Τουρισμός: Έρχονται πολλοί αλλά ξοδεύουν λίγα

Φωτό: AP Images

Οι υπουργοί Τουρισμού πανηγυρίζουν τα τελευταία χρόνια για τα ρεκόρ που σημειώνονται στις αφίξεις ξένων επισκεπτών, κυρίως την περίοδο Απριλίου - Οκτωβρίου, ωστόσο κάτω από το ...χαλί της ευφορίας κρύβονται αρκετές αδυναμίες.

Η έρευνα του Ινστιτούτου του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων για την περίοδο 2005 - 2017 διαπιστώνει την κατά 30% πτώση της μέσης κατά κεφαλή δαπάνης των ξένων τουριστών που έρχονται στην Ελλάδα. Από 746 ευρώ το 2005 έχει υποχωρήσει στα 522 ευρώ το 2017 και αυτό δεν αναδεικνύεται καθόλου στις επίσημες ομιλίες των κυβερνητικών στελεχών.

Με λίγα λόγια τη χώρα μας επισκέπτονται ολοένα και περισσότεροι τουρίστες οι οποίοι ωστόσο ξοδεύουν πολύ λιγότερα χρήματα στοιχείο που θα έπρεπε να προβληματίζει. Σημειώνεται ότι εκτός από τα έσοδα που φέρνει στην οικονομία ο τουρισμός υπάρχει και ένα σημαντικό κόστος, για την υποστήριξη των εκατομμυρίων επισκεπτών στη χώρα μας, το οποίο δεν αποτυπώνεται πουθενά: η επιβάρυνση των υποδομών, η διαχείριση των απορριμάτων, η ασφάλεια, η περίθαλψη κ.α

Στους τουρίστες που έρχονται από την Ευρωζώνη η πτώση ήταν μικρότερη, 19,1%, καθώς από τα 789 ευρώ του 2005 η μέση κατά κεφαλή δαπάνη διαμορφώθηκε στα 638 ευρώ το 2017. Όμως και πάλι έχουμε να κάνουμε με μία υποχώρηση κατά το 1/5 σε σχέση με τις δαπάνες του 2005, οπότε και πάλι δεν υπάρχουν πολλά περιθώρια για εφησυχασμούς. Η μαζικότητα, δηλαδή η αύξηση του αριθμού των τουριστών στη διάρκεια αυτής της δωδεκαετίας μπορεί να λειτουργεί για την ώρα ως παράγοντας εξισορρόπησης. Στα θετικά οπωσδήποτε θα πρέπει να συμπεριληφθεί το γεγονός ότι ο ελληνικός τουρισμός δεν επηρεάστηκε από τις ανησυχίες και την αβεβαιότητα των πρώτων μνημονιακών ετών και, βέβαια, το αλησμόνητο καλοκαίρι του 2015. Αντίθετα κινήθηκε έντονα ανοδικά, παρά την υποβάθμιση των ποιοτικών στοιχείων, προσφέροντας ισχυρή στήριξη στην οικονομία της χώρας σε μια περίοδο που τα πάντα κατέρρεαν.

Πτωτικά αλλά όχι τόσο θεαματικά όσο η μέση κατά κεφαλή δαπάνη, κινήθηκε και η μέση δαπάνη ανά διανυκτέρευση που υποχώρησε κατά 3,2% και από τα 70 ευρώ έπεσε στα 68 ευρώ. Πρόκειται για μικρή πτώση μεν που ίσως επιταχυνθεί στα επόμενα χρόνια από τους industry disruptors δηλαδή τις εναλλακτικές πλατφόρμες φιλοξενίας.

Καθοδική ήταν και η πορεία του χρόνου διαμονής. Κατά μέσο όρο ένας τουρίστας από χώρα της Ευρωζώνης περνούσε περίπου 12 ημέρες το 2005 στην Ελλάδα, ενώ το 2017 περιόρισε την παραμονή του στις 9 ημέρες. Ομοίως πτωτικά διαμορφώνεται η εικόνα και για τους επισκέπτες από την υπόλοιπη Ε.Ε. και τον υπόλοιπο κόσμο, εξέλιξη που δείχνει ίσως πως η οικονομική δυσπραγία δεν απασχολεί μόνο τους Έλληνες αλλά αποτυπώνεται στις συνήθειες -συμπεριλαμβανομένων των ταξιδιωτικών- και άλλων λαών στην Ευρώπη.

Αναφορικά τώρα με την δαπάνη ανά προέλευση, είναι σαφές πως όσο μεγαλύτερο ταξίδι κάνει κανείς για να έρθει στην Ελλάδα, τόσο υψηλότερο είναι και το κατά κεφαλήν έξοδο. Έτσι, οι Αυστραλοί είναι πρώτοι με μέση κατά κεφαλή δαπάνη τα 1218 ευρώ και ακολουθούν οι Βορειοαμερικανοί, δηλαδή οι τουρίστες από τις ΗΠΑ και τον Καναδά. Από την τέταρτη θέση και μετά βρίσκουμε μόνο Ευρωπαίους, με πρώτους τους Ελβετούς και ακολουθούν, Ρώσοι, Γάλλοι, Γερμανοί και Βρετανοί.

Στον αντίποδα, δηλαδή στις χώρες από τις οποίες προέρχονται οι τουρίστες με χαμηλότερο προϋπολογισμό βρίσκουμε ουσιαστικά όλη τη... γειτονιά μας. Τα λιγότερα χρήματα δαπανούν οι Βούλγαροι και ακολουθούν οι τουρίστες από την ΠΓΔΜ, οι Αλβανοί, οι Ρουμάνοι και οι Τούρκοι, που μαζί με τους Τσέχους βρίσκονται κάτω από τον μέσο όρο.

Ενδεχομένως, λοιπόν, η ελληνική τουριστική βιομηχανία να έχει ένα σοβαρό πρόβλημα. Τα ρεκόρ των αφίξεων φαίνεται να αποτελούν μια όαση σε μια έρημο όπου οι τουρίστες δαπανούν όλο και λιγότερα και, παράλληλα, μειώνουν τον χρόνο παραμονής τους στην Ελλάδα. Ίσως η επιμήκυνση της τουριστικής περιόδου που έχουν ήδη ξεκινήσει εδώ και λίγα χρόνια ορισμένοι προορισμοί και τα μέτρα υποστήριξης που εξαγγέλλουν φορείς όπως οι εταιρείες διαχείρισης αεροδρομίων να λειτουργήσουν θετικά. Ωστόσο, η προσήλωση μόνο στον αριθμό των ξένων που επιλέγουν την Ελλάδα για τις διακοπές τους σε καμία περίπτωση δεν περιγράφει με ακρίβεια τη συνολική κατάσταση του τουρισμού στη χώρα μας και, τελικά, δημιουργεί μία στρεβλή εικόνα.

ΣΧΕΤΙΚΑ