«Σήμα» από τις Βρυξέλλες για αναθεώρηση της ανάλυσης Χρέους
Λαγό έκρυβε η Έκθεση Φθινοπωρινών Προβλέψεων της Κομισιόν, καθώς ανάμεσα στους πολυπληθείς στατιστικούς πίνακες για τα μεγέθη της οικονομίας, υπάρχει το «παράθυρο» ή μάλλον η «πόρτα» που οδηγεί στη ριζική αναθεώρηση της Ανάλυσης Βιωσιμότητας Χρέους και στα χαμηλότερα πλεονάσματα.
Μια από τις βασικές παραμέτρους για τη βιωσιμότητα του Χρέους είναι το κόστος εξυπηρέτησης του, δηλαδή τα επιτόκια δανεισμού. Το ράλι των αποδόσεων των ελληνικών ομολόγων, που ξεκίνησε πριν από τις εκλογές και συνεχίζεται σπάζοντας το ένα ρεκόρ μετά το άλλο, υποχρέωσε ακόμα και το «δύσκαμπτο» ESM να παραδεχθεί ότι οι αρχικές εκτιμήσεις έχουν ξεπεραστεί από την πραγματικότητα. Ωστόσο, η ανάλυση της Κομισιόν για πρώτη φορά αναδεικνύει την τεράστια διαφορά όχι μόνο σε σύγκριση με την εποχή που συμφωνήθηκε και δρομολογήθηκε η λήψη βραχυπρόθεσμων και μεσοπρόθεσμων μέτρων μείωσης του Χρέους, αλλά και σε σχέση με την περασμένη Άνοιξη.
Μόλις τον περασμένο Μάιο, οι Βρυξέλλες- πλήρως ευθυγραμμισμένες με την ανάλυση του ESM- υπολόγιζαν ότι η δαπάνη για τόκους το 2019 θα διαμορφωθεί στο 3,5% του ΑΕΠ και θα ανέβει στο 3,7% το 2020. Πλέον, το εντυπωσιακό σπριντ των αποδόσεων και με τη βούλα της Κομισιόν ρίχνει για φέτος τον πήχη στο 3%, ενώ για το 2020 η πρόβλεψη πέφτει στο 2,7%, δηλαδή 1 ολόκληρη μονάδα χαμηλότερα. Στην περίπτωση, δε, που επιβεβαιωθούν οι εκτιμήσεις ότι το ράλι έχει συνέχεια, τότε και η εκτίμηση για το 2021, που είναι επί του παρόντος 2,6%, θα αποδειχθεί λίαν συντηρητική!
Αν μπει κανείς στον πειρασμό να κάνει συγκρίσεις με το πρόσφατο παρελθόν, θα διαπιστώσει ότι το προφίλ εξυπηρέτησης του Χρέους έχει αλλάξει πλήρως. Η μέση δαπάνη της «μαύρης» περιόδου 2010- 2014 ανερχόταν στο 5,4% του ΑΕΠ κι αυτό σημαίνει ότι η Ελλάδα αυτήν τη στιγμή «κερδίζει» περί τα 5 δις ευρώ λόγω της πειστικής επιστροφής στην κανονικότητα, ενώ ακόμα και σε σύγκριση με το 2018, που οι Ευρωπαίοι μιλούσαν για το success story της Ελλάδας, η διαφορά ξεπερνά το 1 δις ευρώ. Ποιο είναι το κερασάκι στην τούρτα; Η δαπάνη για τόκους είναι, πλέον, χαμηλότερη από την αντίστοιχη της Πορτογαλίας αλλά και της Ιταλίας!!!
Η «βύθιση» του κόστους εξυπηρέτησης του Χρέους αναμφίβολα ενισχύει τη διαπραγματευτική φαρέτρα της ελληνικής πλευράς, η οποία εμφανίζεται, πλέον, σχεδόν βέβαιη ότι αν δεν έρθουν τα πάνω- κάτω, το 2021 ο στόχος του πρωτογενούς πλεονάσματος δεν θα είναι απλώς χαμηλότερος από 3,5% αλλά θα έχει προσγειωθεί στο 2%. Αναγκαία προϋπόθεση είναι, όμως, να βγει το στοίχημα της ανάπτυξης και σε αυτό το σημείο οι προβλέψεις της Κομισιόν βαραίνουν και την Αθήνα.
Αυτό που δείχνει να απασχολεί τις Βρυξέλλες είναι οι κυρίως αρρυθμίες στο εξωτερικό εμπόριο, οι οποίες επηρεάζουν κατά βάση τις χώρες με ισχυρή μεταποίηση και εξαγωγές, δηλαδή κυρίως τη Γερμανία. Αν και Κομισιόν- ΕΚΤ δεν «βλέπουν» ύφεση για την Ευρώπη, το γεγονός και μόνο ότι διαψεύδονται οι εκτιμήσεις για ανάκαμψη από την επόμενη χρονιά, αναμφίβολα γεννά ανησυχίες και προβληματισμό, ειδικά στις χώρες που δεν έχουν επαρκή δημοσιονομικό χώρο για να ρίξουν χρήμα για δημόσιες επενδύσεις, μεταξύ αυτών και η Ελλάδα.
Το θετικό για την Ελλάδα στην παρούσα φάση είναι ότι οι βασικοί κίνδυνοι για την ανάπτυξη είναι κυρίως εξωτερικοί, καθώς φαίνεται να παγιώνεται η αίσθηση ότι στο εσωτερικό υπάρχει ευνοϊκό momentum για μεταρρυθμίσεις, επενδύσεις, ιδιωτικοποιήσεις με επιταχυνόμενους ρυθμούς. Από την άλλη, μια οικονομία όπως η ελληνική, με τόσο υψηλή ανεργία και χαμηλή απασχόληση δείχνει πιο ευάλωτη στα εξωτερικά σοκ. Αυτό είναι, άλλωστε, ένα στοιχείο προβληματισμού και για τους τεχνοκράτες στις Βρυξέλλες, που καταγράφουν μεν αύξηση της απασχόλησης παρά την επιβράδυνση στην Ευρώπη, αλλά γνωρίζουν ότι οι επιπτώσεις στην αγορά εργασίας εμφανίζονται σε δεύτερο χρόνο.
Μπορεί να ποντάρει, άραγε, η Αθήνα σε αλλαγή πλεύσης της Γερμανίας και των Βόρειων, με χαλάρωση της σιδηράς δημοσιονομικής πειθαρχίας, έτσι ώστε να αλλάξει το κλίμα σε όλη την Ευρώπη; Οι τεχνοκράτες στις Βρυξέλλες δεν είναι και τόσο αισιόδοξοι, θεωρώντας ότι η ενεργοποίηση δημοσιονομικών «εργαλείων» (fiscal stimulus) θα έχει θετική επίπτωση κυρίως στις χώρες που θα δράσουν με αυτόν τον τρόπο και μόνο μικρή διάχυση (small spillovers) στην υπόλοιπη Ευρώπη…