Βαριά η ατμόσφαιρα από την κατάρρευση των τραπεζικών μετοχών
«Εποπτικά δεν σημαίνει κάτι, αλλά χρηματιστηριακά δείχνει ότι κάτι απασχολεί την αγορά», τονίζουν στο economistas ευρωπαϊκές πηγές, με φόντο την κατάρρευση των τραπεζικών μετοχών, η αξία των οποίων έχει μηδενιστεί.
Η συζήτηση που γίνεται επί του παρόντος σε καθαρά φιλολογικό επίπεδο και σίγουρα όχι δημοσίως, είναι αν τελικά οι τράπεζες χρειαστούν νέες κεφαλαιακές «ενέσεις». «Δεν υπάρχει τέτοιο ενδεχόμενο στο ορατό μέλλον» παρατηρούν οι ίδιες πηγές, ωστόσο είναι κοινή διαπίστωση ότι ο σχεδιασμός για το «ξεφόρτωμα» των «κόκκινων» δανείων είναι κομβικής σημασίας.
«Η κατάσταση θα αποσυμπιεστεί» είναι η εκτίμηση, αναφορικά με την προοπτική εφαρμογής των σχεδίων που έχουν εκπονήσει η Τράπεζα της Ελλάδας και το ΤΧΣ στην αρχική του μορφή, ωστόσο ακόμα και πιο αισιόδοξοι παραδέχονται ότι το εγχείρημα μοιάζει με «τετραγωνισμό του κύκλου». Αυτό που δείχνει να απασχολεί ιδιαιτέρως όσους βρίσκονται κοντά στη διαδικασία, είναι ο λαβύρινθος των απαιτούμενων νομοτεχνικών διαδικασιών, καθώς και η γραφειοκρατία των Βρυξελλών από την επεξεργασία ως την έγκριση των ελληνικών σχεδίων.
Αυτό που επέτεινε, μάλιστα, τον προβληματισμό, είναι οι δηλώσεις της απερχόμενης επικεφαλής του SSM, η οποία ούτε λίγο ούτε πολύ «φωτογράφισε» ως πρώιμο το στάδιο, στο οποίο βρίσκονται τα δύο σχέδια, προσγειώνοντας έτσι στην πραγματικότητα, όσους πίστευαν ότι το θέμα μπορεί να «τρέξει» στον ορατό ορίζοντα. Θέματα, όπως η έμμεση κρατική ενίσχυση (state aid) είτε με τη μία είτε με την άλλη μορφή, οι «τρύπες» που μπορεί να ανοίξουν στους ισολογισμούς των τραπεζών, οι ζημιές για τους μετόχους, έχουν μπει στο μικροσκόπιο.
Και σαν να μην έφτανε το «βαρίδι» των «κόκκινων» δανείων, που σκιάζει τις τράπεζες, το Χρηματιστήριο και την οικονομία συνολικά, η ασυνεννοησία στο ευρωπαϊκό στρατόπεδο για την πρώτη εκταμίευση από τα κέρδη του Ευρωσυστήματος, απειλεί να ανάψει νέες φωτιές.
Σύμφωνα με το αρχικό πλάνο, όπως αποτυπώθηκε στις αποφάσεις του Eurogroup τον Ιούνιο, η πρώτη δόση των 600 εκατ. ευρώ θα εκταμιευόταν ως τις 31 Δεκεμβρίου, δηλαδή αμέσως μετά από την πρώτη μεταμνημονιακή έκθεση αξιολόγησης. Ωστόσο, όπως αναφέρουν πηγές με άμεση γνώση των διαδικασιών, ο σχεδιασμός αυτός άλλαξε μέσα στο καλοκαίρι και συμφωνήθηκε ότι το πράσινο φως για τα 600 εκατ. ευρώ θα ανάψει με την αξιολόγηση όσων θα έχει πράξει ή παραλείψει η Ελλάδα στις δεσμεύσεις της, ως τις 31 Δεκεμβρίου. Αυτό σημαίνει, όμως, πρακτικά ότι η κρίσιμη έκθεση είναι αυτή του Φεβρουαρίου κι όχι του Δεκεμβρίου, όπως άφησαν να εννοηθεί ευρωπαϊκές πηγές.
Πού μπορεί να οδηγήσει αυτό το «σπασμένο» τηλέφωνο; Με δεδομένο ότι η έκθεση της Κομισιόν, που δημοσιοποιείται σήμερα, καταγράφει καθυστερήσεις στην υλοποίηση διαφόρων εκκρεμοτήτων, υπάρχει η ανησυχία ότι οι αγορές μπορεί να «μεταφράσουν» αυτήν την καταγραφή ως «φρένο» στα 600 εκατ. ευρώ και να προκαλέσουν νέο γύρο ασφυκτικών πιέσεων στο Χρηματιστήριο και στα ελληνικά ομόλογα…