Προβληματισμός από τις Βρυξέλλες για «κόκκινα» δάνεια- τράπεζες

Φωτό: Shutterstock

Αν και η 5η Έκθεση Αξιολόγησης χαρακτηρίζεται λίγο ως πολύ ως θετική, δεν μπορεί να αγνοήσει κανείς το γεγονός ότι στους αστερίσκους της Έκθεσης υπάρχει ειδική αναφορά στον χρηματοπιστωτικό τομέα, όπως επίσης ότι αφιερώνονται πολλές σελίδες στις εξελίξεις γύρω από τα «κόκκινα» δάνεια, την κερδοφορία των τραπεζών, τον «Ηρακλή», το νέο Πτωχευτικό, τις καταπτώσεις εγγυήσεων του Δημοσίου.

«Μετά την άρση των capital controls το Σεπτέμβριο του 2019, ο τραπεζικός τομέας συνεχίζει να δυναμώνει, αλλά οι κίνδυνοι που κληρονόμησε και οι προκλήσεις παραμένουν υψηλοί», σημειώνει από τον πρόλογο κιόλας η Κομισιόν, παρατηρώντας ότι αν και οι καταθέσεις σιγά- σιγά επιστρέφουν, αν και υπάρχουν σημάδια ανάκαμψης της κερδοφορίας, υπάρχουν σημεία έντονου προβληματισμού.

Κατ’ αρχάς οι Ευρωπαίοι βάζουν θέμα ποιότητας των εσόδων, με δεδομένο ότι οι τράπεζες «μετράνε» μεγάλα ποσά από τόκους «κόκκινων» δανείων, τα οποία μπορεί να μην εισπραχθούν κι αυτό συνεπάγεται αρνητική επίπτωση εν όψει τιτλοποιήσεων. Με αυτό το δεδομένο, οι τράπεζες προσαρμόζουν το επιχειρηματικό τους μοντέλο στην κατεύθυνση αφενός υψηλότερων εσόδων από προμήθειες, προσπαθώντας παράλληλα να ισορροπήσουν τις αντιδράσεις των πελατών τους, αφετέρου αναζητώντας τρόπους διεύρυνσης της πελατειακής τους βάσης έτσι ώστε να αυξήσουν τις χρηματοδοτήσεις τους.

Αυτό που «καίει» περισσότερο τους Ευρωπαίους φαίνεται ότι είναι τα υψηλά ποσοστά αναβαλλόμενου φόρου (DTC), που διαβρώνουν την κεφαλαιακή δομή των τραπεζών. Είναι ενδεικτικό ότι στις τέσσερις συστημικές τράπεζες ο αναβαλλόμενος φόρος φτάνει στα 15,5 δις ευρώ, αντιστοιχώντας έτσι στο 55,5% των εποπτικών τους κεφαλαίων. Πρόκειται για το δεύτερο μεγαλύτερο «αγκάθι», μετά τα «κόκκινα» δάνεια, στο οποίο στοχεύει το σχέδιο της Τράπεζας της Ελλάδας, που παραμένει, όμως, στον «πάγο» λόγω των νομοτεχνικών του δυσκολιών.

Όσον αφορά στα «κόκκινα» δάνεια, αν και ο ρυθμός μείωσης τους έχει επιταχυνθεί, το ποσοστό τους παραμένει πολύ υψηλό. Οι Ευρωπαίοι παρατηρούν, μάλιστα, ότι ενώ μειώθηκε το stock των επιχειρηματικών και καταναλωτικών δανείων κατά 7% στο τρίτο τρίμηνο του 2019, στα στεγαστικά το ποσοστό είναι μόλις 1,5%, κάτι που για τις Βρυξέλλες ευθύνονται οι περιορισμοί στους πλειστηριασμούς και το κρυφτούλι των στρατηγικών κακοπληρωτών πίσω από το πλαίσιο προστασίας. Σε κάθε περίπτωση, το πολύ υψηλό ποσοστό προβληματικών δανείων (42,1%) υπονομεύει το ρόλο που πρέπει να παίξουν οι τράπεζες στη χρηματοδότηση της οικονομίας και της ενίσχυσης της ανάπτυξης. Και κάπου εδώ μπαίνει ο «Ηρακλής».

«Η προσοχή στρέφεται τώρα στην επιτυχή και έγκαιρη εφαρμογή του σχεδίου» σημειώνει η Κομισιόν, με τις πληροφορίες να αναφέρουν ότι ακόμα δεν έχει βρεθεί η χρυσή τομή με τον SSM, αναφορικά με τα ομόλογα υψηλής εξασφάλισης, που κατά το υπουργείο Οικονομικών και τις τράπεζες πρέπει να είναι μηδενικού ρίσκου. Η παράμετρος αυτή δεν αποτρέπει, πάντως, τη Eurobank να προχωρά ολοταχώς σε τιτλοποιήσεις 7,5 δισ. ευρώ μέσω του «Ηρακλή». «Ακόμα κι αν δεν πάρουμε zero risk, θα προχωρήσουμε με τον Ηρακλή. Είναι θέμα χρόνου να το πάρουμε από αλλού, μέσω της αναβάθμισης της χώρας», σημείωσε ο Διευθύνων Σύμβουλος της τράπεζες, Φ. Καραββίας, ενισχύοντας έτσι την αίσθηση που υπάρχει στην αγορά ότι η Ελλάδα μπορεί να επιστρέψει σε επενδυτική βαθμίδα- άρα μεταξύ άλλων να ξεπεράσει και το πρόβλημα του zero risk- μέσα στους επόμενους 12 μήνες.

ΣΧΕΤΙΚΑ