Ο ύμνος του Ντράγκι στη δημοσιονομική χαλάρωση
Δεν είναι σαφές, ούτε βέβαιο ότι η ελληνική κυβέρνηση θα μπορέσει να αξιοποιήσει το κάλεσμα της ΕΚΤ στους «σκληρούς» του Βορρά να ρίξουν επιτέλους χρήμα στην οικονομία, ωστόσο είναι απολύτως βέβαιο ότι αν ο Μάριο Ντράγκι εκφωνούσε στη Μπούντεσνταγκ την ομιλία που ετοίμασε για την τελετή προς τιμήν του στην Ακαδημία Αθηνών, οι… εκρήξεις από το Βερολίνο θα φαίνονταν ως εδώ.
Ο Κεντρικός Τραπεζίτης λίγες ημέρες πριν παραδώσει τα ηνία της ΕΚΤ στην ιδίων αντιλήψεων- κι αυτό είναι ευτύχημα για το ελληνικό ζήτημα- Κριστίν Λαγκάρντ- δεν έχει πυκνώσει απλώς τις εκκλήσεις του στα κράτη- μέλη να σταματήσουν να κρύβονται πίσω από την ΕΚΤ, αλλά πετάει το γάντι ειδικά στους Γερμανούς, που μοιάζουν ναρκωμένοι και απειλούν να παρασύρουν όλη την Ευρωζώνη σε μια επώδυνη ύφεση.
Ποια είναι η θέση του Μάριο Ντράγκι; Η απολύτως αυτονόητη. Ότι τα κράτη- μέλη πρέπει να αξιοποιήσουν τα αρνητικά επιτόκια δανεισμού τους και να ρίξουν άφθονο χρήμα σε δημόσιες επενδύσεις, έτσι ώστε να πάρει μπροστά η οικονομία, που μοιάζει να έχει αυτοπαγιδευτεί σε έναν αέναο κύκλο λιτότητας. «Αν και μπορεί να υπάρχουν όρια όσον αφορά τον βαθμό στον οποίο τα νοικοκυριά μπορούν να χρησιμοποιούν σήμερα μελλοντικά εισοδήματα λόγω του χαμηλότερου κόστους δανεισμού, οι κυβερνήσεις μπορούν κατ’ αρχήν να αυξήσουν τα μελλοντικά έσοδά τους μέσω των σημερινών δαπανών τους», τόνισε χαρακτηριστικά ο Κεντρικός τραπεζίτης, εννοώντας ότι αν οι κυβερνήσεις δαπανήσουν σήμερα, θα πάρουν πολλαπλάσια αύριο, μεταγγίζοντας πολύ πιο εύκολα την ανάπτυξη στον ιδιωτικό τομέα.
Οι τελευταίες μακροοικονομικές προβλέψεις της ΕΚΤ κρίνονται ως λίαν ανησυχητικές και γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο ο Σούπερ Μάριο ξανάβγαλε από το συρτάρι το QE, προκαλώντας νευρική κρίση στους Γερμανούς, που δεν μπορούν να χωνέψουν ότι ένας Ιταλός τους πάει κόντρα εδώ και οκτώ χρόνια.
«Το πλαίσιο στη ζώνη του ευρώ έχει οικοδομηθεί στη βάση της νομισματικής κυριαρχίας, όπου η κεντρική τράπεζα αποφασίζει ανεξάρτητα την πολιτική της λαμβάνοντας αποκλειστικά υπόψη ζητήματα που συνδέονται με τη σταθερότητα των τιμών. Εάν οι κυβερνήσεις επιθυμούν την έξοδο από τις μη συμβατικές πολιτικές το ταχύτερο δυνατόν, είναι προς το συμφέρον τους να ευθυγραμμιστούν με τη νομισματική πολιτική. Αλλά αυτό δεν έχει συμβεί μέχρι στιγμής», απάντησε ο Μ. Ντράγκι στους Γερμανούς που γκρινιάζουν για την πιστή τήρηση του whatever it takes, σημειώνοντας ότι από το ξέσπασμα της κρίσης το 2009 έως το 2018, τα μέσα πρωτογενή αποτελέσματα, διορθωμένα βάσει του οικονομικού κύκλου, ήταν -5,7% για την Ιαπωνία και -3,6% για τις ΗΠΑ, αλλά 0,5% για τη ζώνη του ευρώ, κοινώς οι Ευρωπαίοι σχεδόν εμμονικά επιδίωξαν πρωτογενή πλεονάσματα, αγνοώντας την ανάγκη για δημοσιονομικά μέτρα ανάπτυξης.
Αν και επισήμως σχόλιο δεν υπήρξε από την ελληνική πλευρά για το έμμεσο αβαντάρισμα της ΕΚΤ, οι θέσεις που διατυπώνονται δημοσίως από τη Φρανκφούρτη κρίνεται ότι ευνοούν σε μέγιστο βαθμό το εγχείρημα για «γύρισμα» των ANFA- SMP στο πεδίο των επενδυτικών δράσεων, κοινώς στον παρονομαστή του κλάσματος Χρέος/ΑΕΠ.
«Ως παράδειγμα των επιδράσεων των υψηλότερων επενδύσεων, σύμφωνα με ανάλυση της ΕΚΤ βάσει υποδειγμάτων, σε μια οικονομία σαν αυτή της Γερμανίας η αύξηση των παραγωγικών δημόσιων επενδύσεων κατά 1% επί 5 έτη θα μπορούσε τελικά να αποδώσει έως 2% υψηλότερο ΑΕΠ και έως 2% υψηλότερες ιδιωτικές επενδύσεις», ήταν το «καρφί» για την… τσιγκουνιά των Γερμανών, ενώ η αναφορά στην περίπτωση της Ελλάδας ήταν έμμεση αλλά κάτι παραπάνω από σαφής: «Εάν οι χώρες με το μεγαλύτερο Χρέος συνδύαζαν τις δημόσιες επενδύσεις με διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις για την αύξηση του μελλοντικού ρυθμού ανάπτυξης, ο υψηλότερος δανεισμός θα δημιουργούσε λιγότερη αβεβαιότητα σχετικά με τη βιωσιμότητα του Χρέους»…