιχορηγήσεων και δανείων είναι βέβαιο ότι θα διαρκέσουν μήνες. Το παράδειγμα του προγράμματος SURE ενισχύει αυτές τις εκτιμήσεις, αφού ακόμα και τώρα εκκρεμούν οι οριστικές αποφάσεις από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, ενώ στη συνέχεια θα πρέπει να γίνει και η αναγκαία έκδοση ομολόγου για τη χρηματοδότηση του «πακέτου» από τον Οκτώβριο και μετά!
Οι βραδείς διαδικασίες έχουν μπει στο μικροσκόπιο των αγορών, οι οποίες εκτιμούν ότι η τελική φάση του Ταμείου Ανάκαμψης θα έχει… περιπέτεια. Σύμφωνα με ειδική ανάλυση της Goldman Sachs, οι διαδικασίες αξιολόγησης των εθνικών σχεδίων ανάκαμψης θα συμπέσουν χρονικά με τις συζητήσεις για τις ενδεδειγμένες αλλαγές στο Σύμφωνο Σταθερότητας και κάπως έτσι αναμένεται ότι θα ξεκινήσει νέα «μάχη» με τους Βόρειους, οι οποίοι έχουν ήδη στείλει μήνυμα ότι η επιστροφή στο δρόμο της δημοσιονομικής πειθαρχίας δεν θα πρέπει να καθυστερήσει.
Η κατάσταση, τουλάχιστον στο εσωτερικό, περιπλέκεται από το ενδεχόμενο αυστηρότερων περιοριστικών μέτρων, ακόμα και lockdown, καθώς σε μια τέτοια περίπτωση, οι λεπτές ισορροπίες, που έχουν διαμορφωθεί ως τώρα μετά τα μέτρα στήριξης, θα ανατραπούν. Σύμφωνα με ειδική ανάλυση της Εθνικής Τράπεζας, αν η πανδημία στην Ελλάδα παραμείνει υπό έλεγχο μέχρι το τέλος του έτους και σε αντιστοιχία με ένα σενάριο συρρίκνωσης του ΑΕΠ κατά 7½ % στο σύνολο του 2020, οι πωλήσεις του επιχειρηματικού τομέα θα μειωθούν κατά 19% το 2020, δηλαδή, περίπου κατά €50 δις! Η εν λόγω πτώση της ζήτησης εκτιμάται ότι θα περιορίσει τα ταμειακά διαθέσιμα για το 84% του επιχειρηματικού τομέα, δημιουργώντας ένα κενό ρευστότητας της τάξης των €33 δις, με την επισήμανση ότι οι υψηλότερες ανάγκες για κεφάλαιο κίνησης παρουσιάζονται στον κλάδο του εμπορίου (€12 δις), ενώ οι πιο επείγουσες στην εστίαση (55% των πωλήσεων).
Σύμφωνα με τους αναλυτές της τράπεζας, αυτό το κενό ρευστότητας περιορίστηκε κατά περίπου 12 δις ευρώ, λόγω των μέτρων στήριξης από το Κράτος και τις τράπεζες, ενώ αν οι επιχειρήσεις χρησιμοποιήσουν το ½ του διαθέσιμου «ταμειακού μαξιλαριού» που έχουν (περίπου €6 δις), το εναπομείναν κενό ρευστότητας περιορίζεται στα €15,5 δις, που μπορεί να καλυφθεί από την αξιοποίηση των εγγυοδοτικών προγραμμάτων και των ΤΕΠΙΧ (€9 δις), την παροχή νέων δανείων και αναχρηματοδοτήσεων, καθώς και την πληρέστερη χρήση των πιστωτικών γραμμών. Αντίστοιχα, το ποσοστό ανεργίας θα κορυφωθεί το 3ο τρίμηνο, αλλά θα επανέλθει άμεσα σε πτωτική τάση και σε επίπεδα αισθητά χαμηλότερα του 20% το 4ο τρίμηνο του 2020.
Όλα αυτά, όμως, υπό την προϋπόθεση ότι η υγειονομική κρίση παραμένει υπό έλεγχο στο υπόλοιπο του έτους – με χρήση στοχευμένων μόνο παρεμβάσεων – χωρίς την ανάγκη λήψης εκτεταμένων περιοριστικών μέτρων σε εθνικό επίπεδο και χωρίς σημαντική αύξηση της αβεβαιότητας στο υπόλοιπο του έτους.