Οι 7 βασικές αλλαγές του νέου ασφαλιστικού νομοσχεδίου
Το νέο ασφαλιστικό νομοσχέδιο, το οποίο αναμένεται να δοθεί στη δημοσιότητα ακόμη και σήμερα, φέρνει σειρά σημαντικών αλλαγών από τις οποίες ξεχωρίζουν 7 βασικά σημεία, που αφορούν εκατομμύρια συνταξιούχους και εργαζόμενους.
Το προσχέδιο του νέου ασφαλιστικού περιλαμβάνει σειρά ρυθμιστικών διατάξεων για τα ποσοστά αναπλήρωσης των κύριων συντάξεων, για τις επικουρικές -που θα «δουν» αυξήσεις», ενώ φέρνει ένα σύστημα έξι κλιμακίων για τους ελεύθερους επαγγελματίες.
Στο νέο ασφαλιστικό νομοσχέδιο υπάρχουν διατάξεις για τους παράλληλα απασχολούμενους, για την προαιρετική ασφάλιση στο Επικουρικό και στο Εφάπαξ, για τη μείωση εισφορών τόσο για τον εργαζόμενο όσο και για τον εργοδότη, καθώς και για τον μόνιμο μηχανισμό χρηματοδότησης του ασφαλιστικού συστήματος.
Τα 7 βασικότερα σημεία του νέου ασφαλιστικού νομοσχεδίου είναι τα εξής:
Μια από τις βασικές αλλαγές π ου φέρνει το νέο ασφαλιστικό είναι η αύξηση έως και κατά 8% των ποσοστών αναπλήρωσης για τις κύριες συντάξεις. Η συγκεκριμένη τροποποίηση αναμένεται να οδηγήσει σε αυξημένες συντάξεις, ακόμα και ως κατά 15%, όλους όσοι έχουν περισσότερα από τριάντα συντάξιμα έτη.
Τα ποσοστά αναπλήρωσης του νέου ασφαλιστικού έχουν ως εξής:
Από 30-33 συντάξιμα έτη στο 1,98%.
Από 33 έως 36 έτη στο 2,50%.
Από 36 έως 40 έτη στο 2,55%.
Από 40 και άνω έτη προβλέπεται ετήσια αύξηση κατά 0,5%.
Αυτό σημαίνει ότι τα τελικά ποσοστά αναπλήρωσης διαμορφώνονται ως εξής:
Για 30 συντάξιμα έτη στο 27,14% αντί για 26,37%.
Για 35 συντάξιμα έτη στο 38,08% αντί για 33,81%.
Στο προσχέδιο του νέου ασφαλιστικού επισημαίνεται ότι οι επικουρικές συντάξεις που καταβάλλονταν μέχρι τις 30 Σεπτεμβρίου του 2019 και αφορούν αιτήσεις που είχαν υποβληθεί έως 31 Δεκεμβρίου 2014, συνεχίζουν να καταβάλλονται από 1η Οκτωβρίου 2019 στο ύψος του ποσού που είχαν διαμορφωθεί σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις στις 31-12-2014.
Συγκεκριμένα, ο υπολογισμός της κράτησης υπέρ υγειονομικής περίθαλψης διενεργείται, όπως ισχύει. Το καταβαλλόμενο προ φόρου ποσό δεν μπορεί να υπολείπεται του προ φόρου καταβαλλόμενου ποσού στις 30 Σεπτεμβρίου 2019. Τo προηγούμενο εδάφιο έχει αναλογική εφαρμογή και στις εκκρεμείς αιτήσεις που είχαν υποβληθεί έως 31 Δεκεμβρίου 2014.
Μια από τις σημαντικότερες αλλαγές που φέρνει το νέο ασφαλιστικό νομοσχέδιο είναι οι νέες, «κουρεμένες» εισφορές για τον εργοδότη και για τον εργαζόμενο. Αμεση συνέπεια της εν λόγω ρύθμισης θα είναι τα «μπόνους» στους μισθούς των εργαζομένων. Βάσει του σχεδιασμού του υπουργείου Εργασίας οι εισφορές, μέχρι το 2023, θα έχουν μειωθεί κατά 5%.
Στην παρούσα φάση έχει «κλειδώσει» ότι από την 1η Ιουνίου 2020, και μόνο για τις περιπτώσεις πλήρους απασχόλησης, οι ασφαλιστικές εισφορές των μισθωτών μειώνονται κατά 0,90 μονάδες ως ακολούθως:
Κατά 0,75 ποσοστιαίες μονάδες των ασφαλίστρων υπέρ κλάδου ανεργίας. Η μείωση επιμερίζεται κατά 0,48 πμ στο ασφάλιστρο του εργοδότη και κατά 0,27 πμ στο ασφάλιστρο του εργαζομένου. Το συνολικό ασφάλιστρο υπέρ ανεργίας διαμορφώνεται σε 4,25 ποσοστιαίες μονάδες και κατανέμεται 2,69 ποσοστιαίες μονάδες στον εργοδότη και 1,56 μονάδες στον εργαζόμενο. Κατά 0,15 ποσοστιαίες μονάδες των ασφαλίστρων υπέρ του Ενιαίου Λογαριασμού για την εφαρμογή Κοινωνικών Πολιτικών (ΕΛΕΚΠ) .
Με το νέο ασφαλιστικό, διαμορφώνονται έξι κλίμακες για τις εισφορές κύριας ασφάλισης των ελεύθερων επαγγελματιών. Οι 6 κατηγορίες που φέρνει το νέο ασφαλιστικό είναι οι εξής:
– 1η κατηγορία : 155 ευρώ
– 2η κατηγορία : 186 ευρώ
– 3η κατηγορία : 236 ευρώ
– 4η κατηγορία :297 ευρώ
– 5η κατηγορία : 369 ευρώ
– 6η κατηγορία : 500 ευρώ
Σύμφωνα με τις τελευταίες εκτιμήσεις, οι ελεύθεροι επαγγελματίες, αυτοαπασχολούμενοι και αγρότες θα πρέπει να επιλέξουν την ασφαλιστική τους κλίμακα εντός του Απριλίου. Οσοι δεν προβούν στην επιλογή θα ενταχθούν αυτόματα στην πρώτη κατηγορία των 155 ευρώ.
Σύμφωνα με το προσχέδιο του νέου ασφαλιστικού, από 1.1.2021 στην ασφάλιση του Κλάδου Επικουρικής Ασφάλισης του Ε.Τ.Ε.Α.Ε.Π. υπάγονται προαιρετικά, μετά από αίτησή τους, οι αυτοαπασχολούμενοι υγειονομικοί, τα πρόσωπα που ασκούν επάγγελμα υπαγόμενο στην ασφάλιση του πρώην Ο.Γ.Α. καθώς και τα πρόσωπα που βάσει ειδικής ή γενικής διάταξης νόμου εξαιρούνται της υποχρεωτικής υπαγωγής στον Κλάδο Επικουρικής Ασφάλισης του Ε.Τ.Ε.Α.Ε.Π.
Η προαιρετική υπαγωγή στην ασφάλιση από την έναρξή της διέπεται από τους κανόνες της υποχρεωτικής ασφάλισης.
Στην ασφάλιση του Κλάδου Εφάπαξ Παροχών του Ε.Τ.Ε.Α.Ε.Π. υπάγονται, μετά από αίτησή τους, προαιρετικά:
- – Oι μισθωτοί, οι αυτοτελώς απασχολούμενοι, οι ελεύθεροι επαγγελματίες και τα πρόσωπα που ασκούν επάγγελμα υπαγόμενο στην ασφάλιση του πρώην ΟΓΑ, που από 1-1-2021 αναλαμβάνουν ασφαλιστέα εργασία – απασχόληση ή αποκτούν ασφαλιστέα ιδιότητα, για την οποία ασφαλίζονται υποχρεωτικά σε φορέα κύριας ασφάλισης και δεν υπάγονται για την εργασία – απασχόλησή τους αυτή ή την ιδιότητά τους, στην ασφάλιση του Κλάδου Εφάπαξ ή άλλου φορέα υποχρεωτικής ασφάλισης για εφάπαξ παροχή ή των εξομοιούμενων βάσει της ισχύουσας νομοθεσίας με αυτούς, ανεξαρτήτως νομικής μορφής, καθώς και τα πρόσωπα που βάσει ειδικής ή γενικής διάταξης νόμου εξαιρούνται της υποχρεωτικής υπαγωγής στον Κλάδο Εφάπαξ Παροχών του Ε.Τ.Ε.Α.Ε.Π.. Η προαιρετική υπαγωγή στην ασφάλιση από την έναρξή της διέπεται από τους κανόνες της υποχρεωτικής ασφάλισης.
- – Οι προσλαμβανόμενοι στην Ελληνική Αστυνομία και στο Πυροσβεστικό Σώμα, οι οποίοι είναι υποχρεωτικά ασφαλισμένοι στον Τομέα Πρόνοιας Αστυνομικών (ΤΠΑΣ), στον Τομέα Πρόνοιας Υπαλλήλων Αστυνομίας Πόλεων (ΤΠΥΑΠ) και στον Τομέα Πρόνοιας Υπαλλήλων Πυροσβεστικού Σώματος (ΤΠΥΠΣ) του ΤΕΑΠΑΣΑ, εφαρμοζομένων των διατάξεων που διέπουν τον πρώην Τομέα Πρόνοιας Δημοσίων Υπαλλήλων (ΤΠΔΥ).
Στα 104 άρθρα του νέου ασφαλιστικού νομοσχεδίου υπάρχει πρόβλεψη για τους ασφαλισμένους του ΕΦΚΑ που ασκούν παράλληλα δυο ή περισσότερες επαγγελματικές δραστηριότητες. Βάσει του προσχεδίου του ασφαλιστικού που δημοσιοποίησε το capital.gr, για τους παράλληλα απασχολούμενους -μισθωτού ή αυτοτελώς απασχολούμενου ή ελεύθερου επαγγελματία επάγγελμα ή επάγγελμα υπαγόμενο στην ασφάλιση του πρώην ΟΓΑ- καταβάλλονται για κάθε ασκούμενη επαγγελματική δραστηριότητα τις προβλεπόμενες νέες ασφαλιστικές εισφορές.
Στις περιπτώσεις που πραγματοποιούνται παράλληλα περισσότερες της μίας μισθωτές απασχολήσεις, καταβάλλονται για κάθε μισθωτή απασχόληση, οι εισφορές που προβλέπονται κατά περίπτωση και έως του ανωτάτου ορίου ασφαλιστέων αποδοχών. Ως προς την εργοδοτική εισφορά το ανώτατο όριο ασφαλιστέων αποδοχών εφαρμόζεται χωριστά για κάθε εργοδότη.
Στις περιπτώσεις μισθωτής απασχόλησης ή απασχολούμενων με έμμισθη εντολή που παράλληλα αυτοαπασχολούνται ή ασκούν ελεύθερο επάγγελμα ή επάγγελμα υπαγόμενο στην ασφάλιση του πρώην ΟΓΑ καταβάλλεται υποχρεωτικά η νέα προβλεπόμενη ασφαλιστική εισφορά.
Στο κείμενο του ασφαλιστικού διευκρινίζεται ότι η εν λόγω εισφορά δεν είναι δυνατόν να υπολείπεται του ποσού της εισφοράς της δεύτερης ασφαλιστικής κατηγορίας συμπεριλαμβανομένης της εισφοράς για την ασφάλιση ασθενείας. Eάν υπολείπεται του ποσού της δεύτερης ασφαλιστικής κατηγορίας καταβάλλεται η διαφορά από τον ασφαλισμένο.
Ειδικά για τους νέους αυτοτελώς απασχολούμενους ή ελεύθερους επαγγελματίες η ανωτέρω εισφορά δεν δύναται να υπολείπεται της πρώτης ασφαλιστικής κατηγορίας, συμπεριλαμβανομένης της για την ασφάλιση ασθενείας, για 5 έτη από την έναρξη ασκήσεως του επαγγέλματος κατόπιν υποβολής σχετικής αιτήσεως.
Για όσους μισθωτούς και αυτοτελώς απασχολούμενους ή ελεύθερους επαγγελματίες ή απασχολούμενους σε επάγγελμα υπαγόμενο στην ασφάλιση του πρώην ΟΓΑ επιλέγουν προαιρετικά την καταβολή υψηλότερης εισφοράς της δεύτερης ασφαλιστικής κατηγορίας, αυτοτελώς απασχολούμενου ή ελεύθερου επαγγελματία ή απασχολούμενου σε επάγγελμα υπαγόμενο στην ασφάλιση του πρώην ΟΓΑ, ή της πρώτης ασφαλιστικής κατηγορίας για τους νέους επαγγελματίες, καταβάλλονται οι προβλεπόμενες εισφορές συμπεριλαμβανομένης και της εισφοράς για την ασφάλιση ασθενείας.
Μισθωτοί που παράλληλα αμείβονται με δελτία παροχής υπηρεσιών από το φυσικό ή νομικό πρόσωπο στο οποίο παρέχουν μισθωτή εργασία ή σε συνδεδεμένα με αυτά πρόσωπα εφαρμόζονται αναλογικά ως προς το ύψος, τον τρόπο υπολογισμού και τον υπόχρεο καταβολής της εισφοράς.
Οι παραπάνω ασφαλισμένοι για υγειονομική περίθαλψη υπάγονται υποχρεωτικά στην ασφάλιση του φορέα, κλάδου ή τομέα που εντάχθηκαν στον Ε.Φ.Κ.Α. με την ιδιότητα του μισθωτού.
Ασφαλισμένοι ανεξαρτήτως του χρόνου υπαγωγής στην ασφάλιση, για τους οποίους προέκυπτε βάσει γενικών, ειδικών ή καταστατικών διατάξεων, όπως αυτές ίσχυαν έως την έναρξη του παρόντος για κάθε φορέα, τομέα, κλάδου ή λογαριασμό που εντάχθηκε στον Ε.Φ.Κ.Α., υποχρεωτική ασφάλιση σε δύο ή περισσότερους φορείς, τομείς, κλάδους και λογαριασμούς για την αυτή απασχόληση, καταβάλλουν τις προβλεπόμενες ασφαλιστικές εισφορές.
Οι παλαιοί ασφαλισμένοι κατά την έννοια των διατάξεων του ν.2084/1992, μετά την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, εξακολουθούν να έχουν προαιρετικά το δικαίωμα καταβολής δεύτερης εισφοράς στον Ε.Φ.Κ.Α., κατόπιν υποβολής σχετικής αίτησης. Στην περίπτωση αυτή καταβάλλουν το συνολικό ποσοστό εισφοράς ασφαλισμένου και εργοδότη, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα. Τα ανωτέρω εφαρμόζονται αντίστοιχα για την υγειονομική περίθαλψη, την επικουρική ασφάλιση και την εφάπαξ παροχή.
Στους ασφαλισμένους που αμείβονται με δελτίο παροχής υπηρεσιών και για τους οποίους προκύπτει ότι το εισόδημά τους προέρχεται από την απασχόλησή τους σε έως δύο φυσικά ή νομικά πρόσωπα, εφαρμόζονται αναλογικά, ως προς το ύψος, τον τρόπο υπολογισμού και τον υπόχρεο καταβολής της εισφοράς, οι διατάξεις που αφορούν τους μισθωτούς.
Το προσχέδιο του νέου ασφαλιστικού νομοσχεδίου αναφέρει πως από 1/1/2020 στον ετήσιο κοινωνικό προϋπολογισμό εγγράφεται δαπάνη ύψους 0,5% του ΑΕΠ, από την οποία καλύπτεται κατά πρώτον η δαπάνη που δημιουργείται ετησίως σε εφαρμογή των αποφάσεων της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας (σ.σ. για το νόμο Κατρούγκαλου) και κατά δεύτερον η δαπάνη εφάπαξ παροχής, η οποία καταβάλλεται τον Δεκέμβριο εκάστου έτους σε δικαιούχους σύνταξης λόγω γήρατος, αναπηρίας και θανάτου, σε δικαιούχους προσυνταξιοδοτικής παροχής, επιδομάτων σύνταξης με αιτία την αναπηρία και ανασφάλιστους υπερήλικες των άρθρων 1 έως 3 του ν. 1296/1982 (Α’ 128), της περίπτωσης 5 της υποπαραγράφου ΙΑ.6 της παραγράφου ΙΑ του άρθρου πρώτου του ν. 4093/2012 (Α’ 222) και του άρθρου 93 του ν. 4387/2016 (Α’ 85). Η δαπάνη της εφάπαξ παροχής χρηματοδοτείται από τον κρατικό προϋπολογισμό.
Για το έτος 2020 η παραπάνω δαπάνη καλύπτεται από τις ήδη εγγεγραμμένες πιστώσεις του κοινωνικού προϋπολογισμού.
Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων και Οικονομικών λαμβάνοντας υπόψη τις αναλογιστικές προβολές, τα στοιχεία εκτέλεσης του κοινωνικού προϋπολογισμού και τους ετήσιους δημοσιονομικούς στόχους, καθορίζεται ετησίως το ποσόν που διατίθεται για την εφάπαξ παροχή, προσδιορίζονται τα κριτήρια απονομής, ο φορέας και η διαδικασία καταβολής, το ύψος της εφάπαξ παροχής ανά κατηγορία δικαιούχων και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή του παρόντος.