Καμπανάκι Ντε Γκίντος για τα κόκκινα δάνεια
Νέο όπλο στη φαρέτρα της ελληνικής κυβέρνησης στην επικείμενη μάχη για μείωση των πρωτογενών πλεονασμάτων αποτελούν οι σημερινές δηλώσεις του αντιπροέδρου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας Λουίς ντε Γκίντος, σε εκδήλωση του ΙΟΒΕ.
Ωστόσο, ο ίδιος χαρακτήρισε τα κόκκινα δάνεια ως το σοβαρότερο πρόβλημα που αντιμετωπίζει η ελληνική οικονομία και για το λόγο αυτό υπογράμμισε την ανάγκη να χρησιμοποιηθούν όλα τα διαθέσιμα μέσα προκειμένου να αντιμετωπιστεί το συγκεκριμένο πρόβλημα.
Ο πρώην υπουργός Οικονομικών και παλιός γνώριμος της Αθήνας, απέδωσε εύσημα για την πρόοδο που έχει επιτύχει η ελληνική οικονομία, προσθέτοντας πάντως ότι ο "ελληνικός λαός δεν έχει ακόμη αισθανθεί στην καθημερινότητα του τη βελτίωση που αποτυπώνεται στους στατιστικούς δείκτες, παραταύτα αντιμετωπίζει το μέλλον με περισσότερη αισιοδοξία".
Ο ντε Γκίντος ανέφερε ότι η ελληνική οικονομία έχει εισέλθει σε τροχιά ανάπτυξης με ρυθμούς μάλιστα που υπερβαίνουν τον κοινοτικό μέσο όρο. Εξάλλου, επανέλαβε τις εκτιμήσεις της ΕΚΤ οι οποίες προβλέπουν επιτάχυνση του ρυθμού μεγέθυνσης του ΑΕΠ στην ευρωζώνη το δεύτερο και τρίτο τρίμηνο του έτους.
Μιλώντας στην ίδια εκδήλωση ο υπουργός Οικονομικών Χρήστος Σταικούρας υποστήριξε ότι η βελτίωση της βιωσιμότητας του Δημοσίου Χρέους αποτελεί την ασφαλέστερη οδό προκειμένου να επιτευχθεί είτε μεγαλύτερος δημοσιονομικός χώρος τα επόμενα χρόνια, είτε να συμφωνηθεί μείωση του στόχου για το πρωτογενές πλεόνασμα. Χαρακτήρισε δε την αναμόρφωση της δημόσιας διοίκησης και τον ψηφιακό μετασχηματισμό της οικονομίας ως τις σημαντικότερες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις.
Στην παρέμβαση του ο υπουργός Οικονομικών υπογράμμισε την ανάγκη να προχωρήσουν οι συζητήσεις για την ολοκλήρωση της τραπεζικής ένωσης αλλά και να ενεργοποιηθεί ο κοινός μηχανισμός εγγύησης των καταθέσεων. Ο ίδιος πρότεινε την ενίσχυση του ρόλου της δημοσιονομικής πολιτικής στην ευρωπαϊκή αναπτυξιακή διαδικασία. "Έχει έρθει η ώρα η Ευρώπη να κυριαρχήσει στο παγκόσμιο στερέωμα. Για να γίνει όμως αυτό, πρέπει να προχωρήσουμε ενωμένοι, με ταχύτητα και καλύτερο συντονισμό", ανέφερε χαρακτηριστικά.
Ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος Γιάννης Στουρνάρας, από την πλευρά του, αναφέρθηκε στις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας αναφέροντας ότι για φέτος η ΤτΕ εκτιμά ότι ο ρυθμός ανάπτυξης θα διαμορφωθεί στο 2,5% από 2,2% που έκλεισε τελικώς πέρυσι.
Συμφώνησε και αυτός ότι τα κόκκινα δάνεια αποτελούν την σημαντικότερη πρόσκληση για τις ελληνικές τράπεζες υποστηρίζοντας ότι θα πρέπει να μειωθούν κάτω από τον στόχο του 20% στον οποίο έχουν δεσμευτεί οι τράπεζες.
Ο ίδιος υποστήριξε ότι εκτός από το σχέδιο ΗΡΑΚΛΗΣ απαιτούνται συμπληρωματικές πρωτοβουλίες για την μείωσή τους, σημείο στο οποίο συμφώνησε και ο υπουργός Οικονομικών.
Ο κ. Στουρνάρας παραδέχτηκε ότι τα κέρδη της ανταγωνιστικότητας που έχουν προκύψει για τις ελληνικές επιχειρήσεις μετά από την μείωση του κόστους εργασίας έχουν υπεραντισταθμιστεί από τα υψηλά επιτόκια δανεισμού. Όπως ανέφερε, το κόστος δανεισμού κατά μέσο όρο για τις ελληνικές επιχειρήσεις κυμαίνεται στο 4,9% έναντι 2,3% που είναι για τις ευρωπαϊκές επιχειρήσεις.
Όπως έγραφε νωρίτερα ο Γιώργος Παππούς, ήδη η Κ. Λαγκάρντ έχει εκφράσει τη (θετική) άποψη της για το θέμα των πλεονασμάτων, συνεπώς η ελληνική πλευρά από εδώ και πέρα πρέπει να συνεχίσει να «χτίζει» σε αξιοπιστία. Ειδικά, μάλιστα, όσον αφορά στην ΕΚΤ, στην κρίσιμη 6η αξιολόγηση, η οποία θα συμπέσει με τη μεγάλη μάχη για τα πλεονάσματα, θα πρέπει να έχει ξεκαθαρίσει απολύτως το «αγκάθι» του νέου Πτωχευτικού, που σχετίζεται με το μεγάλο θέμα των «κόκκινων» δανείων.
Ανάλογα μηνύματα θα εκπέμψει και ο νέος Επίτροπος Τζεντιλόνι, κάτι που επίσης δεν πρέπει να θεωρηθεί έκπληξη, από τη στιγμή που η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ήταν η πρώτη που «άνοιξε» το θέμα της μείωσης των πλεονασμάτων. Αν και μιλάμε για μια νέα Επιτροπή, θα ήταν μάλλον ασύνηθες, να μην υπάρχει συνέχεια και συνέπεια ως προς τις διατυπωμένες θέσεις, ειδικά απέναντι σε ένα τέτοιο σοβαρό ζήτημα. Υπάρχει, όμως, ένα «αλλά», που το έχουν επισημάνει στην ελληνική πλευρά, αμέσως μετά την αποχώρηση των Θεσμών.
Το επιθυμητό για το οικονομικό επιτελείο θα ήταν στο Eurorgoup του Μαρτίου να «κλείσουν» οι δύο πρώτες εκκρεμότητες, δηλαδή η εξαίρεση μεταναστευτικών δαπανών 200 εκατ. ευρώ από τον υπολογισμό του περσινού πλεονάσματος και η αλλαγή χρήσης των ANFA- SMP. Οι σχετικοί φάκελοι τεκμηρίωσης παραδόθηκαν, ωστόσο κυβερνητικές πηγές παραδέχονται ότι οι Ευρωπαίοι μπορούν να θεωρήσουν ότι όλα τα θέματα «κουμπώνουν» το ένα με το άλλο, συνεπώς απαιτείται μια συνολική συζήτηση και αποφάσεις- «πακέτο». Ειδικά για τους Γερμανούς, τους Ολλανδούς, τους Φινλανδούς, που απαιτείται απόφαση του Κοινοβουλίου τους, η συνήθης πρακτική είναι να αποφεύγουν αλλεπάλληλες συζητήσεις και ψηφοφορίες αλλά αποφάσεις- πακέτο.
Στην Αθήνα είναι προετοιμασμένοι και γι’ αυτό το ενδεχόμενο, δηλαδή μιας συνολικής διαπραγμάτευσης, μετά τον Απρίλιο οπότε θα τεθεί κι επισήμως το αίτημα της αλλαγής της Συμφωνίας για το Χρέος, που εμπεριέχει και τους στόχους των πλεονασμάτων. Αρμόδιες πηγές σημειώνουν, άλλωστε, ότι από τη στιγμή που η επόμενη δόση από ANFA- SMP είναι προγραμματισμένη για την επόμενη αξιολόγηση, δηλαδή τον Ιούνιο, οι Ευρωπαίοι δεν έχουν κανέναν λόγο να βιαστούν να λάβουν τώρα αποφάσεις.
Σε μια τέτοια διαπραγμάτευση- πακέτο, οι κίνδυνοι είναι, πάντως, προφανείς. Αν και ως τότε φαίνεται ότι η Αθήνα θα έχει «χτίσει» πολλές και ισχυρές πολιτικές συμμαχίες, η ρευστότητα στην παγκόσμια και ειδικά στην ευρωπαϊκή οικονομία, οι εξελίξεις στα γεωπολιτικά, γεννούν προβληματισμούς για το κατά πόσο σε ένα τέτοιο μεγάλο «παζάρι», μπορείς να κερδίσεις όλα τα στοιχήματα…