Προς άρση του απαγορευτικού αγοράς ομολόγων από τις τράπεζες

Στιγμιότυπο από τη χθεσινή συνάντηση Μητσοτάκη - Λαγκάρντ

Με ένα… κλείσιμο ματιού από την Κριστίν Λαγκάρντ, έφυγε χθες από τη Φρανκφούρτη ο Κ. Μητσοτάκης κι όλα δείχνουν ότι το 2020 μπαίνει με θετικές εξελίξεις στο μέτωπο του Χρέους.

Το να κατέχουν οι ελληνικές τράπεζες ομόλογα του Ελληνικού Δημοσίου στο χαρτοφυλάκιο τους πριν από το ξέσπασμα της κρίσης, ήταν κάτι αυτονόητο. Ωστόσο, η κρίση του Δημόσιου Χρέους μετατράπηκε σε τραπεζική κρίση όταν ενεργοποιήθηκε το PSI, που «κούρεψε» περί τα 45 δισ. ευρώ κρατικών τίτλων, που είχε το τραπεζικό σύστημα. Έκτοτε και μετά από δύο ανακεφαλαιοποιήσεις, η αγορά τίτλων του Ελληνικού Δημοσίου δαιμονοποιήθηκε από τους δανειστές, ενώ ακόμα και μετά τη ραγδαία μείωση του κόστους δανεισμού ισχύουν περιορισμοί, κοινώς «μπλόκο». Αυτό το «μπλόκο» φαίνεται ότι θα αρθεί μέσα στο πρώτο δίμηνο του νέου έτους.

Οι εξελίξεις αυτές, που «έτρεξαν» με το τετ-α-τετ του Έλληνα πρωθυπουργού με τη νέα επικεφαλής της ΕΚΤ ήταν μάλλον μονόδρομος. Όπως έλεγαν προ ημερών πηγές με άμεση γνώση των τεχνικών διαβουλεύσεων που είχαν ξεκινήσει εδώ και τουλάχιστον 1 χρόνο αλλά δεν προχωρούσαν, «οι ελληνικές τράπεζες, μία- μία, κατά μόνας μπορούν να πηγαίνουν στον SSM και να ζητάνε το ok για την αγορά ελληνικών κρατικών ομολόγων», παρατηρώντας ότι όσο λιγότερη “σκόνη” σηκωνόταν, τόσο πιο ομαλά θα επιστρέψουν όλα στην κανονικότητα, χωρίς να κρύβουν την επιφύλαξη τους για ενδεχόμενες κόντρες των «σκληρών» της ΕΚΤ με την Κ. Λαγκάρντ. Πλέον, δεν διαφαίνεται τέτοιος κίνδυνος και οι συνθήκες δείχνουν να έχουν ωριμάσει για το επόμενο βήμα.

Όπως σημειώνουν παράγοντες της αγοράς, με τις αποδόσεις να κινούνται σε ιστορικά χαμηλά και το ρίσκο της χώρας να βρίσκεται στο ναδίρ, δεν μπορεί να μπαίνει απαγορευτικό στη δυνατότητα των ελληνικών τραπεζών να επενδύουν σε ελληνικά ομόλογα, ειδικά την ώρα που ξένες τράπεζες και ασφαλιστικά ταμεία τοποθετούνται μαζικά στις εκδόσεις του ΟΔΔΗΧ.

Πλέον, με την άρση του απαγορευτικού από το όριο των 8 δισ. ευρώ, οι ελληνικές τράπεζες θα μπορούν να «παίζουν» στη δευτερογενή αγορά, συμβάλλοντας στην περαιτέρω αποκλιμάκωση των αποδόσεων των ελληνικών τίτλων, με προφανείς τις θετικές επιπτώσεις εν όψει της μεγάλης μάχης για την αναθεώρηση του στόχου των πλεονασμάτων.

Κερδισμένες θα είναι, όμως και οι τράπεζες, καθώς η όποια πλεονάζουσα ρευστότητα θα μπορεί να αποδίδει εφεξής άνω του 1%, όταν τώρα τοποθετείται στην ΕΚΤ με αρνητικό επιτόκιο. Ενδεικτικά, για κάθε διαθέσιμο 1 δις ευρώ, μπορεί να προκύπτει όφελος άνω των 10 εκατ. Ευρώ για τις τράπεζες.

ΣΧΕΤΙΚΑ