Το δίλημμα του οικονομικού επιτελείου για τις επιχειρήσεις

Shutterstock

Οι πρώτες παρεμβάσεις υπέρ των επιχειρήσεων- μικρών και μεγάλων- ανέρχονται συνολικά σε περίπου 750 εκατ. ευρώ, ξεκινώντας από τη φετινή μείωση κατά 5% της προκαταβολής φόρου και φτάνοντας στη μείωση των συντελεστών του φόρου εισοδήματος κατά 4 ποσοστιαίες μονάδες αλλά και του φόρου μερισμάτων κατά 5 ποσοστιαίες μονάδες, μέσα στο 2020. Αρκούν αυτά; Προφανώς όχι.

Μετά από μια επώδυνη περίοδο, όπου εκτός των Μνημονίων οι επιχειρήσεις αντιμετωπίστηκαν ειδικά τα τελευταία χρόνια ως ο τελευταίος τροχός της αμάξης, λες και η αύξηση της απασχόλησης θα γίνει σε… κενό αέρος, η ανασύνταξη του παραγωγικού ιστού, η ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας, απαιτούν τολμηρές και πάνω απ’ όλα γρήγορες κινήσεις. Σε αυτήν ακριβώς τη λογική, η περαιτέρω μείωση της φορολογίας των επιχειρήσεων, από το 24% στο 20% αναμφίβολα κρίνεται λογική, αλλά όχι πανάκεια.

Στο φορολογικό νομοσχέδιο, που ψηφίστηκε και παίρνει σάρκα και οστά από την Πρωτοχρονιά, συμπεριλήφθηκε η μείωση του φόρου νομικών προσώπων από το 28% στο 24% και μάλιστα με αναδρομική ισχύ για τη χρήση του 2019, αλλά δεν υπήρξε η παραμικρή αναφορά για την περαιτέρω μείωση του φορολογικού συντελεστή στο 20%, όπως προβλέπει το κυβερνητικό πρόγραμμα. Αρμόδιες πηγές ανέφεραν ότι αυτή η μείωση θα έρθει σε επόμενο νομοσχέδιο, ωστόσο φαίνεται ότι υπάρχει κι άλλο σενάριο στο τραπέζι.

Η περαιτέρω μείωση του φόρου επιχειρήσεων για τη χρήση του 2020 θα έχει δημοσιονομικό κόστος τουλάχιστον 500 εκατ. ευρώ κι αυτό θα βαρύνει τον Προϋπολογισμό του 2021. Οι πληροφορίες αναφέρουν, όμως, ότι στο οικονομικό επιτελείο εξετάζουν το ενδεχόμενο της ενίσχυσης των επιχειρήσεων μέσω άλλης οδού: της ταχύτερης μείωσης των ασφαλιστικών εισφορών. Ποιο είναι το πλεονέκτημα; Θα ωφεληθούν όλες ανεξαιρέτως οι επιχειρήσεις, δηλαδή και οι κερδοφόρες και οι ζημιογόνες.

Ο σχεδιασμός του υπουργείου Εργασίας προβλέπει ότι το 2020 οι ασφαλιστικές εισφορές εργοδοτών- εργαζομένων θα μειωθούν κατά 0,9%, το 2021 θα μειωθούν περαιτέρω κατά 1,09%, το 2022 κατά 1,61% και το 2023 κατά 1,40%. Το δημοσιονομικό κόστος συνολικά σε αυτό το χρονικό διάστημα υπολογίζεται σε περίπου 1,35 δις ευρώ, εκ των οποίων τα 565 εκατ. Ευρώ στην πρώτη διετία. Το σενάριο που εξετάζει, λοιπόν, το οικονομικό επιτελείο είναι μήπως έρθει νωρίτερα αυτή η μείωση, καθώς το δημοσιονομικό κόστος δεν διαφοροποιείται.

Όπως προκύπτει από πρόσφατη συγκριτική μελέτη του Tax Foundation, ο φορολογικός ανταγωνισμός ειδικά στην Ευρώπη, ειδικά στις μικρότερες οικονομίες, έχει προκαλέσει αλλεπάλληλες μειώσεις συντελεστών. Συγκεκριμένα, το 1980 ο μέσος συντελεστής διεθνώς ήταν 40,38%, αλλά από τότε, τα κράτη αναγνώρισαν την αρνητική επίπτωση της φορολογίας στο επενδυτικό περιβάλλον κι έτσι το 2019 ο μέσος όρος έχει πέσει στο 24,18%. Σήμερα, οι περισσότερες χώρες έχουν συντελεστή κάτω από 30%, η Ευρώπη έχει το μικρότερο μέσο όρο φόρου επιχειρήσεων και συγκεκριμένα 20,27%, στις χώρες του ΟΟΣΑ είναι 23,59% και στους G7 27,65%.

ΣΧΕΤΙΚΑ